Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
18.2°C21.2°C
2 BF 67%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
13 °C
11.3°C14.5°C
1 BF 89%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
19 °C
17.7°C22.0°C
6 BF 75%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
26 °C
23.3°C25.8°C
5 BF 29%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
13 °C
12.9°C13.5°C
3 BF 100%
Ηθική και Ακεραιότητα σαν προαπαιτούμενα για την επιστημονική έρευνα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ηθική και Ακεραιότητα σαν προαπαιτούμενα για την επιστημονική έρευνα

Των Παναγιώτη Κάβουρα, Ηλία Κούμουλου, Κωνσταντίνου Α. Χαριτίδη*

Διαχρονικά, η επιστημονική έρευνα συγκέντρωνε τον θαυμασμό αλλά και τον φόβο της κοινωνίας. Η εμβληματική μορφή του εκκεντρικού επιστήμονα-εφευρέτη ή ακόμα και της έρευνας που γίνεται με όρους μυστικοπάθειας είναι ιστορικά βαθιά χαραγμένη στο συλλογικό υποσυνείδητο της κοινωνίας. Μάλιστα, σε χρονικές περιόδους που οι επιστημονικές ή τεχνολογικές ανακαλύψεις είχαν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινή ζωή, παρατηρούνταν ατομικές ή συλλογικές αντιδράσεις των οποίων το σκεπτικό ή η σφοδρότητα σπανίως ήταν σε αντιστοιχία με την πραγματική φύση της εκάστοτε επιστημονικής/τεχνολογικής προόδου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το πνεύμα του μυθιστορήματος της Μαίρη Σέλεϊ «Φρανκενστάιν», ο μύθος που περιβάλλει τις εφευρέσεις του Σερβοαμερικανού φυσικού Νίκολα Τέσλα ή κοινωνικά κινήματα κατά, π.χ., της πυρηνικής τεχνολογίας ή των γενετικών τροποποιήσεων, που αντιτάσσονταν συλλήβδην σε μια νέα επιστήμη/τεχνολογία, χωρίς να διαχωρίζουν τις κακές από τις καλές επιπτώσεις που μπορεί να έχει.

Εδώ και περίπου 15 χρόνια έχει ξεκινήσει μια συντονισμένη προσπάθεια, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την άρση της καχυποψίας που πολλές φορές παρατηρείται από την κοινωνία προς την ερευνητική κοινότητα. Η προσπάθεια αυτή αρθρώνεται γύρω από συγκεκριμένους άξονες. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο οι άξονες αυτοί προωθούν την εφαρμογή τους ονομάζεται Υπεύθυνη Έρευνα και Καινοτομία (ΥΕΚ). Στο άρθρο αυτό περιγράφουμε τον άξονα της Ηθικής και της Ακεραιότητας (περιέχεται στην πρώτη).

Τι είναι η Ηθική της επιστημονικής έρευνας;

Η ηθική επιστημονική έρευνα, παρ’ ότι ακόμα δεν έχει έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό, σχετίζεται με όρους όπως η εντιμότητα και η αξιοπιστία, ενώ άλλες αρχές που τη χαρακτηρίζουν είναι οι αντικειμενικότητα, αμεροληψία, ανεξαρτησία, ανοιχτή επικοινωνία, δικαιοσύνη και υπευθυνότητα. Η πρώτη φορά που θεσμοθετήθηκαν σε υπερεθνικό επίπεδο συγκεκριμένοι κανόνες Ηθικής στην έρευνα ήταν το 1947 με τον λεγόμενο Κώδικα της Νυρεμβέργης. Ο κώδικας αυτός αφορούσε την έρευνα κυρίως στο πεδίο της Ιατρικής και ερχόταν ως απάντηση στις απάνθρωπες μεθόδους που εφαρμόστηκαν από Γερμανούς ερευνητές γιατρούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.

Ο όρος Ηθική χρησιμοποιείται πολύ συχνά μαζί με τον όρο Ακεραιότητα στην έρευνα. Οι όροι αυτοί αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, αλλά έχουν διαφορετικό περιεχόμενο. Η Ηθική στην έρευνα έχει να κάνει με προβλήματα που σχετίζονται με την κοινωνία και την επιστήμη, επικεντρώνοντας στο περιεχόμενο της έρευνας. Η Ακεραιότητα στην έρευνα σχετίζεται με ερωτήματα γύρω από το πώς πρέπει να διεξάγεται η έρευνα.

Κοινός στόχος της Ηθικής και Ακεραιότητας στην έρευνα είναι η δημιουργία τεχνολογίας και επιστήμης που να στηρίζονται στην αναζήτηση της γνώσης μέσω συστηματικής μελέτης και σκέψης, παρατήρησης και πειράματος. Κίνητρα της Ηθικής και Ακεραιότητας στην έρευνα είναι η αύξηση της κατανόησης του εαυτού μας και του κόσμου που μας περιβάλλει.

Τα ερωτήματα γύρω από την Ηθική είναι εν γένει πιο πολύπλοκα, γιατί συχνά σχετίζονται με ανοιχτά φιλοσοφικά ζητήματα (π.χ., τι ακριβώς είναι ή πότε ακριβώς συμβαίνει ο θάνατος ή τι είναι η ελεύθερη βούληση) ή με προβληματικές που μπορεί να μεταβάλλονται αναλόγως των πολιτισμικών καταβολών μιας χώρας.

Μερικά από τα σύγχρονα διλήμματα που αφορούν την Ηθική στην έρευνα είναι τα παρακάτω. Θα πρέπει να διεξάγεται έρευνα πάνω: α) σε μη θανατηφόρα όπλα (όπλα που προκαλούν τύφλωση ή πόνο), β) στη δημιουργία τεχνητής ζωής μέσω Συνθετικής Βιολογίας και γ) στην επικοινωνία μεταξύ δύο εγκεφάλων χωρίς ομιλία (brain-to-brain interfaces); Πώς θα νομοθετηθεί η προστασία των προσωπικών δεδομένων σε μια φάση που α) εταιρείες όπως η Google θα έχουν (εάν δεν έχουν ήδη) τη δυνατότητα να παρακολουθούν όλη την επιφάνεια του πλανήτη, σε πραγματικό χρόνο, με ακρίβεια μερικών δεκάδων εκατοστών και β) οι περισσότεροι από εμάς έχουμε φορητή τεχνολογία που επιτρέπει, ενδεχομένως ερήμην μας, την παρακολούθηση των συνηθειών μας; Μέχρι ποιο βαθμό θα πρέπει να επιτρέπεται η αυτόνομη (χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση) επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ ρομπότ (kilobots) και ποια η επίδραση μιας τέτοιας τεχνολογίας στις δυνάμεις παραγωγής όταν θα μπορούν να κατασκευάζονται πλήρως αυτοματοποιημένα εργοστάσια (προβλήματα που σχετίζονται άμεσα με τις έννοιες του Industry 4.0 και της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης);

Τι είναι η Ακεραιότητα της επιστημονικής έρευνας;

Η επιστημονική έρευνα μπορεί να χαρακτηριστεί ως ακέραια όταν είναι απαλλαγμένη από τις λεγόμενες κακές ερευνητικές πρακτικές. Οι διεθνώς αναγνωρισμένες κακές ερευνητικές πρακτικές είναι οι εξής τρεις:

  • Κατασκευή ερευνητικών δεδομένων
  • Παραποίηση ερευνητικών δεδομένων
  • Λογοκλοπή

Κατασκευή ερευνητικών δεδομένων συμβαίνει όταν ο ερευνητής δημιουργεί αποτελέσματα και τα παρουσιάζει σαν να ήταν πραγματικά. Παραποίηση ερευνητικών δεδομένων συμβαίνει όταν ο ερευνητής αλλοιώνει με οποιονδήποτε τρόπο τα αποτελέσματα, τις διαδικασίες ή τον εξοπλισμό με τον οποίο διενεργείται ένα πείραμα ή μια έρευνα. Και στις δύο περιπτώσεις ο ερευνητής το κάνει εκούσια, με σκοπό να υποστηρίξει επιστημονικές υποθέσεις για ίδιο όφελος. Τέλος, ένας ερευνητής υποπίπτει σε λογοκλοπή όταν χρησιμοποιεί αυτούσια αποτελέσματα άλλων (ιδέες, κείμενο, εικόνες, διαγράμματα, δεδομένα, παρατηρήσεις) χωρίς να αναφέρει τη συμβολή τους. Τέτοιες πρακτικές είτε στοχεύουν στην ιδιοποίηση επιστημονικής εργασίας άλλων, είτε υποκρύπτουν εκούσια και κακόβουλη υποβάθμιση του επιστημονικού έργου τρίτων για λόγους αθέμιτου ανταγωνισμού.

Αυτές οι τρεις περιπτώσεις κακών ερευνητικών πρακτικών θεωρούνται ιδιαίτερα σοβαρές γιατί παραποιούν το ερευνητικό έργο που παράγεται. Συνεπώς, η γνώση που δημιουργείται δεν είναι βασισμένη σε αληθινά δεδομένα. Αυτό έχει ως συνέπεια κατοπινές εργασίες που θα βασιστούν σε τέτοια παραποιημένα αποτελέσματα να είναι αναπόδραστα λανθασμένες, ακόμα κι αν οι ερευνητές είναι καθόλα έντιμοι και προσεκτικοί. Εύκολα φαντάζεται κανείς τις συνέπειες τέτοιων παραποιημένων ερευνών όταν αφορούν τη δημιουργία κάποιου φαρμάκου, δομικών στοιχείων κατασκευών ή μέσων μεταφοράς ή όταν στηρίζουν πολιτικές ή οικονομικές αποφάσεις.

Εκτός από τις παραπάνω τρεις κακές ερευνητικές πρακτικές, υπάρχει ένα ολόκληρο φάσμα ερευνητικών πρακτικών που χαρακτηρίζονται ως μη αποδεκτές, ασυνεπείς ή αμφισβητήσιμες πρακτικές. Στην Εικόνα παρουσιάζονται οι πρακτικές αυτές ομαδοποιημένες σε τέσσερις βασικές κατηγορίες. Οι πρακτικές αυτές θεωρείται ότι βρίσκονται στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ της απολύτως ορθής ερευνητικής πρακτικής και της καθαρής επιστημονικής απάτης.

Η σημερινή κατάσταση

Οι συζητήσεις γύρω από την ορθή διεξαγωγή της επιστημονικής έρευνας, τόσο στους ακαδημαϊκούς κύκλους όσο και στο ευρύ κοινό, έχουν γίνει ιδιαίτερα έντονες. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του γεγονότος ότι οι περιπτώσεις μη ορθής διεξαγωγής της επιστημονικής έρευνας έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Για παράδειγμα, οι αποσύρσεις δημοσιευμένων άρθρων εξαιτίας παρουσίασης ψευδών αποτελεσμάτων έχουν δεκαπλασιαστεί τις τελευταίες δεκαετίες. Επίσης, έχει δημοσιευτεί έρευνα που αποκαλύπτει ότι ένας στους τρεις επιστήμονες παραδέχεται ότι εφαρμόζει αμφισβητήσιμες ερευνητικές πρακτικές.

Πρόσφατη μελέτη, που αναγνωρίστηκε από το έγκυρο περιοδικό “Science” ως μία από τις δέκα σημαντικότερες επιστημονικές εξελίξεις του 2015, αποδεικνύει ότι 60% των δημοσιεύσεων στον χώρο της Ψυχολογίας δεν είναι δυνατό να αναπαραχθούν από ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες. Στις αρχές του 2016 δημοσιεύτηκαν δύο μελέτες που εντοπίζουν σοβαρές παραλείψεις στις περισσότερες επιστημονικές δημοσιεύσεις στον τομέα της Βιοϊατρικής. Στα μέσα του 2016 το περιοδικό “Nature” δημοσίευσε έρευνά του, η οποία αποκάλυψε ότι το 70% των ερωτηθέντων ερευνητών αδυνατούσε να αναπαράξει τα αποτελέσματα άλλων ερευνητών, ενώ το 50% αδυνατούσε να αναπαράξει τα αποτελέσματα της ίδιας του της έρευνας.

Αντιμετώπιση των κακών ερευνητικών πρακτικών

Το πλαίσιο αντιμετώπισης των κακών ερευνητικών πρακτικών, σε διεθνές επίπεδο, διαφέρει από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ επιλήψιμες είναι οι περιπτώσεις κατασκευής και παραποίησης ερευνητικών δεδομένων, καθώς και η λογοκλοπή. Η αρχή που τις αντιμετωπίζει, δηλαδή διακριβώνει την ορθότητα μιας καταγγελίας και επιβάλλει κυρώσεις, είναι η δικαστική αρχή. Η Ευρώπη στηρίζεται σε μια διαδικασία που ονομάζεται αυτορρύθμιση. Δηλαδή, τα ίδια τα ιδρύματα που κάνουν έρευνα (ερευνητικά κέντρα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα) οφείλουν να έχουν μια επιτροπή, η οποία ελέγχει καταγγελίες για εφαρμογή κακών ερευνητικών πρακτικών και έχει τη δικαιοδοσία να επιβάλλει κυρώσεις. Οι ιδρυματικές αυτές επιτροπές θα πρέπει να συντονίζονται και να εποπτεύονται από μια αντίστοιχη επιτροπή εθνικής εμβέλειας.

Η εφαρμογή της αρχής της αυτορρύθμισης δεν εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο στον ευρωπαϊκό χώρο. Για παράδειγμα, οι χώρες που εφαρμόζουν επακριβώς την αρχή της αυτορρύθμισης είναι οι Δανία, Νορβηγία και Πολωνία. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είτε έχουν εθνική επιτροπή, χωρίς θεσμοθετημένη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων (π.χ. Βρετανία, Γερμανία), είτε διάσπαρτες περιφερειακές επιτροπές με δυσκολία στον συντονισμό (π.χ. Ιταλία) είτε πλήρη απουσία συντονισμού των ιδρυματικών επιτροπών (π.χ. Ελλάδα).

Το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο έχει αναλάβει πρωτοβουλία να φέρει σε άμεση επικοινωνία όλους τους ερευνητικούς φορείς στην Ελλάδα μέσω του δικτύου που ονομάζεται Ηθική Διάσταση στην Έρευνα και την Τεχνολογία για τον Άνθρωπο – EARTHnet (earthnet.ntua.gr). Βασικός στόχος του EARTHnet είναι η εφαρμογή του συστήματος της αυτορρύθμισης στη χώρα μας με βάση τα υψηλότερα ευρωπαϊκά πρότυπα. Λεπτομέρειες για την κατάσταση στην Ελλάδα, καθώς και για άλλες πρωτοβουλίες του EARTHnet θα παρουσιαστούν σε επόμενο άρθρο.

Επίλογος

Είναι γενικά αποδεκτό ότι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης παρεκβάσεων από τις ορθές ερευνητικές πρακτικές δεν είναι αυτός της εποπτείας και της τιμωρίας, αλλά της δημιουργίας μιας ερευνητικής κουλτούρας που θα βασίζεται στην εντιμότητα του ερευνητή. Μια τέτοια υγιής ερευνητική κουλτούρα μπορεί να καλλιεργηθεί μέσω της δημόσιας Παιδείας και να ξεκινάει από τη Δευτεροβάθμια και να αναπτύσσεται στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Στόχος είναι αφενός να γαλουχηθούν οι μελλοντικοί ερευνητές και αφετέρου όλοι οι πολίτες, με στόχο να είναι πιο ικανοί να διακρίνουν ηθικές παρεκβάσεις της έρευνας ή να παρεμβαίνουν πιο αποτελεσματικά στον σχεδιασμό των κατευθύνσεων της έρευνας.

* Ο Π. Κάβουρας, δρ. φυσικός, και ο Η. Κούμουλος, δρ. χημικός μηχανικός, είναι ερευνητές στην Ερευνητική Μονάδα Προηγμένων, Σύνθετων, Νανοϋλικών και Νανοτεχνολογίας (R-NANO) της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Ο Κ.Α. Χαριτίδης, καθηγητής στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, είναι επικεφαλής της Ερευνητικής Μονάδας Προηγμένων, Σύνθετων, Νανοϋλικών και Νανοτεχνολογίας (R-NANO).

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL