Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.2°C21.3°C
4 BF 43%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
17.0°C18.8°C
3 BF 58%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
17 °C
16.6°C17.0°C
4 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
19 °C
18.2°C18.8°C
6 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
17.9°C20.2°C
2 BF 59%
Σκεπτικισμός: Βουτιά στο κενό ή ταξίδι σε ανοιχτές θάλασσες;
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Σκεπτικισμός: Βουτιά στο κενό ή ταξίδι σε ανοιχτές θάλασσες;

Στα δύο προηγούμενα άρθρα προσπάθησα να περιγράψω δύο διαφορετικά, αλλά παράλληλα επίπεδα στη διαδικασία αναζήτησης της γνώσης για τον κόσμο και πώς αυτή η διαδικασία συνδέεται με τη γνώση για τον εαυτό.

Στο πρώτο άρθρο ισχυρίστηκα πως ο άνθρωπος στις μεγαλύτερες στιγμές των διανοητικών του κατακτήσεων κατάφερε να ταπεινώσει το υπερβατικό του πεπρωμένο και να αποσύρει κάθε τελεολογική εξήγηση της ύπαρξής του μέσα από την κατασκευή μιας διαφορετικής εξιστόρησης για τον εαυτό του, ενός εαυτού υποκείμενου σε μια ρέουσα ιστορία και όχι σε έναν ακίνητο Θεό. Στο δεύτερο άρθρο, όπου πραγματεύτηκα το «δίπολο» Ντεκάρτ και Μοντέν, ο βασικός ισχυρισμός ήταν πως ο άνθρωπος νιώθει άβολα με την αβεβαιότητα της γνώσης όταν βρίσκεται σε έναν κόσμο κοινωνικής αστάθειας, ενώ μοιάζει να μην έχει την ίδια αμηχανία όταν βρίσκεται σε έναν κόσμο μεγαλύτερης «ευημερίας».

Το ερώτημα που θέλω να θέσω σε αυτό το άρθρο είναι το εξής: Η αβεβαιότητα είναι ένα αναπόφευκτο στάδιο στην εξελικτική πορεία της γνώσης και της ανθρώπινης τελείωσης και πρέπει να τη θεραπεύουμε ή αποτελεί μια ιστορική ενδεχομενικότητα που προκύπτει (ή δεν προκύπτει) στην προσπάθειά μας να θεραπεύσουμε την άγνοια για τον κόσμο και τον εαυτό μας; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εγείρει ένα πλήθος φιλοσοφικών και ιστορικών ζητημάτων που συνδέονται με τις διανοητικές προσπάθειες ελέγχου και απόκτησης της γνώσης.

Για να προσδιορίσουμε με σαφήνεια το παραπάνω ερώτημα, οφείλουμε να δούμε κριτικά τις φαινομενικά αδιάρρηκτες σχέσεις μεταξύ βεβαιότητας και γνώσης, αβεβαιότητας και άγνοιας. Πολύ δύσκολα ένας άνθρωπος θα είχε οποιαδήποτε αντίρρηση σε αυτή την πρόταση: «Γνωρίζω, άρα είμαι βέβαιος. Δεν γνωρίζω, άρα δεν είμαι βέβαιος». Η βεβαιότητα, κατά συνέπεια, μοιάζει να διατηρεί μια σταθερή σχέση με τη γνώση, άρα και με την αλήθεια. Όταν κάποιος είναι βέβαιος για κάτι, προφανώς θεωρεί πως είναι και αληθές. Πώς μπορούμε, όμως, να είμαστε ασφαλείς ότι αυτό για το οποίο είμαστε βέβαιοι ότι μας είναι γνωστό είναι πραγματικά αληθές; Για να οχυρώσουμε αυτή την ασφάλεια, πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι οι μέθοδοι που ακολουθούμε είναι προϊόν ορθολογισμού. Δεν μπορεί μια μέθοδος που βασίζεται σε ανορθολογικά ή παράλογα κριτήρια να οδηγεί σε οποιαδήποτε βεβαιότητα γνώσης, άρα αλήθειας. Πώς μπορώ να είμαι βέβαιος για τη μέθοδό μου; Πώς μπορώ να γνωρίζω ότι η μέθοδός μου είναι πραγματικά ορθολογική και με οδηγεί στην αλήθεια; Μια συνηθισμένη απάντηση είναι η εξής: Αν έχει αυξηθεί η γνώση, τότε οι μέθοδοί σου είναι ορθολογικές και οδηγούν στην αλήθεια με βεβαιότητα.

Για να γίνει πιο ξεκάθαρος ο παραπάνω συλλογισμός, ας δούμε αυτή τη σχέση σε μια ιστορική διάσταση. Μπορούμε να το θέσουμε ως εξής: Κάποτε γνώριζα λιγότερα, άρα ήμουν λιγότερο βέβαιος. Σήμερα γνωρίζω περισσότερα, άρα είμαι περισσότερο βέβαιος. Για παράδειγμα, ο Δημόκριτος έλεγε ότι η Γη είναι επίπεδη. Σήμερα, είμαστε βέβαιοι ότι είναι σφαιρική και κινείται σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο. Αυτό, για αρκετούς, σημαίνει ότι στο παρελθόν η γνώση για τα πράγματα ήταν μικρότερη και λιγότερο βέβαιη. Ο Αριστοτέλης, για παράδειγμα, είπε πράγματα που δεν ήταν και τόσο αληθή αν τα συγκρίνουμε με όσα είπε ο Νεύτων. Αυτό μας οδηγεί σε μια ολέθρια συνέπεια για τη σκέψη του Αριστοτέλη. Αν τα αποτελέσματά του ήταν λάθος, τότε ήταν και οι μέθοδοί του. Αν οι μέθοδοί του οδηγούσαν σε λανθασμένα συμπεράσματα, τότε πώς μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ήταν ορθολογικές; Ερχόμαστε αντιμέτωποι, επομένως, με ένα φοβερό δίλημμα. Είτε να δεχτούμε ότι ο Αριστοτέλης είχε ανορθολογικές μεθόδους και κατέληξε σε λανθασμένα συμπεράσματα για τον κόσμο ή ότι είχε ορθολογικές μεθόδους και κατέληξε σε λανθασμένα συμπεράσματα για τον κόσμο. Ως προς το πρώτο ενδεχόμενο, δεν νομίζω να έχει υπάρξει άνθρωπος στην ιστορία της ανθρωπότητας που να έχει θεωρήσει την αριστοτελική μέθοδο ως ανορθολογική. Αν δεχτούμε το δεύτερο ενδεχόμενο, τότε πρέπει να αναθεωρήσουμε τη σχέση ορθολογισμού και αλήθειας.

Μήπως, με άλλα λόγια, δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη συνταγή ορθολογισμού που πρέπει να ανακαλύψουμε προκειμένου να ισχυριστούμε ότι η γνώση μας είναι βέβαιη και αληθής; Μήπως, τελικά, ο ορθολογισμός είναι μια σύμβαση, μια ιστορική ενδεχομενικότητα που έχει αλλάξει τόσο συχνά περιεχόμενο, ώστε οριακά δεν έχει νόημα να θεωρούμε πως έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και σαφείς κανόνες;

Ο φιλόσοφος Πολ Φεγεράμπεντ, στο έργο του «Ενάντια στη Μέθοδο» (1975), είχε εκφράσει την αντίρρησή του στην ύπαρξη μιας ενιαίας επιστημονικής και ορθολογικής μεθόδου. Μελέτησε την επιστήμη μέσα στο πλαίσιο του πρώιμου νεωτερικού ευρωπαϊκού πολιτισμού και όχι ως ένα αναπόφευκτο αποτέλεσμα της εφαρμογής ενός καθολικού ορθολογικού προτύπου. Είχε υποστηρίξει πως δεν μπορούμε να μιλάμε για κανόνες στη λογική γιατί, πολύ απλά, δεν υπάρχει κανένα συνεπές πράγμα που να ονομάζεται «λογική» και να είναι αναγκασμένα όλα τα πράγματα να υπακούν σε αυτό.

Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι η λογική έχει ως βασικό χαρακτηριστικό της να μην υπάρχουν αντιφατικές προτάσεις σε μια θεωρία, προκειμένου αυτή να χαρακτηριστεί ως ορθολογική και επιστημονική, τότε θα διαπιστώσουμε με μεγάλη έκπληξη ότι όλες σχεδόν οι επιστημονικές θεωρίες είχαν και έχουν αντιφάσεις στο εσωτερικό τους. Για παράδειγμα, ο διαφορικός λογισμός του Νεύτωνα αποδείχθηκε εξαιρετικά ασυνεπής λίγο διάστημα μετά την επιτυχημένη χρησιμοποίησή του στη θεμελίωση της μηχανικής. Αντί να τον εγκαταλείψουν οι φυσικοί, συνέχισαν να τον χρησιμοποιούν. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η κλασική στατιστική μηχανική, όπως την ανέπτυξαν ο Μάξγουελ, ο Μπόλτζμαν και άλλοι φυσικοί. Αυτό το ερευνητικό πρόγραμμα δέχεται την υπόθεση πως τα δομικά στοιχεία ενός αερίου ανακλώνται ελαστικά στις αμοιβαίες κρούσεις τους, πράγμα που, στην περίπτωση ενός μονοατομικού αερίου, σημαίνει ότι μπορούν να αλλοιωθούν. Όμως, την ίδια στιγμή γίνεται αποδεκτό, μέσω του θεωρήματος της ισοκατανομής, ότι δεν μπορούν να αλλοιωθούν. Ένα άλλο παράδειγμα είναι η κβαντική θεωρία όπως τη διατύπωσε ο Ντιράκ. Χρησιμοποίησε μετασχηματισμούς που είναι μαθηματικά αδύνατοι, αλλά παρέκαμψε την αντίφαση με τη βοήθεια συναρτήσεων που βρίσκονται έξω από τον τομέα των συνηθισμένων μαθηματικών μεθόδων. Πρόκειται για μια εκπληκτική περίπτωση, που δείχνει ότι οι «φοβερές» συνέπειες της αντίφασης μπορούν να παρακαμφθούν με κανόνες που βρίσκονται έξω από τη συνηθισμένη μέθοδο.

Θα μπορούσαμε να επικαλεστούμε και άλλα παραδείγματα, αλλά ελάχιστη σημασία έχει στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου. Το κρίσιμο είναι ότι υπάρχει φως μέσα από το τούνελ του σκεπτικισμού. Και μόλις βγει κανείς από το τούνελ, συνειδητοποιεί ότι οι δυνατότητες είναι άπειρες. Ενδεχομένως κάποιος να υποστηρίξει πως με μια τέτοια λογική η επιστημονική μέθοδος και η πίστη εξισώνονται. Γιατί να επιλέξω, για παράδειγμα, το βουντού και όχι την ιατρική; Ο Φεγεράμπεντ υποστήριζε πως η προσκόλληση σε συγκεκριμένους φιλοσοφικούς και μεθοδο-λογικούς κανόνες αποτελεί μια μορφή πίστης. Υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο, δηλαδή, πέρα από το οποίο αδυνατούμε να επιχειρηματολογήσουμε χωρίς να επικαλεστούμε βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις. Αυτό δεν συνεπάγεται, ωστόσο, ότι οι επιστημονικές μέθοδοι εξισώνονται με τα πλάσματα της φαντασίας μας. Αντιθέτως, η εγκυρότητά τους έγκειται στο γεγονός ότι συνεχίζουν να αντέχουν τις δοκιμασίες στον ανθρώπινο ιστορικό χρόνο και δεν ακινητοποιούνται σε ένα άχρονο και υπερβατικό κάδρο που υπάρχει ανεξάρτητα από τον άνθρωπο.

Επομένως, η αξία του σκεπτικισμού είναι η σκληρή κριτική σε όλες τις μεθόδους. Η κριτική οδηγεί σε μια ευρυχωρία και πολλαπλότητα λύσεων, οι οποίες, ανεξάρτητα από την εσωτερική τους συνέπεια, διασφαλίζουν ότι μπορούμε να πάντα να έχουμε πίστη σε αυτόν που βγαίνει μέσα από το τούνελ..., τον άνθρωπο που έχει απομαγεύσει τον εαυτό του και δεν έχει κανένα πρόβλημα με την ύπαρξη της αβεβαιότητας.

Δημήτρης Πετάκος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL