Live τώρα    
12°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αραιές νεφώσεις
12 °C
10.3°C12.4°C
4 BF 85%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
12 °C
10.4°C13.3°C
3 BF 65%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
13 °C
12.0°C13.2°C
2 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
14.8°C16.6°C
3 BF 61%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
11 °C
10.9°C11.3°C
0 BF 93%
Λυδία Φωτοπούλου: / Λυδία Φωτοπούλου: "Η Μάνα Κουράγιο θα επιβιώνει για πάντα"
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Λυδία Φωτοπούλου: / Λυδία Φωτοπούλου: "Η Μάνα Κουράγιο θα επιβιώνει για πάντα"

Συνέντευξη στη Μάνια Ζούση

“Η Άννα Φίρλινγκ είναι ένα φοβερό θεριό. Όταν κάποιες στιγμές η Μάνα Κουράγιο με τρομάζει, γιατί αυτά τα πλάσματα κάποιες στιγμές σε τρομάζουν, σκέφτομαι ότι αυτό που ζω προσπαθώντας να την πλησιάσω δεν είναι τίποτα μπροστά στους ανθρώπους που βιώνουν σήμερα έναν πόλεμο” εξηγεί η ηθοποιός Λυδία Φωτοπούλου, που επιστρέφει ύστερα από οκτώ χρόνια στη Θεσσαλονίκη, την πατρογονική της πόλη, για να ερμηνεύσει τη “Μάνα Κουράγιο”, του Μπρεχτ που παρουσιάζεται στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε σκηνοθεσία Νικίτα Μιλιβόγεβιτς.

Με έντονο αίσθημα αυτοσυντήρησης και εντυπωσιακή προσαρμοστικότητα, παμπόνηρη, σκληρή, αθυρόστομη, μάνα τριών παιδιών από διαφορετικούς πατέρες, η Μάνα Κουράγιο είναι η δαιμόνια εμπόρισσα που αγωνίζεται για να επιβιώσει επιστρατεύοντας κάθε μέσο κατά τη διάρκεια δώδεκα χρόνων ενός τριακονταετούς πολέμου. Έχει εξοικειωθεί τόσο με τον πόλεμο και το κέρδος που αποκομίζει απ’ αυτόν, που μια πρόσκαιρη ειρήνη τη βυθίζει σε θλίψη. Ο πόλεμος είναι το ψωμί της και, αφού δεν μπορεί να τον αποφύγει, τον αντιμετωπίζει με θάρρος. «Αν πρέπει να περπατήσουμε στον θάνατο», λέει, «θέλουμε τουλάχιστον καλά παπούτσια». Ακολουθεί σταθερά τον στρατό με το κάρο της και ζει παρασιτικά από τον πόλεμο.

“Είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε ένα τέτοιο έργο προσπαθώντας να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο και με την εποχή μας. Σκέφτομαι πολλές φορές ότι το πραγματικό θεριό είναι έξω και όχι μέσα στο θέατρο. Και είναι όλοι όσοι υποφέρουν από τους πολέμους, τους ξεριζωμούς, τις εκτοπίσεις” σημειώνει η γνωστή ηθοποιός. Και ξεχωρίζει μια σκηνή από την παράσταση όπου η Μάνα λέει πως, αν μπορούσε να βρει ένα μέρος που δεν πέφτουν πυροβολισμοί, εκεί θα ήθελε να περάσει μερικά ήσυχα χρόνια. “Αναρωτιέμαι πώς μπορώ να πω κάτι που δεν ισχύει, καθώς ένα τέτοιο μέρος χωρίς πόλεμο δεν υπάρχει”.

Η Λυδία Φωτοπούλου γοητεύεται από την Άννα Φίρλινγκ. Το χιούμορ και την αυθάδειά της, όπως λέει. “Με γοητεύει το πώς ο Μπρεχτ δημιούργησε αυτή τη γυναίκα, το πώς έφτιαξε ένα τέτοιο πλάσμα. Απίστευτα αληθινή, φοβερά ζωική, μέσα στον πόλεμο ζει, ερωτεύεται, κάνει παιδιά, αγοράζει και πουλάει τα πάντα. Δεν μπορείς να την κατατάξεις. Είναι πλασμένη από χιλιάδες αντιφάσεις”.

Το έργο «Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της» δεν είναι μια αντιπολεμική προπαγάνδα, ούτε ένα αντιπολεμικό δράμα, όπου προβάλλονται οι καταστροφές του πολέμου και οι συμφορές των απλών ανθρώπων. Ο Μπρεχτ απεικονίζει τον ρόλο που παίζουν οι απλοί άνθρωποι στον πόλεμο χωρίς να τους παρουσιάζει μόνο σαν θύματα, αλλά πολλές φορές και σαν δράστες. Δεν τους κατατάσσει στους αθώους. Έχουν κι αυτοί την ενοχή τους, μόνο που γι' αυτή υπεύθυνη είναι η ανάγκη.

«Ο Μπρεχτ τοποθετεί τη 'Μάνα Κουράγιο' στον μακρινό πόλεμο του 1600. Σαν να θέλει να πει ότι αυτό το πρόσωπο θα επιβιώνει για πάντα. Σε ένα ανελέητο περιβάλλον” προσθέτει η ηθοποιός. “Όσο πιο ανελέητο γίνεται το περιβάλλον στο οποίο η Μάνα Κουράγιο καλείται να επιβιώσει, τόσο πιο ανελέητο γίνεται και εκείνη ως πρόσωπο. Χρησιμοποιεί δηλαδή τα ίδια μέσα της εποχής και του κοινωνικού περίγυρου. Σε μια τέτοια εποχή καλούνται να επιβιώσουν η γυναίκα και τα τρία παιδιά της, που το καθένα έχει και από μία αρετή. Ο μεγάλος είναι ο τολμηρός, ο μεσαίος είναι ο έντιμος και η κόρη 'πάσχει' από γενναιοψυχία. Σε μια τέτοια εποχή, βέβαια, μια τέτοια αρετή είναι άχρηστη και δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά” σχολιάζει.

Η παράσταση του κλασικού αντιπολεμικού αριστουργήματος του Μπέρτολτ Μπρεχτ, που γράφτηκε το 1939, ενώ ο συγγραφέας βρισκόταν αυτοεξόριστος στη Σουηδία, σηματοδοτεί την επιστροφή στο ΚΘΒΕ έπειτα από 13 χρόνια και του Σέρβου σκηνοθέτη Νικίτα Μιλιβόγιεβιτς, που σκηνοθετεί το έργο σε νέα μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα.

«Ο Μιλιβόγεβιτς είναι ένας σκηνοθέτης που έχει ζήσει πρόσφατα τον πόλεμο στη χώρα του και έχει μια βιωματική προσέγγιση, εντονότερη και περισσότερη από εμάς. Μας έχει πει κατά καιρούς διάφορες ιστορίες. Κάνει ένα αφηγηματικό θέατρο, δεν ξοδεύεται σε έναν συναισθηματικό δρόμο» αναφέρει η πρωταγωνίστρια. O ίδιος μιλά για ένα «έργο που μπορεί να ερμηνευθεί όχι σαν ο παραλογισμός του πολέμου, αλλά σαν ο παραλογισμός της απληστίας, καθώς είναι μία από τις σημαντικότερες πληγές της κοινωνίας μας».

Η Μάνα Κουράγιο είναι μια αντι-ηρωίδα και ο ίδιος ο Μπρεχτ σημείωνε για αυτήν πως «...Έγινε πολύ λόγος για το ότι δεν μαθαίνει τίποτε από την αθλιότητά της. Λίγοι αντιλήφθηκαν ότι αυτό ήταν το πιο πικρό και μοιραίο δίδαγμα του έργου».

“Πολλοί θεωρούν πως είναι το πρόσωπο του καπιταλισμού” λέει η Λυδία Φωτοπούλου. “Ο ίδιος ο Μπρεχτ έλεγε πως θα ήθελε να ήταν ένας εντελώς αρνητικός χαρακτήρας. Αλλά όσο περισσότερο την αντιπαθείς, τόσο περισσότερο στο τέλος τη συμπαθείς. Είναι ένα πρόσωπο το οποίο πάσχει. Η ίδια έχει μια φοβερή ελαφράδα, προσπερνά το ένα πράγμα μετά το άλλο, τίποτα δεν βιώνει τραγικά. Εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις για να προχωρήσει παρακάτω, να επιβιώσει, εκείνη και τα παιδιά της. Δεν τα καταφέρνει όμως, καθώς χάνει το ένα παιδί μετά το άλλο. Κάνει κάπου λάθος σε αυτή την προσπάθειά της. Κάθε φορά που κάποιο παιδί της πεθαίνει, αυτή βρίσκεται αλλού για να κάνει αγορές και να βρει εμπόρευμα”.

Ο ένας της γιος σκοτώνεται γιατί αρνείται να παραδώσει στους αντιπάλους το ταμείο που του είχε εμπιστευτεί ο στρατηγός. Ο δεύτερος εκτελείται σ’ ένα σύντομο διάλειμμα ειρήνης και η Κατρίν, η μουγγή κόρη, σκοτώνεται όταν χτυπάει το ταμπούρλο για να ειδοποιήσει τη μάνα της και την πόλη ότι ετοιμάζεται εχθρική επίθεση.

"Νομίζω ότι διασχίζω την κόλαση” λέει η Μάνα σέρνοντας το κάρο της και πουλώντας θειάφι. “Ο κόσμος πια είναι μια κόλαση. Αλλά εμένα μου αρέσει μια σκηνή όπου η Μάνα περπατάει μαζί με την κόρη της και ακούνε μια κοπέλα να περπατάει και εκείνη και να μιλά για τη ζεστασιά ενός σπιτιού, με το τζάκι αναμμένο και το πόσο μεγάλο όνειρο είναι να έχουν οι άνθρωποι ένα σπίτι μέσα στον χειμώνα. Αυτό με συγκινεί πολύ» καταλήγει η Λυδία Φωτοπούλου.

Σκηνοθεσία: Νικίτα Μιλιβόγεβιτς

Σκηνογραφική επιμέλεια-Κοστούμια: Κέννυ ΜακΛέλλαν

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας

Μουσική: Πάουλ Ντεσσάου

Διεύθυνση ορχηστρικού συνόλου: Νίκος Καπετάνιος

Hχητικός σχεδιασμός-Μουσική διδασκαλία: Νίκος Γαλενιανός

Χορογραφίες: Αμάλια Μπένετ

Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος

Διανομή: Λυδία Φωτοπούλου, Εμμανουέλα Μαγκώνη, Ορέστης Χαλκιάς, Εμμανουήλ Κοντός, Ελευθερία Αγγελίτσα, Στελλίνα Βογιατζή, Σοφία Καλεμκερίδου, Γιώργος Κολοβός, Δημήτρης Μορφακίδης, Αγγελική Νοέα, Χρήστος Παπαδημητρίου, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Αλέξανδρος Σιάτρας, Μιχάλης Σιώνας

Μουσικοί επί σκηνής: Άρτεμις Βαβάτσικα, Ιωάννα Γανίτη, Κωνσταντίνος Ιωαννίδης, Ηρώ Μενέγου, Θεόφιλος Μπίκος, Ανδρέας Παπακώστας-Σμύρης, Βαλεντίνη Παπανικολάου, Πασχαλίνα Τσέρνου.

Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL