Live τώρα    
22°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
22 °C
20.2°C23.5°C
2 BF 43%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
20 °C
16.6°C22.9°C
2 BF 45%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
17.1°C21.5°C
2 BF 64%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
20.2°C21.1°C
1 BF 62%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
17.9°C17.9°C
0 BF 59%
Ο Τσέχωφ μετά τη Σαχαλίνη
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ο Τσέχωφ μετά τη Σαχαλίνη

Πόσο «ελληνική» μπορεί να είναι, στο βάθος της, η διάνοια του Τσέχωφ; Ας μου επιτραπεί να κάνω, με αφορμή τις «Τρεις αδελφές», μια υπόθεση εργασίας. Γνωρίζουμε ότι ο Τσέχωφ, καθιερωμένος πια συγγραφέας, κάθε φορά που επέστρεφε στο Ταγκανρόγκ, τη γενέθλια πόλη του, επισκεπτόταν την ελληνική βιβλιοθήκη και, με όση γνώση νέων ελληνικών διέθετε, επιχειρούσε να διαβάσει στο πρωτότυπο αρχαιοελληνικές τραγωδίες.

Ας υποθέσουμε ότι ο Τσέχωφ, σε μια από αυτές τις επισκέψεις, πήρε στα χέρια του την «Εκάβη» του Ευριπίδη. Την άνοιξε στο χωρίο όπου ο ποιητής περιγράφει τη γενναία στάση της Πολυξένης όταν οι Αχαιοί ετοιμάζονται να την προσφέρουν ως θυσία στον τάφο του Αχιλλέα. Η αιχμάλωτη πριγκήπισσα δηλώνει ότι θέλει να βαδίσει μόνη στον θάνατο χωρίς να την αγγίξει κανείς, για να πεθάνει «βασιλικά» και να κερδίσει, έτσι, τη θέση που της αξίζει στον Κάτω Κόσμο. Ο χορός την αποχαιρετάει με αυτά τα λόγια: «Εσύ θα πας αρχόντισσα στον Άδη και εμείς θα ζούμε σκλάβες μέσα στο φως» («...ημείς δε εν φάει δουλεύσομεν»).

Ας κάνουμε την περαιτέρω υπόθεση ότι ο Τσέχωφ στάθηκε στην αιχμή της φράσης, το αμείλικτο «εν φάει δουλεύσομεν». Ας υποθέσουμε ξανά ότι, με τη στοιχειώδη γνώση νέων ελληνικών, έδωσε στο ρήμα νεοελληνική σημασία: «θα δουλέψουμε... μέσα στο φως».

Η σκέψη μας πηγαίνει στην αμφίσημη φράση που επανέρχεται ως μοτίβο στις «Τρεις αδελφές»: «Θα δουλέψουμε... θα δουλέψουμε». Να «άστραψε», άραγε, η σημαδιακή αυτή φράση του Τσέχωφ από τη μοιραία συνάντησή του με τον Ευριπίδη; Ένας λόγος προφητικός για τη μοίρα του Ρώσου, αλλά και του ανθρώπου γενικότερα, σήμερα μάλιστα που τα σύνορα ανάμεσα στις λέξεις δουλειά και δουλεία, έχουν πια σχεδόν καταργηθεί;

Και το χρυσό φως που διακρίνουν οι τρεις αδελφές να λάμπει στον ορίζοντα; Ποια είναι άραγε η πηγή του; Να είναι, ίσως, μια θαυματουργή μεταμόρφωση σε φως ελέους, του ανελέητου, ελληνικού, απολλώνιου, κάθετου, «μαύρου» φωτός, που ο Τσέχωφ μετέλαβε διασχίζοντας το Αιγαίο, στο ταξίδι επιστροφής του από τη Σαχαλίνη, το νησί των καταφρονεμένων ψυχών; ΄Ενα ταξίδι που ήταν για εκείνον μια οδυσσεϊκή κατάβαση, ζωντανού, στον Άδη.

Το έργο δεν είναι ούτε καθαρή κωμωδία ούτε δράμα. Χωρίζει τις δύο συνισταμένες του μια λεπτή διαχωριστική γραμμή. Ο «φωτισμένος», όχι απλά «διαφωτισμένος», μετά τη Σαχαλίνη, Τσέχωφ μοιάζει σαν να θέλει να περάσει ένα μήνυμα στους ήρωές του, νεόκοπους του ρομαντισμού, μεγάλα παιδιά χωρίς προστατευτικά αντισώματα, ανίκανους γι' αυτό να διαχειριστούν το συναίσθημα και το χρήμα. Τους καλεί να πάρουν γενναία τη ζωή στα χέρια τους και να μην αφήνονται στην τυφλή μοίρα. Δεν τους κατακρίνει για την αδράνεια και την αβουλία τους, τους κατανοεί και τους συμπονεί. Ούτε τους αναγορεύει σε ήρωες, θετικούς η αρνητικούς. Τους «δείχνει» κάτω από ένα ακατάτμητο, μεταμορφωμένο, δίκαιο φως ελέους, που δεν πολώνει.

Αυτό το λάθος, συνηθισμένο σε ελληνικές ή ξένες παραστάσεις Τσέχωφ, την πόλωση των χαρακτήρων, αποφεύγει σχολαστικά η σκηνοθεσία των «Τριών αδελφών» του Δημήτρη Μυλωνά στο θέατρο Tempus en Verum, σε ωραία, στέρεη μετάφραση των Αλέξανδρου Ίσαρη και Γιώργου Δεπάστα. Δεν επιχειρεί να τετραγωνίσει τον κύκλο εξηγώντας λογικά τη συμπεριφορά των ηρώων. Τονίζει, αντίθετα, την απροσδιοριστία και τη ρευστότητα, διατηρεί την πολυπλοκότητα και την ποικιλοχρωμία τους. Δεν εγκλωβίζεται στη «ρωσική περίπτωση» αλλά έχει μια οικουμενικότερη ματιά. Χωρίς να προσγειώνει το έργο απόλυτα στο σήμερα, του δίνει διάσταση διαχρονική, από την οποία δεν λείπουν, δυστυχώς, κάποιες υπερβολές.

Δεν θέλω να μείνω σε λεπτομέρειες. Η σκηνοθεσία έχει μια σοβαρή νεοτερική πρόταση και την καταθέτει με ενάργεια. Συλλογική δουλειά με άξονα τον μουσικά δομημένο λόγο, ισοκέφαλα μοιρασμένο ανάμεσα σε δώδεκα ικανούς ηθοποιούς χωρίς διάκριση πρώτων - δεύτερων ρόλων, που συγκροτούν μια άτυπη, εντελή «ορχήστρα δωματίου» με όργανα το ασκημένο σώμα και την καλλιεργημένη φωνή τους, σε άψογο συνδυασμό. Οι Εύα Γαλογαύρου, Κωνσταντίνος Δημητρακάκης, Νατάσα Ζαγκλή, Πάρις Θωμόπουλος, Σπύρος Κυριαζόπουλος, Ευθύμης Μπαλαγιάννης, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Βιβή Πέτση, Χρήστος Πλαΐνης, Νατάσα Σαραντοπούλου, Ελεάνα Στραβοδήμου, Γιώργος Χουλιάρας. Σκηνικά - κοστούμια της Δήμητρας Λιάκουρα, φωτισμοί λειτουργικοί Άννας Σμπώκου, μουσική Παύλου Κατσίβελη, κίνηση Νατάσας Σαραντοπούλου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL