Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
22.6°C25.8°C
3 BF 41%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
20.8°C24.9°C
2 BF 40%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
19.4°C22.1°C
3 BF 55%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
21 °C
19.8°C21.6°C
5 BF 58%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
23.9°C24.0°C
2 BF 38%
Η «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη ως μελοδραματική εμπειρία (2/2)
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη ως μελοδραματική εμπειρία (2/2)

Του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Με βάση όσα ήδη αναλύθηκαν και εν όψει της στενότητας των οικονομικών μέσων για ένα πολυδάπανο εγχείρημα όπως η όπερα, θεωρούμε εν τέλει ότι, στην περίπτωση της «Φόνισσας», δεν αντιμετωπίστηκε με την απαιτούμενη βάσανο ο προβληματισμός σχετικά με το α) αν το υλικό προσφερόταν για μετατροπή σε θεατρικό κείμενο κατάλληλο για όπερα και, σε περίπτωση υποτιθέμενης θετικής απάντησης του ερωτήματος αυτού, β) ποιοι θα ήταν οι ενδεικνυόμενοι όροι της δραματουργικής αυτής μεταφοράς, τόσο σχετικά με τη φόρμα όσο και με τον βαθμό πυκνότητας της πλοκής για την ανάδειξη των βασικών συνιστωσών επενέργειας του «στόρι» στην ψυχή των θεατών. Σταθμίσεις που αφεύκτως οφείλουν να συγκλίνουν στο desideratum της «δι ελέου και φόβου» επίτευξης της καθαρτήριας για τον θεατή διαδικασίας που εισάγει η διαδοχή των παθημάτων του χαρακτήρα.

Στο πλαίσιο αυτό, η παρουσίαση ενός τόσο προσωπικού αφηγήματος, όπως «Η Φόνισσα», ως μια περίπου «Grand opéra», από πλευράς αριθμού συντελεστών, εξυπηρέτησε ενδεχομένως την αξιοποίηση ανθρώπων σε καιρό κρίσης και ανέχειας, απομακρύνθηκε όμως καθοριστικά από την εστίαση στο πανίσχυρο και εσχάτως απρόσμενα επίκαιρο για μεγάλο μέρος της οικουμένης θεματικό κέντρο βάρους του πρωτοτύπου. Δηλαδή, το ασήκωτο πεπρωμένο τής γυναίκας σε κοινωνικό πλαίσιο επιβολής του ισχυρού φύλου και αποκλεισμού των ευκαιριών, όπου εκείνη αντιμετωπίζεται ως άβουλο έρμα του οικογενειακού προϋπολογισμού, παρεμπιπτόντως δε συχνά με τραγικές συνέπειες και για τους ίδιους τους άνδρες που αναλάμβαναν να προικοδοτήσουν σειρά θηλέων χωρίς δικαίωμα παράλληλης επιμέλειας της δικής τους προσωπικής ζωής.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η μελοδραματική μεταφορά της «Φόνισσας» όχι μόνο δεν επικάλυψε ή έστω επέτεινε τον αντίκτυπο του πρωτότυπου του Παπαδιαμάντη ή τουλάχιστον της κεντρικής του ιδέας, εγχείρημα ούτως ή άλλως δυσχερές, αλλ' ουδέ καν επέτυχε τη σαφή σκιαγράφηση ακόμη και του κεντρικού χαρακτήρα της Φραγκογιαννούς, ενώ ένα πλήθος περιστασιακών σκηνικών παρουσιών παρέμεινε αδιευκρίνιστο για τον αθώο εισαγωγών και αναλύσεων θεατή. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, όχι μόνο θα ήταν ανεπιεικές να αναμετρήσει κανείς το οποιοδήποτε λιμπρέτο με πρώτη ύλη -και μάλιστα σε άλλη λογοτεχνική μορφή- ενός Παπαδιαμάντη, αλλά και να παραβλέψει το γεγονός ότι, σε κάθε όπερα, το λιμπρέτο συμπαρασύρεται αξιολογικά από τη μουσική του επένδυση, η οποία, εν προκειμένω, έπασχε καθοριστικά.

Χωρίς να παραγνωρίζουμε την οφθαλμοφανή άνεση του Γιώργου Κουμεντάκη να οργανώνει ατμοσφαιρικές στιγμές με ευρηματική χρήση σολιστικών οργάνων (ακορντεόν, σαξόφωνο κ.λπ.) και φωνητικών σχηματισμών (μοιρολογίστρες), το μεγαλύτερο μέρος της όπερας, και πάντως τουλάχιστον ολόκληρη η μακροσκελής πρώτη πράξη, αναλώθηκε σε μια παρατακτική έκθεση περιγραφικών στιγμών, χωρίς ενέργεια, δυναμισμό ή οποιαδήποτε άλλου είδους αντιληπτή φόρτιση. Αποτέλεσμα, η έλλειψη οποιασδήποτε κλιμάκωσης και η μετάπτωση των τραγικών εσωτερικών συγκρούσεων της Φραγκογιαννούς σε κυλιόμενη διαδικασία ρηχής ατμοσφαιρικής ρέμβης, ανίσχυρη να υποστηρίξει αποτελεσματικά τόσο την εν γένει ψυχοδυναμική ένταση της πλοκής όσο και την παράφορη ενσάρκωση της φονικής φεμινίστριας του Παπαδιαμάντη από την πάντοτε φανατική σε ό,τι καταπιάνεται Τζούλια Σουγλάκου.

Σε αυτή τη συνολική εντύπωση, που περιστασιακά μόνο μετριάστηκε στη β' πράξη, λόγω και της έν τίνι μέτρω εστίασης της πλοκής στο μοναδικό όντως πρόσωπο του δράματος, καθοριστικά συνέβαλε και η μη επαρκώς ενδιαφέρουσα γραφή για τις φωνές, πρωταρχικό συστατικό για μια όπερα, και αυτό παρά τη συνεχή μεταπήδηση από την απλή απαγγελία (συχνότερη στην α' πράξη) και την ασυνόδευτη εκφορά (μονόλογος στην αρχή της δεύτερης) μέχρι ένα είδος αριόζο ή και Sprechgesang. Τέλος, η προβλεψιμότητα της συνεχούς επανόδου δημωδών ασμάτων, είτε ως φολκλορικού καρυκεύματος είτε αντιστικτικά προς μη επαρκώς σηματοδοτούμενες -μουσικά και δραματουργικά- ψυχικές καταστάσεις, γρήγορα εξέπεσε σε ενοχλητική μανιέρα.

Συνοψίζοντας, και χωρίς βασική ένσταση για τη δουλειά μεμονωμένων συντελεστών της παραγωγής υπό την αφοσιωμένη διεύθυνση του Βασίλη Χριστόπουλου, διακινδυνεύουμε την εκτίμηση ότι, αν οπωσδήποτε «Η Φόνισσα» έπρεπε να μελοποιηθεί, απόφαση που θα εξακολουθήσουμε να αμφισβητούμε, τότε η μουσικοδραματική της στόχευση θα υπηρετείτο ενδεχομένως επιτυχέστερα αν επιλεγόταν η μορφή ενός σφιχτοδεμένου λυρικού μονολόγου του τύπου της «Ανθρώπινης φωνής» του Πουλένκ, της «Erwartung» του Σαίνμπεργκ ή της «Μήδειας» του Κρζένεκ. Ποιος ξέρει, ποτέ δεν είναι αργά...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL