Live τώρα    
32°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
32 °C
30.6°C32.8°C
4 BF 31%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
33 °C
31.9°C34.2°C
3 BF 42%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
34 °C
33.3°C35.4°C
1 BF 29%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
27 °C
26.1°C28.8°C
6 BF 61%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
32 °C
32.3°C34.6°C
4 BF 21%
Κριτική κινηματογράφου / Μηχανόβιοι, βρικόλακες και εκφωνητές
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κριτική κινηματογράφου / Μηχανόβιοι, βρικόλακες και εκφωνητές

bike riders

Μια αμερικανική καρτ ποστάλ από τους μηχανόβιους των αυτοκινητοδρόμων, ένα σκληρό δράμα για τη χαμένη μνήμη, μια βαμπιρική ιστορία ενηλικίωσης, μια ανάλαφρη πολιτική δραμεντί από τη Γαλλία και ένα εγχώριο ρομαντικό φιλμ διεκδικούν την προσοχή του κοινού στα θερινά σινεμά αυτή την εβδομάδα

Οι μηχανόβιοι (The Bikeriders) ***

Σκηνοθεσία: Τζεφ Νίκολς

Πρωταγωνιστούν: Οστιν Μπάτλερ, Τζόντι Κόμερ, Τομ Χάρντι, Μάικλ Σάνον

bike riders

Με αφορμή μια δημοσιογραφική έρευνα για τις ανάγκες ενός λευκώματος ο σκηνοθέτης Τζεφ Νίκολς («Take shelter») κάνει μια αναδρομή στη δράση μιας λέσχης μοτοσικλετιστών που όργωναν τους ανοιχτούς αυτοκινητόδρομους των κεντροδυτικών πολιτειών της Αμερικής στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Η ανοιχτή κοινότητα των μηχανόβιων αυτοαποκαλούνταν «Βάνδαλοι» και τα μέλη της αποτελούσαν μια εξελισσόμενη ομάδα περιθωριακών ανδρών που περνούσαν τον περισσότερο χρόνο τους πίνοντας, καπνίζοντας και συζητώντας για τις μηχανές τους. Μέσα από τις τεταμένες σχέσεις κάποιων βασικών «Βανδάλων» ο Τζεφ Νίκολς επιχειρεί να προσεγγίσει την υποκουλτούρα των μηχανόβιων, που περιέφεραν τον απειλητικό χαβαλέ τους και την παράνομη βία σαν μια αγέλη απόκληρων μιας κοινωνίας η οποία, αμήχανη μπροστά σε αυτόν τον μαυροφορεμένο πέτσινο στρατό των δύο τροχών, τους αντιμετώπιζε με δέος και ταυτόχρονα με απέχθεια.

Εξίσου συγκεχυμένη, όμως, είναι και η στάση του Νίκολς. Από τη μια, νοσταλγεί τον χαμένο κώδικα τιμής και γοητεύεται από την πηγαία αρρενωπή βία, γι’ αυτό στρογγυλεύει το βίαιο και φασιστικό προφίλ των άγριων νομάδων που μάρσαραν όταν θύμωναν - αντίστοιχες ομάδες όπως οι Hells Angels ήταν ρατσιστικές και συχνά λίντσαραν παιδιά των λουλουδιών και Αφροαμερικανούς όπου τους έβρισκαν ανυπεράσπιστους. Από την άλλη θέλει, να δείξει τη σκοτεινή πλευρά του αρσενικού σμήνους, που ξημεροβραδιάζεται στα μπιλιαρδάδικα, και γι’ αυτό μετακυλά το δραματουργικό βάρος στην Κάθι (την υποδύεται η Τζόντι Κόμερ του «Killing Eve»), μια γυναίκα που ερωτεύτηκε τον πιο βίαιο και αινιγματικό από όλους, τον Μπένι (Όστιν Μπάτλερ), ο οποίος είναι και ο προστατευόμενος του Τζόνι (Τομ Χάρντι) που είναι και ο ιδρυτής της λέσχης. Ο Τομ Χάρντι κάνει ό,τι μπορεί για να παίξει έναν βαρύ κι ασήκωτο ήρωα που δεν αυτοπροσδιορίζεται από τίποτα και λειτουργεί ως ζωντανό αντίτυπο του Μάρλον Μπράντο στον «Ατίθασο». Από την άλλη, ο Όστιν Μπάτλερ προσπαθεί να μας πείσει ότι μπορεί να παίξει κάτι διαφορετικό από έναν μίμο του Έλβις (δεν έχει αποτινάξει από πάνω του τον ρόλο του στην ταινία του Μπαζ Λούρμαν) και προσπαθεί να υποδυθεί ένα αδάμαστο αγρίμι της ασφάλτου που θα έπρεπε να μοιάζει με αντίλαλο του Τζέιμς Ντιν στον «Επαναστάτη χωρίς αιτία», όμως στην οθόνη βγαίνει σαν αποτοξινωμένος Μάικλ Μάντσεν ή ακόμη χειρότερα σαν ζοχαδιασμένος Λουκ Πέρι.

Τελικά, ο Νίκολς, παρά τα σκορσεζικά δάνεια στο μοντάζ και στην προσεγμένη ανασύσταση της εποχής, δεν εμβαθύνει ούτε στον ομοερωτισμό ούτε στις ρίζες της αντίδρασης ούτε στην ιδεολογία (ή την απουσία της) αυτού του παράξενου φρούτου της αμερικανικής αντικουλτούρας και οι «Μηχανόβιοι» δεν ξεπερνούν τα όρια ενός ανθρωποκεντρικού δράματος με ροκαμπίλι διάκοσμο και εύσχημο ρομαντισμό.

Ακαμπτο δράμα για τα βάρη των τραυμάτων

Μνήμη (Memory) **1/2

Σκηνοθεσία: Μισέλ Φράνκο

Πρωταγωνιστούν: Τζέσικα Τσαστέιν, Πίτερ Σάρσγκαρντ, Τζέσικα Χάρπερ

memory

Μια κοινωνική λειτουργός που κουβαλάει σοβαρά ψυχικά τραύματα από το παρελθόν ζει σε μια φτωχογειτονιά μαζί με την κόρη της και βοηθάει τους πρώην αλκοολικούς να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Ένα βράδυ, φεύγοντας από κάποιο σχολικό reunion, ένας άγνωστος άνδρας θα την ακολουθήσει μέχρι το κατώφλι της και θα μείνει εκεί έξω όλη τη νύχτα. Η ηρωίδα θα διαπιστώσει ότι ο άνδρας αυτός βρίσκεται στα πρώτα στάδια της άνοιας.

Ο Μεξικανός σκηνοθέτης έχει την τύχη να έχει στη διάθεσή του δύο υπέροχους ηθοποιούς σε μεγάλη φόρμα: την Τζέσικα Τσαστέιν με τη γειωμένη σωματική κίνηση και την ευσπλαχνία στα μάτια και τον Πίτερ Σάρσγκαρντ με το θολό βλέμμα και τη ματαιωμένη αξιοπρέπειά του. Αντί, όμως, ο σκηνοθέτης να αφήσει χώρο για να αναπτυχθεί το συναισθηματικό δράμα ανάμεσα σε μια γυναίκα, που το φάντασμα της μνήμης την κυνηγά σαν αόρατη γκιλοτίνα, και σε έναν άνδρα, που το μαύρο σκοτάδι της αμνησίας του μαυρίζει το παρόν του, φέρεται συμπλεγματικά (μην και τον χαρακτηρίσει κανείς ξεπουλημένο στο Χόλιγουντ) και δεν επιτρέπει τίποτα τρυφερό να παρεισφρήσει στον σκληροτράχηλο, κλινικό, φεστιβαλικό στοχασμό σχετικά με τους τρόπους που οι ακανθώδεις μνήμες απειλούν τη συναισθηματική ισορροπία και την ψυχική υγεία. Βέβαια, μέσα στο αγέλαστο και σκληρόπετσο σύμπαν της ταινίας υπάρχουν μερικές σκηνές ερμηνευτικού μεγαλείου, ιδιαίτερα στις σιωπηλές στιγμές όπου οι δυο άνθρωποι προσπαθούν να διανύσουν τις γκρεμισμένες γέφυρες που τους χωρίζουν.

Ιστορία ενηλικίωσης με μεγάλους κυνόδοντες

Aνθρωπίστρια βρικόλακας αναζητά αυτοκτονικό άτομο (Humanist vampire seeking consenting suicidal person) ***

Σκηνοθεσία: Αριάν Λουί-Σεζ

Πρωταγωνιστούν: Σαρά Μονπετί, Φελίξ-Αντουάν Μπενάρ, Στιβ Λαπλάντ, Σοφί Καντί

Μία έφηβη βαμπίρ δεν είναι σε θέση να σκοτώσει για να πιει το ανθρώπινο αίμα που χρειάζεται και αυτό ανησυχεί τους γονείς της. Μια λύση στο πρόβλημα ίσως βρεθεί στο πρόσωπο ενός συνομήλικού της που έχει τάσεις αυτοκτονίας. Ενώ το ποιοτικό σινεμά με βρικόλακες από τα μεγάλα στούντιο δείχνει να αναπαύεται οριστικά στο φέρετρό του, από το arthouse κύκλωμα συχνά προκύπτουν αξιόλογες ταινίες και μάλιστα με υπέροχους τίτλους: «Μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί», «Άσε το Κακό να μπει», «Ένα κορίτσι γυρίζει σπίτι μόνο του τη νύχτα» κ.τ.λ. Εξίσου υπέροχος είναι και ο τίτλος αυτής της παράδοξης ιστορίας ενηλικίωσης της Αριάν Λουί-Σεζ, η οποία ψάχνει να βρει τη συμπόνια και την κατανόηση μεταξύ ρομαντικών και επαναστατημένων νέων που αμφισβητούν τις επιλογές που έχουν κάνει οι γονείς τους και προσπαθούν να έχουν τη δική τους ταυτότητα σε έναν κόσμο που επιβάλλει μόνο τη συμμόρφωση.

Αυτή είναι μια χαμηλών τόνων, μακάβρια νεανική κωμωδία για την παραίτηση και τον θάνατο, που διαχειρίζεται με προσοχή τα ευαίσθητα θέματά της και μας χαρίζει μια ανέλπιστη ιστορία αγάπης ανάμεσα σε ένα εσωστρεφές βαμπίρ και σε ένα πρόθυμο θύμα, που επανανοηματοδοτεί την έννοια της... αιμοδοσίας και την ανάγει σε ύψιστη πράξη αλληλεγγύης.

Μια πρώτη κυρία σε κρίση

H κυρία του Προέδρου (Bernadette) **

Σκηνοθεσία: Λέα Ντομενάκ

Πρωταγωνιστούν: Κατρίν Ντενέβ, Ντενί Πονταλιντέ, Σάρα Ζιροντό

Η κυρία του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, η Μπερναντέτ Σιράκ, τη στιγμή που θα φτάσει στο Μέγαρο των Ηλυσίων θα αντιληφθεί πως όλοι την αντιμετωπίζουν ως μια ξοφλημένη. Η ίδια, αντιδρώντας στη γενικότερη απαξίωση, θα οργανώσει μια περιοδεία στην επαρχία για τοπικές εκλογές προκειμένου να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα της, την οποία είχε παραμελήσει. Παράλληλα θα προχωρήσει σε παρασκηνιακές μεθοδεύσεις για να αποκτήσει ξανά ρόλο επιρροής και να ανατρέψει την ταμπέλα της άχαρης συνοδού ενός ισχυρού πολιτικού άνδρα.

Η έκρυθμη πολιτική κατάσταση στη Γαλλία μετά τις ευρωεκλογές καθιστά επίκαιρη αυτή την ανάλαφρη δραμεντί, όμως ταυτόχρονα μας κάνει να αντιμετωπίσουμε με μεγαλύτερη αυστηρότητα τις προθέσεις των δημιουργών, που έφτιαξαν την ταινία ακριβώς την εποχή που θεριεύει η Ακροδεξιά της Λεπέν και διεκδικεί την πλήρη επικράτηση. Σε μια σκηνή, μάλιστα, βλέπουμε την Μπερναντέτ να προειδοποιεί για την άνοδο του Εθνικού Μετώπου και τους αλαζόνες αυλικούς του Γάλλου Προέδρου να την αγνοούν. Το σενάριο αποπειράται να εξιστορήσει τα γεγονότα που επηρέασαν την πολιτική αφύπνιση της πρώτης κυρίας και πώς αυτή κατέληξε να μιλάει δημόσια για την εκμετάλλευση των γυναικών και τα προβλήματα της αληθινής κοινωνίας. Ωστόσο, ας σημειωθεί πως η Μπερναντέτ Σιράκ παρέμεινε αμετανόητα συντηρητική και αντιφεμινίστρια μέχρι τέλους και η πληγωμένη της αξιοπρέπεια ως μάνα και σύζυγος δεν μπορεί να συσχετιστεί με τις ταξικές ανισότητες που άμβλυνε η προεδρία του συζύγου, παρά τη γοητεία που φέρει η αριστοκρατική και επιβλητική παρουσία της Κατρίν Ντενέβ. Ελπίζω όταν το Χόλιγουντ αποφασίσει να κάνει ταινία τη ζωή της Χίλαρι Κλίντον, να τα καταφέρει καλύτερα.

Εγώ, ο Ρένος

Νυχτερινός εκφωνητής *1/2

Σκηνοθεσία: Ρένος Χαραλαμπίδης

Πρωταγωνιστούν: Ρένος Χαραλαμπίδης, Ελευθερία Στάμου, Μαργαρίτα Αμαραντίδη

Ενας ραδιοφωνικός εκφωνητής της νυχτερινής ζώνης φτάνει στο κατώφλι των πενήντα. Αυτή η υπαρξιακή συνειδητοποίηση τον οδηγεί στην αναζήτηση της υπόσχεσης ενός χαμένου έρωτα μέσα από τα ερτζιανά. Ο φτωχός και τίμιος ραδιοφωνατζής νιώθει πως έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για μια μετέωρη υπόσχεση που έδωσε μια χορεύτρια πριν από τριάντα χρόνια σε έναν εύζωνα και αποφασίζει να στείλει ένα σήμα εκεί έξω μέχρι να την εντοπίσει.

Ο Ρένος Χαραλαμπίδης επιστρέφει μετά από απουσία αρκετών χρόνων για να σκηνοθετήσει τον Ρένο Χαραλαμπίδη και να μιλήσει για τις ρομαντικές αγωνίες του Ρένου Χαραλαμπίδη μέσα από μια έντεχνη κινηματογραφική καντάδα προς τον ίδιο του τον εαυτό, ο οποίος πλέον εκφράζεται ως ραδιοφωνικός παραγωγός σε αθηναϊκό σταθμό. Ο Ρ. Χαραλαμπίδης (ο ίδιος) μέσα απ’ το αυτοαναφορικό του φιλμ κάνει τα πάντα για να μας αποδείξει ότι είναι ένας μποέμ που τον άφησε πίσω το σύστημα γιατί δεν ξεπούλησε την αναλογική του καρδιά. Και επικοινωνεί αυτή την έκκληση προς έναν συμβολικό έρωτα της νιότης του μέσα από κασετοφωνάκια, γραμμόφωνα, γρατσουνισμένα βινύλια, που παίζουν από τζαζ μέχρι άριες του Ζορζ Μπιζέ, αλλά και μέσα από παλιές κασέτες αυτόματου τηλεφωνητή. Ο Ρ. Χαραλαμπίδης όταν αυτο-σκηνοθετείται, αντιλαμβάνεται το μόνιτορ σαν έναν ιδεώδη καθρέφτη της εικόνας του. Αποδομεί και ανυψώνει, λοιπόν, με την ακίνδυνη άνεση που του επιτρέπει η περισσή του αυταρέσκεια, το κινηματογραφικό του είδωλο σε μια γλυκόπικρη ενδοσκόπηση.

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ

Ο ηδονοβλεψίας (Peeping Tom) ****1/2

Σκηνοθεσία: Μάικλ Πάουελ

Πρωταγωνιστούν: Καρλ Μπεμ, Άνα Μάσεϊ, Μαξίν Όντλεϊ, Μόιρα Σίρερ

Ενας διαταραγμένος νέος γεμάτος απωθημένα, με μια φετιχιστική εμμονή με το φιλμ και την κάμερα, στοχοποιεί τυχαίες ανυπεράσπιστες γυναίκες και στη συνέχεια τις σκοτώνει με τον φακό του. Ο κορυφαίος ίσως Άγγλος σκηνοθέτης που εργάστηκε στην πατρίδα του, ο Μάικλ Πάουελ, ύστερα από την παύση της συνεργασίας του με τον Έμερικ Πρεσμπέργκερ υπέγραψε ένα αριστουργηματικά νοσηρό φιλμ, όπου η κινηματογραφική κάμερα μετατρέπεται σε φονικό σεξουαλικό αντικείμενο και ο φακός απαθανατίζει τη φρίκη. Ο αρρωστημένος νέος (τον υποδύεται χωρίς καμία υπερβολή ο Καρλ Μπεμ) βλέπει σε φιλμ τις πράξεις του και την επόμενη ημέρα παριστάνει τον φωτορεπόρτερ στον χώρο του εγκλήματος. Αποφεύγοντας κάθε ίχνος εύκολου σοκ και προβλεψιμότητας, ο Μ. Πάουελ υπέγραψε ένα σκοτεινό σχόλιο για την ψυχασθενική φύση της ηδονοβλεψίας και την ενδυνάμωσή της μέσα από τη μεγεθυντική δύναμη του κινηματογράφου. Σκοτεινό διαμάντι του σινεμά φρίκης, που επηρέασε καθοριστικά τον Μάρτιν Σκορσέζε και τον Μπράιαν ντε Πάλμα, μεταξύ άλλων.

Στις σκιές των ξεχασμένων προγόνων ****

Σκηνοθεσία: Σεργκέι Παρατζάνοφ

Πρωταγωνιστούν: Ιβάν Νικολάιτσουκ, Τατιάνα Μπεστάγιεβα, Λαρίσα Καντοτσνίκοβα

Το λυρικό ποίημα του σπουδαίου Ρώσου δημιουργού Σεργκέι Παρατζάνοφ αποτελεί μία παραλλαγή στους φολκλορικούς μύθους με άξονα το έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Κάπου στα βουνά της Ουκρανίας, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ιβάν ερωτεύεται τη Μαρίτσκα, αν και ανήκουν σε αντιμαχόμενες οικογένειες. Όμως ο απαγορευμένος ηθικά έρωτάς τους έχει σοβαρό τίμημα. Ο Ιβάν προσπαθεί να ξεχάσει την αγαπημένη του, αλλά δεν τα καταφέρνει. Ούτε ο γάμος του με την όμορφη Παλάγκνα βοηθάει. Και η μόνη διέξοδος φαίνεται πως είναι η λύτρωση του θανάτου, εκεί που τον οδηγούν τα πνεύματα του δάσους.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL