Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
18.2°C22.0°C
1 BF 47%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
18 °C
14.7°C21.2°C
2 BF 57%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.0°C19.4°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
18.8°C21.5°C
1 BF 61%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
14.9°C18.4°C
2 BF 63%
Financial Times / Το τέλος της κρεοφαγίας;
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Financial Times / Το τέλος της κρεοφαγίας;

Των Εμίκο Τεραζόνο και Λέσλι Χουκ, Λονδίνο και Τομ Χάνκοκ, Σαγκάη

Το Σμίθφιλντ υπερηφανεύεται ότι αποτελεί την παλαιότερη και μεγαλύτερη κρεαταγορά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ακόμη και στη διάρκεια του Μεσαίωνα πραγματοποιούνταν εκεί αγοροπωλησίες ζώων. Παρά όμως τους οκτώ αιώνες ιστορίας του, ο λονδρέζικος αυτός θεσμός βρέθηκε προσφάτως στο επίκεντρο της διαμάχης για το μέλλον του κρέατος όταν δέχτηκε εισβολή διαδηλωτών που κρέμασαν πανό το οποίο μετονόμαζε το κτήριο σε “Αγορά Φρούτων και Λαχανικών”.

“Η χορτοφαγία είναι το μέλλον” διακήρυξε ο Κριστιάνο Βιτέλι, ένας από τους διαδηλωτές του κινήματος Extinction Rebellion. “Είναι σαν τα τσιγάρα: Αν βρεις ένα τσιγάρο που δεν σου κάνει κακό, τότε είναι βέβαιο πως θα το δοκιμάσεις. Το ίδιο ισχύει για το κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα”.

Αν και η τοποθεσία της συζήτησης ήταν ασυνήθιστη, το μήνυμα γίνεται όλο και περισσότερο οικείο. Ιδίως στις ανεπτυγμένες χώρες, όπου η κατανάλωση κρέατος εμφανίζει σημάδια υποχώρησης εν μέσω ανησυχητικών μηνυμάτων για την υγεία και το περιβάλλον. Είναι κάτι που έχει τεράστιες συνέπειες για τον πλανήτη και την κτηνοτροφική αγορά, που εκτιμάται ότι ξεπερνά σε συνολική αξία τα 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Μπιφτέκια από σόγια

Λίγες μόλις εβδομάδες μετά το χάπενινγκ των διαδηλωτών, η εταιρεία Μοving Mountains έγινε ο πρώτος πωλητής που διαθέτει στην αγορά ένα υποκατάστατο κρέατος πουλώντας στο Σμίθφιλντ μπιφτέκια φτιαγμένα από υλικά όπως σόγια και αρακά.

“Νομίζω ότι είναι η φυσική εξέλιξη της αγοράς τροφίμων” δηλώνει ο Πολ Μαρτινέλι, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας που διαχειρίζεται την κρεαταγορά από τη δεκαετία του 1980. “Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για το προϊόν και οι πελάτες μας ζητούν πληροφορίες. Μπορεί να μην το επιλέγουν τις παραμονές των Χριστουγέννων αλλά έχουμε τέτοιου είδους συζητήσεις”.

Οι πωλήσεις υποκατάστατων κρέατος είναι ακόμη απειροελάχιστες σε σύγκριση με το αυθεντικό προϊόν. Στις ΗΠΑ, οι συνολικές πωλήσεις, ύψους 800 εκατομμυρίων δολαρίων, μέσα στο 2018-19 ωχριούν σε σύγκριση με μια αγορά κρέατος αξίας που αγγίζει τα 74 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την εταιρία συμβουλευτικής Good Food Institute. Όμως αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς.

Η τάση υπογραμμίζει την πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η αγορά κρέατος: στις ΗΠΑ και την Ευρώπη οι καταναλωτές μπορεί να μην στρέφονται στη χορτοφαγία αλλά πολλοί απ’ αυτούς τρώνε λιγότερο κρέας, ανεβάζοντας έτσι τα κέρδη για τους εναλλακτικούς παρόχους πρωτεϊνών, εταιρείες όπως η Impossible Foods και η Beyond Meats.

Η κατανάλωση βοδινού και χοιρινού έχει σταματήσει να αυξάνεται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ενώ τα διατροφικά είδη χορτοφαγίας και ο βιγκανισμός κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο στα ράφια των σουπερμάρκετ. Έρευνα της Whole Foods Market που διενεργήθηκε στη Βρετανία δείχνει ότι σχεδόν το 15% των χριστουγεννιάτικων γευμάτων ήταν φέτος απαλλαγμένα από το κρέας.

Εναλλακτικές πηγές πρωτεϊνών

Οι εταιρείες τροφίμων και τα εστιατόρια ανταποκρίνονται με νέα προϊόντα, ενώ μεγιστάνες της κτηνοτροφίας όπως η Tyson Foods και η Maple Leaf καθώς και πολυεθνικές όπως η Nestlé και η Unilever εισάγουν στην αγορά τις δικές τους εναλλακτικές πηγές πρωτεϊνών. Το Burger King προσφέρει πλέον στους πελάτες τους φυτικά μπέργκερ, ενώ η McDonald’s δοκιμάζει τις δικές της επιλογές που απευθύνονται στους χορτοφάγους.

Καθώς η κατανάλωση κρέατος -ιδίως του βοδινού- θεωρείται όλο και περισσότερο ως παράγοντας που συμβάλλει στις εκπομπές άνθρακα, την αποδάσωση και τη μεγάλη χρήση νερού, οι ειδικοί των τροφίμων, οι περιβαλλοντολόγοι και οι οικονομολόγοι της γεωργίας διερωτώνται πότε η κατανάλωση κρέατος θα φτάσει στο σημείο κορύφωσής της.

“Η ανάπτυξη επιβραδύνεται στις χώρες του ΟΟΣΑ. Ερχόμαστε όλο και πιο κοντά σε αυτό το σημείο” λέει ο Γιόζεφ Σμίντουμπερ, αναπληρωτής διευθυντής της υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών για τα τρόφιμα και τη γεωργία. “Στην Ινδία και τη Λατινική Αμερική, δεν περιμένουμε ταχεία ανάπτυξη. Αλλα ούτε στην Αφρική η κατανάλωση κρέατος αυξάνεται με τους ρυθμούς που περιμέναμε. Ακόμη και για την πτηνοτροφία, η μελλοντική ανάπτυξη θα είναι κάτω από τα επίπεδα του παρελθόντος”.

Οι ΗΠΑ, που παραμένουν ο μεγαλύτερος καταναλωτής κρέατος κατά κεφαλή, προβλέπεται να φτάσουν στο ψηλότερο σημείο τους το 2020 με 100 κιλά τον χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ. Η κατανάλωση θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο και την επόμενη δεκαετία. Η τάση προβλέπεται ότι θα είναι παρόμοια και στην Ε.Ε, όπου οι καταναλωτές έφαγαν πέρσι 71 κιλά κρέας ανά άτομο.

Ο παράγοντας κλιματική αλλαγή

Η υποχώρηση αυτή αποδίδεται κυρίως σε μελέτες που συνδέουν την υπερβολική κατανάλωση κρέατος με τα πάντα, από τον καρκίνο ώς τις καρδιακές παθήσεις. Πιο πρόσφατα όμως, ο κλιματικός αντίκτυπος της κτηνοτροφίας, κυρίως μέσω των αυξημένων εκπομπών μεθανίου, μπαίνει όλο και περισσότερο στο επίκεντρο. Με βάση την τελευταία έρευνα της επιτροπής του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή, η κτηνοτροφία (περιλαμβανομένης της χρήσης γης και ενέργειας καθώς και των μεταφορών) είναι υπεύθυνη για περίπου 10% των εκπομπών άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η επιτροπή EAT - Lancet παρουσίασε, τον περασμένο Ιανουάριο, επιστημονικούς στόχους για μια διατροφή που θα μπορούσε να ωφελήσει τόσο την υγεία των ανθρώπων όσο και το περιβάλλον. Η έκθεσή της, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ιατρικής επιθεώρησης "Lancet" και της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Eat Forum, ζητάει τη μείωση κατά 50% της κατανάλωσης τροφών όπως το κόκκινο κρέας και η ζάχαρη και την αύξηση της κατανάλωσης ξηρών καρπών, φρούτων και λαχανικών.

Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις για την υγεία και το περιβάλλον, “το επεξεργασμένο κρέας είναι επιζήμιο, ενώ τα λαχανικά είναι επωφελή” σημειώνει ο Μάικλ Κλαρκ, ένας από τους συντάκτες της έκθεσης. Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του αναζήτησαν διασυνδέσεις ανάμεσα σε ορισμένα τρόφιμα και ασθένειες, το προσδόκιμο ζωής, την κατανάλωση νερού και τις εκπομπές αερίων δείχνοντας ότι το κόκκινο και το επεξεργασμένο κρέας έχουν τις σοβαρότερες συνέπειες. Στόχος δεν είναι να δαιμονοποιηθεί το κόκκινο κρέας αλλά να ενθαρρυνθούν οι καταναλωτές να αναπροσαρμόσουν τις διατροφές τους, επισημαίνει ο Κλαρκ.

Τις εξελίξεις όμως παρακολουθούν από κοντά και οι επενδυτές. “Η κτηνοτροφία καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του αποτυπώματος των εκπομπών αερίων. Πλησιάζουμε ένα σημείο καμπής όπου οι εταιρείες κατανοούν τη σημασία αυτών των εκπομπών” τονίζει ο Πήτερ βαν ντερ Βερφ, μάνατζερ της εταιρείας Robeco, που διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ.

“Δεν θα φτάσω στο σημείο να ισχυριστώ ότι το κρέας είναι συγκρίσιμο με τα καύσιμα αλλά βλέπει κανείς έναν παραλληλισμό όσον αφορά το μεγάλο αποτύπωμά τους στις εκπομπές αερίων, κάτι που μετατρέπεται σε μειονέκτημα για τα επιχειρηματικά μοντέλα”, παρατηρεί.

Παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις επιπτώσεις της κατανάλωσης κρέατος στη Δύση, η τάση αναμένεται να γίνει αισθητή με βραδύτερους ρυθμούς στις αναδυόμενες αγορές. Ο Μπάρι Πόπκιν, καθηγητής Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνα, ειδικός στο πώς οι διατροφικές συνέπειες μεταβάλλονται παράλληλα με τις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές, αμφιβάλει ότι το κρέας θα χάσει σύντομα το κύρος του ως σύμβολο πλούτου και ευημερίας στις αναπτυσσόμενες χώρες.

“Δεν έχω αντιληφθεί κανένα είδος συζήτησης για το κλίμα και τα τρόφιμα στην Ασία και την Αφρική” δηλώνει ο καθηγητής Πόπκιν, σύμβουλος κυβερνήσεων που περιλαμβάνουν εκείνες της Κίνας, της Ινδίας και του Μεξικού. “Εχουμε μπροστά μας πολύ δρόμο πριν η συζήτηση αυτή αγγίξει αρκετούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο για να έχει αντίκτυπο” προσθέτει.

Ο ρόλος της Κίνας

Μια χώρα που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια κατανάλωση κρέατος είναι η Κίνα: στην πολυπληθέστερη χώρα του πλανήτη αναλογεί το ένα τρίτο της συνολικής κατανάλωσης, ακόμη και αν η κατά κεφαλή κατανάλωση βρίσκεται στο μισό επίπεδο εκείνου των ΗΠΑ. Κοινή έκθεση του ΟΟΣΑ/FAO δείχνει ότι η ζήτηση της χώρας για κρέας θα συνεχίσει να αυξάνεται. Η αύξηση αυτή αναμένεται όμως να επιβραδυνθεί σύντομα εξαιτίας των ανησυχιών για την υγεία και την κορύφωση του πληθυσμού της χώρας πριν φτάσουμε στο 2030.

H κινεζική κρατική ένωση για την εθνική διατροφή πρότεινε το 2016 τη μέγιστη κατανάλωση 27,3 κιλών κρέας ανά άτομο κάθε χρόνο, δηλαδή περίπου το μισό από το σημερινό μέσο επίπεδο. Και παρότι οι ελίτ των κινεζικών μεγαλουπόλεων μπορεί να μην προβληματίζονται τόσο για το περιβάλλον, οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις στην υγεία ολοένα και μεγαλώνουν.

Η αφρικανική γρίπη των χοίρων, ένας θανάσιμος ιός που εξολόθρευσε μεγάλους πληθυσμούς χοίρων στην Κίνα και τη νοτιονατολική Ασία, καθιστά το χοιρινό σπανιότερο για τους Κινέζους καταναλωτές.

Ακόμη όμως και πριν το ξέσπασμα, οι καταναλωτές είχαν μειώσει την κατανάλωση. Η κορύφωση της κατανάλωσης χοιρινού έφτασε το 2014 με περίπου 40 κιλά ανά άτομο καθώς οι καταναλωτές άρχισαν να διαφοροποιούν τη διατροφή τους στρεφόμενοι σε άλλα είδη κρέατος ή το ψάρι. Παραδόξως, το χοιρινό χάνει την αίγλη του για τις κινεζικές οικογένειες σε μια περίοδοόπου είναι περισσότερο διαθέσιμο και θα μπορούσε να καταναλώνεται καθημερινά αντί για δύο φορές την εβδομάδα.

Ωστόσο μπορεί να μην είναι η ζήτηση εκείνη που τελικά καθορίζει την κορύφωση της κατανάλωσης κρέατος, υποστηρίζουν οι αναλυτές. Περιορισμένη από την έλλειψη γης και νερού καθώς και την κλιματική αλλαγή, η βιομηχανική κτηνοτροφία και η καλλιέργεια μεγάλων εκτάσεων γης για ζωοτροφές δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστον, σημειώνει ο Μπαχίζ ελ Ράγιες, εταίρος της συμβουλευτικής εταιρείας AT Kearney.

“Η παραγωγή κρέατος από σφαγιασθέντα ζώα είναι επόμενο να μειωθεί” παρατηρεί προσθέτοντας: ¨Ο μοναδικός τρόπος να ικανοποιήσουμε τη ζήτηση είναι οι εναλλακτικές πηγές πρωτεΐνης”. Πολλοί ειδικοί του τομέα τροφίμων και της αγροβιομηχανίας συμφωνούν ότι υποκατάστατα όπως φυτικές πρωτεΐνες, κρέας που αναπτύσσεται από ζωικά κύτταρα, έντομα και μικροοργανισμοί αναμένεται να ικανοποιήσουν την αυξανόμενη ζήτηση.

Ο Ντέιβιντ Γιενγκ, συνιδρυτής της Green Common, μιας εταιρείας που παράγει τρόφιμα με φυτική βάση, είναι ένας από εκείνους που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν αυτή την αλλαγή. Δηλώνει ότι πολλά εστιατόρια στο Χονγκ Κονγκ, τη Σιγκαπούρη και την Ταιβάν χρησιμοποιούν σήμερα το Omnipork, ένα φυτικό υποκατάστατο χοιρινού που παράγει η εταιρεία του.

Τα προϊόντα της εταιρείας εισάγονται και στην ηπειρωτική Κίνα από τον περασμένο μήνα. “Τα κόστη έχουν ανέβει σε αστρονομικά ύψη” δηλώνει. “Και τα κόστη αυτά δεν μπορούν να μεταφερθούν στους καταναλωτές. Δεν μπορείς να διπλασιάσεις την τιμή ενός πιάτου. Επομένως δεν έχουν άλλη επιλογή από το να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές πρωτεϊνών”.

Μακροπρόθεσμα, η γρίπη των χοίρων θα μπορούσε να αλλάξει τη στάση των Κινέζων απέναντι στη βιομηχανική κτηνοτροφία και πρακτικές όπως η υπερβολική χρήση αντιβιοτικών και ορμονών, υποστηρίζουν οι ειδικοί.

“Καθώς οι άνθρωποι θα ενημερώνονται περισσότερο για την αντίσταση στα αντιβιοτικά, θα μετακινούνται προς κατευθύνσεις όπου δεν υπάρχουν τέτοιοι κίνδυνοι” δηλώνει ο Ντάριαν Μακμπέιν, επικεφαλής βιωσιμότητας της Thai Union, μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες θαλασσινών παγκοσμίως. “Η γρίπη των χοίρων θα μπορούσε να είναι καταλύτης για τις διατροφικές συνέπειες των Κινέζων” σημειώνει.

Βρισκόμαστε όμως στο αρχικό στάδιο. Η ανάπτυξη κρέατος από βλαστοκύτταρα ενδεχομένως να χρειαστεί άλλα πέντε χρόνια προτού το προϊόν να είναι διαθέσιμο στους καταναλωτές, ενώ η βιωσιμότητά του δεν έχει ακόμα δοκιμαστεί. Και ορισμένοι ειδικοί αμφισβητούν τα υποτιθέμενα οφέλη των υποκατάστατων κρέατος με φυτική βάση.

Ορισμένοι προβλέπουν πάντως ότι μέσα σε μια γενιά η αγορά κρέατος θα είναι εντελώς διαφορετική. Το ζωικό κρέας, που αποτελεί σήμερα βασικό είδος διατροφής για πολλούς, θα αποτελεί είδος “γκουρμέ”, καθώς οι φυσικοί πόροι ολοένα και θα σπανίζουν, σημειώνει ο ελ Ρέγιες. “Το να τρως κρέας το 2040 θα αποτελεί πολυτέλεια” προσθέτει. “Θα είναι ένα προϊόν που θα πωλείται σε πολύ υψηλότερη τιμή”.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL