Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
12.0°C16.8°C
1 BF 60%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
9.8°C13.6°C
3 BF 54%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
16 °C
9.0°C16.0°C
2 BF 68%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.8°C17.1°C
3 BF 86%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
9 °C
8.9°C11.3°C
0 BF 81%
Στην ακρόπολη του σουλτανάτου της Γκολκόντα / Ινδία: Κυνηγώντας το κακότυχο Κοχινούρ
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Στην ακρόπολη του σουλτανάτου της Γκολκόντα / Ινδία: Κυνηγώντας το κακότυχο Κοχινούρ

Το 2016 κυκλοφόρησε ένα βιβλίο - θρίλερ των William Dalrymple και Anita Anand γύρω από τη βία, τις ίντριγκες και τις περιπέτειες για την απόκτηση του πιο "κακότυχου" διαμαντιού, του περιβόητου Κοχινούρ. Το "Kohinoor: The Story of the World's Most Infamous Diamond", το οποίο προστέθηκε και αυτό στη μακραίωνη αλυσίδα αναφορών για το διασημότερο διαμάντι που διεκδικούν από τους Βρετανούς Ινδία, Πακιστάν και Αφγανιστάν, δεν ήταν το πρώτο με αυτό το θέμα. Το 1868 ο Βρετανός Wilkie Collins έγραψε την πρώτη αστυνομική νουβέλα στην αγγλική γλώσσα, το "The Moonstone", με κεντρικό θέμα το Κοχινούρ. Το διαμάντι που στα περσικά θα πει "Βουνό του Φωτός", από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως (βάρους 105,6 καρατίων ή 21,12 γραμμαρίων μετά την τελευταία του κοπή), άλλαξε πολλά χέρια πριν φτάσει το 1849 στη βασίλισσα Βικτωρία. Έτσι, σήμερα οι επισκέπτες του Οίκου των Κοσμημάτων στον Πύργο του Λονδίνου μπορούν να δουν και να θαυμάσουν από κοντά το διαμάντι που για λόγους δεισιδαιμονίας μόνο γυναίκες μπορούν να το φορούν. Κείμενο του 1806 το χαρακτηρίζει καταραμένο, αναφέροντας ότι μόνο γυναίκες και ο Θεός επιτρέπεται να το φορέσουν. Και πράγματι, ουκ ολίγες δυναστείες και βασίλεια, από το Αφγανιστάν μέχρι την Ινδία, καταλύθηκαν και πολλοί ηγεμόνες είχαν οικτρό τέλος επειδή, όπως πιστεύεται, φόρεσαν το Κοχινούρ στο στέμμα τους.

Απέραντο αδαμαντωρυχείο

Τα λατομεία της περιοχής δεν έβγαλαν μόνο το περίφημο Κοχινούρ, που αρχικά ζύγιζε 793 καράτια. Έβγαλαν ακόμη το Διαμάντι της Ελπίδας, με το σπάνιο μπλε χρώμα σε σχήμα αυγού περιστεριού, το ροζ Ντάρια-ι-Νουρ, που σημαίνει «Θάλασσα Φωτός» και βρίσκεται στην Κεντρική Τράπεζα του Ιράν στην Τεχεράνη, το Νουρ-ι-Αΐν, από τα μεγαλύτερα ροζ διαμάντια στον κόσμο, το «Le Régent» που βρίσκεται στο Λούβρο και ακόμη αρκετά πολύ διάσημα διαμάντια.

Χάρη στην ιστορία του Κοχινούρ έμαθα για την πατρίδα του, την Γκολκόντα της Ινδίας, από τα ορυχεία της οποίας εξορύχθηκε. Έτσι μεγάλωσε περισσότερο το ενδιαφέρον μου να επισκεφτώ την αρχαία αυτή πόλη που σήμερα περιλαμβάνεται στην ευρύτερη πόλη Χαϊντεραμπάντ. Κυριότερο αξιοθέατο πάντως στην Γκολκόντα δεν είναι σήμερα κάποιο διαμάντι, αλλά το φρούριό της του 17ου αιώνα, που είναι χτισμένο σε γρανιτένιο λόφο ύψους 120 μέτρων και το οποίο αποτελείται από τέσσερα διαφορετικά κάστρα.

Μία πόλη, πρωτεύουσα δύο πολιτειών

Το Χαϊντεραμπάντ, τέταρτη σε πληθυσμό ινδική πόλη, με 7,8 εκατομμύρια κατοίκους, παρουσιάζει μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Είναι πρωτεύουσα ταυτόχρονα δύο πολιτειών, της Άντρα Πραντές και της Τελάνγκανα, που αποσχίστηκε από την πρώτη το 2014 για να αποτελέσει την 29η πολιτεία της Ινδίας, οπότε και αποφασίστηκε να οριστεί νέα πρωτεύουσα για την Άντρα Πραντές ώς το 2024.

Η γεωγραφική του θέση είναι τέτοια που το καθιστά οδικό και σιδηροδρομικό κόμβο όσων ταξιδεύουν από τον ινδικό Βορρά στον Νότο και από την Αραβική Θάλασσα στον Κόλπο της Βεγγάλης, διαδρομή που με έφερε τέλος Αυγούστου στην πόλη.

Φτάνοντας αργά το βράδυ, ο καιρός ήταν υπέροχος. Με υγρασία μεταξύ 50% και 60% και θερμοκρασία 25 βαθμών Κελσίου, βρήκα ιδανικές για Ινδία καιρικές συνθήκες. Ξημερώνοντας, ξεκίνησα την περιήγησή μου στην πόλη με το έντονο μουσουλμανικό χρώμα. Ένας στους τρεις κατοίκους της ασπάζεται το Κοράνι. Γι' αυτό πολλές επιγραφές είναι γραμμένες στην ούρντου. Και όσο πλησίαζα στην παλιά πόλη, η ούρντου ακουγόταν περισσότερο από την τελούγκου, την κύρια γλώσσα της πολιτείας. Η τοπική ούρντου έχει δανειστεί στοιχεία τοπικών διαλέκτων. Έτσι, μαζί με το κράμα αραβικής και περσικής, άκουγα και πολλές λέξεις του ινδικού Νότου.

Αργά το μεσημέρι πήρα από την πόλη ταξί για την Γκολκόντα, την περίφημη ακρόπολη με το φρούριό της, την μεσαιωνική πρωτεύουσα του σουλτανάτου τη δυναστείας Κουτάμπ Σάχι. Ήλιος και θερμοκρασία 30 - 32 βαθμών με αποθάρρυναν να περπατήσω την απόσταση των 11 χιλιομέτρων και πήρα ταξί. Με 2,5 ευρώ, έφτασα 10 λεπτά αργότερα στον προορισμό μου.

Η ιστορία της Γκολκόντα

Γκολκόντα στην τελούγκου θα πει «Κυκλικός Λόφος», από το γκόλκο («γκολ» σημαίνει κύκλος) και το κο που σημαίνει «λόφος». Γκολκόντα δεν σημαίνει για τους Ινδούς απλώς έναν τόπο με ακρόπολη και φρούριο, αλλά μεταφορικά τον πλούτο, κάποιο πλούσιο ορυχείο ή και μια πηγή πλουτισμού, καθώς η πόλη ήταν διάσημη στον Μεσαίωνα για τα αδαμαντωρυχεία της. Από αυτή πήρε το όνομά της μια μικρή πόλη του Ιλινόις, έδρα μιας από τις 102 κομητείες της πολιτείας, της Πόουπ. Σύμφωνα πάντως με άλλη ερμηνεία, ονομάστηκε έτσι από το Γκόλα και το Κόντα που σημαίνει «Λόφος του Βοσκού».

Η Γκολκόντα υπήρξε πρωτεύουσα του σουλτανάτου της τουρκομάνικης σιιτικής δυναστείας Κουτάμπ Σάχι από το 1518 ώς το 1687, οπότε κατελήφθη από τον αυτοκράτορα των Μουγκάλ Αουρανγκζέμπ. Παρότι η δυναστεία καταλύθηκε, οι Σιίτες αποτελούν ακόμη σημαντική μειονότητα στη χώρα, καθώς υπολογίζεται ότι αποτελούν το 10% με 15% του μουσουλμανικού πληθυσμού της. Έτσι, ο σιιτικός πληθυσμός της Ινδίας είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στον κόσμο μετά του Ιράν. Άλλωστε, το σήμα κατατεθέν του Χαϊντεραμπάντ, ο τετραπλός πύργος Τσαρ Μινάρ που θα πει «Τέσσερις Πύργοι» (από την ίδια ρίζα προέρχονται ο μιναρές των τζαμιών και η μανάρα, που σημαίνει «φάρος»), χτίστηκε το 1591 από τον σιίτη σουλτάνο Κούλι Κουτάμπα Σαχ για τη δεύτερη χιλιετία του ισλαμικού χρονολογίου.

Η δυναστεία των Κουτάμπ Σάχι διοίκησε το σουλτανάτο της Γκολκόντα με πρώτη πρωτεύουσα την Γκολκόντα, προτού αυτή μεταφερθεί στο Χαϊντεραμπάντ, και καθώς είχε επηρεαστεί από τον πολιτισμό και το διοικητικό σύστημα των Περσών καθιέρωσε ως επίσημη γλώσσα την περσική, η οποία ομιλείτο ταυτόχρονα με την τελούγκου και την τοπική ούρντου, την ντεκάνι ούρντου. Είχε δε ως επίσημο νόμισμα το μοχούρ, ονομασία που προέρχεται από το περσικό «μουρ» που θα πει «σφραγίδα», κάτι σαν αντιδάνειο δηλαδή από το σανσκριτικό μούντρα, που επίσης θα πει «σφραγίδα».

Σημαντικό επίτευγμα της δυναστείας ήταν η φιλική συμβίωση ινδουιστών και μουσουλμάνων, με τους πρώτους να αναλαμβάνουν και κυβερνητικά αξιώματα. Πολιτική δηλαδή διαμετρικά αντίθετη εκείνης που θα ακολουθούσε ο Αουρενγκζέμπ που κατέλυσε τη δυναστεία, καθώς υπήρξε ακραιφνής φονταμενταλιστής, αποτελώντας σημείο αναφοράς και στη σύγχρονη Ινδία για τη θρησκευτική αδιαλλαξία. Η Γκολκόντα υπήρξε κέντρο καλλιέργειας και διάδοσης του περσικού πολιτισμού, ο οποίος πάντως σταδιακά συμμείχθηκε με τον τοπικό, δανειζόμενος έτσι την τοπική τελούγκου, σε σημείο που να αναφέρεται το βασίλειο και ως δυναστεία των Τελούγκου σουλτάνων.

Αναγνώρισα με μεγάλη ευκολία αυτό το κράμα των πολιτισμών στην ακρόπολη, καθώς παρατηρούσα ταυτόχρονα περσικά, μουγκάλ, αραβικά και ινδουιστικά στοιχεία. Ανεβαίνοντας την ακρόπολη, πέρασα από το Τζαμί του Ιμπραήμ, με τους δύο χαρακτηριστικούς κομψούς μιναρέδες εκατέρωθεν και τις τοξωτές καμάρες στην πρόσοψη.

Ο ναός της Κάλι

Προχωρώντας, την προσοχή μου τράβηξε ο μικρός ινδουιστικός ναός Σρι Τζαγκάμπα Μαχακάλι. Λέγεται ότι τον ανακάλυψαν βοσκοί, οπότε τεκμαίρεται πως οι μουσουλμάνοι τοπικοί κυβερνήτες σεβάστηκαν τις άλλες θρησκείες. Πέτρινα σκαλιά, ζωγραφισμένα με λουλούδια και πορτοκαλί με κίτρινα σχέδια, γκράφιτι της θεάς Κάλι και δύο ζωγραφισμένοι φρουροί εκατέρωθεν της εισόδου που απομακρύνουν τους άπιστους έδιναν τον ινδουιστικό τόνο στην ακρόπολη. Τόνος που γίνεται κυρίαρχος στη γιορτή Μπονάλου, επίσημη γιορτή στην Τελάνγκανα. Σε αυτή, κόκκινοι φορητοί οβελίσκοι με άνθη και εικόνες της θεάς, οι θοτέλλα, μαζί με εικόνες της Κάλι μεταφέρονται εν πομπή σε άρματα. Με μικρότερους "θοτέλλα" στολίζονται οι ναοί και τα κτήρια, ενώ κρέμονται και ως τάματα σε νημ, δένδρα που θυμίζουν τα πασχαλόδενδρα Απρίληδες.

Η θέα από το Μπαραντάρι

Φτάνοντας στην κορυφή, στάθηκα μπροστά στο στενόμακρο ωχροκίτρινο μπαραντάρι να απολαύσω την πανοραμική θέα στην πόλη. Μπροστά μου έβλεπα σκαλιά, μονοπάτια, πέτρινα τείχη, πράσινο ολόγυρα και στα βάθος απλωμένο το Χαϊντεραμπάντ σε τριχρωμία καφέ, πράσινου και άσπρου που καθώς συναντούσε στον ορίζοντα το μπλε του ουρανού γινόταν τετραχρωμία. Μπαραντάρι είναι αρχιτεκτονικός όρος. Με αυτόν οι Ινδοί εννοούν κτήριο, πολύ συχνά περίπτερο, με τέσσερις κλειστούς διαδρόμους ολόγυρα και 12, 16 ή και 20 θύρες οι οποίες επιτρέπουν να περνά αέρας. Συνήθως χρησιμοποιούταν λόγω της ακουστικής του ως αίθουσα μουσικής και χορού. Πολύ συχνά δίνονταν παραστάσεις χορού μούτζρα. Αυτός συνδυάζει στοιχεία κατάκ, κλασικού χορού που αναπαριστά μύθους των περιπλανώμενων βάρδων και παραμυθάδων στην αρχαία βόρεια Ινδία (“κατάκ” στα σανσκριτικά θα πει «ιστόρημα» και «έπος» και κατάκα είναι ο αφηγητής που τα παρουσιάζει με χορό, μουσική και τραγούδι, όπως συνέβαινε και στην αρχαία Ελλάδα) και τοπικής μουσικής, με θέματα παρμένα από ινδουιστική και μουσουλμανική (συχνά σουφικής και περσικής καταγωγής) παράδοση.

Το μπαραντάρι αυτό, γνωστό ως Ταραμάτι, ολοκληρώθηκε την δεκαετία του 1880 και ανεγέρθηκε από τον έβδομο σουλτάνο της Γκολκόντα Αμπντουλάχ Κουτάμπ Σαχ, ο οποίος το αφιέρωσε στην αγαπημένη του εταίρα δίνοντάς του το όνομά της.

Καθώς από την πρώτη κιόλας ματιά εισερχόμενος από την κύρια πύλη εισόδου, την Μπάλα Χισάρ, μου είχε φανεί η ακρόπολη ένα επιβλητικό αρχιτεκτονικό αριστούργημα, με τα μήκους 10 χιλιομέτρων τείχη, προσπάθησα να φέρω στη φαντασία μου την εικόνα πώς θα ήταν πριν 400 χρόνια με τα 87 ημικυκλικά προπύργια, τις οκτώ πύλες, τις τέσσερις κινούμενες γέφυρες, τα βασιλικά διαμερίσματα, τους κήπους, τους ναούς, τα τζαμιά και την περίφημη Φατέχ Νταρβάζα ή Πύλη της Νίκης στο κάτω μέρος του συγκροτήματος. Από αυτή εισήλθε ο Αουρανγκζέμπ όταν κατέλαβε το φρούριο, ένα θαύμα ακουστικής, αφού ένα χτύπημα των χεριών κάτω από ένα συγκεκριμένο σημείο στον θόλο ακούγεται μέχρι την κορυφή. Η ανάβαση που έκανα δεν ήταν τόσο άνετη όσο φαινόταν αρχικά. Πάνω από 300 σκαλιά και 2 χιλιόμετρα ώς την κορυφή, έστω και απόγευμα με τον ήλιο να έχει αρχίσει να πέφτει, δεν ήταν και τόσο εύκολη υπόθεση. Τα σωζόμενα όμως κτήρια, η ιστορία του φρουρίου και κυρίως η μαγευτική θέα άξιζαν τον κόπο και με το παραπάνω. Ειδικά καθώς από τα 120 μέτρα έβλεπα ακόμη οικογένειες στο πράσινο, ξεναγούς να εξηγούν την ιστορία του φρουρίου σε τουρίστες και παιδιά που έπαιζαν. Αφού είδα και τη δύση, άρχισα να κατεβαίνω, έχοντας ικανοποιήσει ακόμη μία ταξιδιωτικής φύσης περιέργειά μου.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL