Live τώρα    
19°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
17.3°C19.3°C
3 BF 53%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
13 °C
10.8°C14.6°C
3 BF 65%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
16.0°C16.0°C
3 BF 75%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.6°C19.1°C
3 BF 76%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
14.6°C15.7°C
2 BF 69%
Κλαούντιο Αμπάντο: Τίτλοι τέλους για τον μαέστρο που γνώριζε να ακούει
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κλαούντιο Αμπάντο: Τίτλοι τέλους για τον μαέστρο που γνώριζε να ακούει

Αν και γεννήθηκε σε οικογένεια μουσικών, έμαθε νωρίς από τον παππού του να αφουγκράζεται τη σιωπή. Και όχι μόνο! Ο ίδιος αυτός πρόγονος από την πλευρά της μητέρας του, καθηγητής αρχαίων πολιτισμών στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, υπήρξε παράδειγμα ζωής στον μικρό για ανοιχτούς ορίζοντες και το κόστος της υπεράσπισής τους, αφού ο αφορισμός του γέροντα από την Καθολική Εκκλησία προκαθόρισε και την ισόβια σχέση του εγγονού με την ιταλική Αριστερά. Άνθρωπος χαμηλών τόνων, με απαρέσκεια στις συγκρούσεις, αλλά και με χάρισμα για την παρακαμπτήρια προώθηση των στόχων του, ο Claudio Abbado (1933-2014), «ενδεχομένως όχι ένας από τους μεγαλύτερους, αλλά ασφαλώς από τους καλύτερους μαέστρους» της υφηλίου, κατά τον Andrew Clark των Financial Times, έφυγε από τη ζωή στη Μπολόνια, περιστοιχισμένος από τα πρόσωπα ενός οικογενειακού περιβάλλοντος που περιλάμβανε 2 συζύγους, μιαν ερωμένη (τη διεθνούς φήμης βιολονίστα Viktoria Mullova) και 4 παιδιά, 3 εντός και 1 εκτός γάμων. Ο θάνατός του αιφνιδίασε όχι μόνο τους Αθηναίους, που ανέμεναν ως ευλογία την προγραμματισμένη για την τρέχουσα καλλιτεχνική περίοδο εμφάνισή του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, αλλά και την παγκόσμια μουσική κοινότητα. Ανθρώπους που με ανακούφιση είχαν αντιμετωπίσει, λίγα χρόνια νωρίτερα, την ανέλπιστη, αλλά όπως αποδείχθηκε προσωρινή, ανάρρωσή του από έναν καρκίνο του στομάχου, που δεν πλήγωσε μόνο τα λεπτά νεανικά χαρακτηριστικά του αριστοκρατικού προσώπου, αλλά και χάραξε καθοριστικά το βιωματικό υπόβαθρο των μουσικών του επιδόσεων, χαρίζοντας την πατίνα της μουσικής διαθήκης σε μια σειρά ντοκουμενταρισμένων μουσικών γεγονότων με επίκεντρο, κυρίως, τη Λουκέρνη της Ελβετίας.

Σε αυτήν την ήρεμη ορεινή μητρόπολη είχε εγκαινιάσει, από δεκαετιών, περιώνυμο και ανθεκτικό στον χρόνο Φεστιβάλ ο συμπατριώτης και ομότεχνός του Αρτούρο Τοσκανίνι, δοκιμές του οποίου είχε παρακολουθήσει ο Αμπάντο στη γενέτειρά του, το Μιλάνο, καταλήγοντας να αποστρέφεται το δεσποτικό ύφος ορχηστρικής διακυβέρνησης του προκατόχου του. Η δική του φυσική ροπή δεν είχε σχέση με τον αυταρχισμό της μπαγκέτας του Φανατικού, τον ρομαντικό μαγνητισμό του αντίποδα Φούρτβαίγκλερ, που επίσης νεαρός είχε παρακολουθήσει σε πρόβες, ή την επικοινωνιακή αποθέωση του Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν, τον οποίο, χωρίς καν να το επιδιώξει, διαδέχθηκε στο πηδάλιο της περιζήτητης Φιλαρμονικής του Βερολίνου.

Με κλίση στην ανθρωποκεντρική μουσική ιδιοσυγκρασία ενός Μπρούνο Βάλτερ, ο Αμπάντο έμαθε μουσική αρχικά από την πιανίστρια μητέρα του και συνδύασε, εν συνεχεία, τα νάματα της περιώνυμης Accademia Chigiana με την πραγματιστική εκπαιδευτική καθοδήγηση του -φημισμένου περισσότερο ως παιδαγωγού μαέστρων- αρχιμουσικού Hans Swarowsky, μαθητή, παρεμπιπτόντως, του Richard Strauss, του Schoenberg και του Webern, γεγονός που εξηγεί το εξ απαλών ονύχων ισόβιο ενδιαφέρον του Ιταλού για τη βιεννέζικη παράδοση του 19ου και του 20ού αιώνα.

Αν και χωρίς τη θορυβώδη ιταλική εξωστρέφεια του χαρακτήρα, ο Αμπάντο αγωνίσθηκε με συνέπεια για την προσβασιμότητα της μεγάλης μουσικής στην εργατική τάξη και οργάνωνε τις δοκιμές του χωρίς επιβολή προαποφασισμένων ερμηνευτικών κατευθύνσεων. Ακόμη περισσότερο από τη συζήτηση, ενθάρρυνε τους μουσικούς να ακούν αλλήλους, μια πρακτική με ενίοτε θεαματικά αποτελέσματα στις βραδιές της παράστασης. Αυτή η ταπεινότητα έναντι της μουσικής δεν τον προοιώνιζε για τις μεγάλες θέσεις που εν τέλει κατέλαβε, στη Φιλαρμονική και την Κρατική Όπερα της Βιέννης, στη Σκάλα του Μιλάνου, της οποίας υπήρξε αξιομνημόνευτος καλλιτεχνικός διευθυντής από το 1968 έως το 1986, στη Συμφωνική του Λονδίνου και του Σικάγου (στη σκιά ενός δαιμονιώδους Σόλτι!), και πάντως δεν κατέστησε ανεξίτηλο το διοικητικό στίγμα της παρουσίας του, που παρέμεινε εν πολλοίς μεταβατική. Υπήρξε όμως η αφετηρία για τη συγκρότηση μιας κουλτούρας οιονεί μουσικής δωματίου στη σύμπραξη γύρω απ' το πρόσωπό του, που απέφερε σημαντικούς καρπούς, όπως τη δημιουργία των Ορχηστρών Νέων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και «Γκούσταφ Μάλερ» και, αργότερα, εκείνης του Φεστιβάλ της Λουκέρνης, σχηματισμό που απαρτίσθηκε από διάσημους μουσικούς, συμπράττοντες σε εθελοντική βάση και με κοινό παρονομαστή τη διήθηση της ολοκληρωτικής αγάπης τους προς τη μουσική μέσα από τη δική του ενωτική προσωπικότητα. Σε όλους αυτούς, και σε μάς που σφράγισε η διακριτική ουσία της συνεισφοράς του μέσα από συναυλίες και δίσκους (από τον Μπαχ ως τον Ροσσίνι και από τον Βέρντι μέχρι τον Μάλερ, τον Προκόφιεφ και τον Μπεργκ), η απουσία του θα είναι αισθητή και δυσαναπλήρωτη.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL