Live τώρα    
23°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
21.1°C25.3°C
3 BF 46%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
23 °C
20.2°C24.2°C
2 BF 48%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
18.8°C21.0°C
3 BF 64%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
22 °C
19.3°C21.8°C
2 BF 68%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
25 °C
24.5°C24.5°C
3 BF 40%
Δημόσιο πανεπιστήμιο και μορφωτικό ιδεώδες
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Δημόσιο πανεπιστήμιο και μορφωτικό ιδεώδες

ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ

Η δημόσια διάσταση του πανεπιστημίου σημαίνει κατά βάθος ότι αυτό αποτελεί χώρο πρόσφορο για τη συνειδητοποίηση της σπουδαιότητας των βασικών όρων της κοινωνικής αναπαραγωγής. Τέτοιοι όροι είναι η εγγύηση της ζωής, της ειρήνης, της εργασίας, της κοινωνικής ευημερίας, της διατροφής, του περιβάλλοντος, η διάσωση του πολιτισμού. Ως εκ τούτου, αρμόζει η προάσπιση της δημόσιας ανώτατης εκπαίδευσης ως κοινωνικού αγαθού και δημόσια προσφερόμενης υπηρεσίας με ευθύνη του δημοκρατικού κράτους. Η εμμονή στον δημόσιο χαρακτήρα του πανεπιστημίου σημαίνει ακόμη την επιθετική ανάδειξη των στοιχείων υπεροχής του απέναντι σε ποικιλώνυμα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.

Χάρη στη δημόσια διάστασή του το πανεπιστήμιο συνδέεται με την ευρύτερη δημόσια σφαίρα της κοινωνίας. Διασυνδέεται επίσης με τους αναγκαίους πολιτικούς όρους, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η συνειδητοποίηση των όρων της κοινωνικής αναπαραγωγής και η δίκαιη ρύθμισή τους. Τέτοιος όρος είναι κατεξοχήν η πολιτική συμμετοχή σε πλαίσιο δημοκρατικού κράτους δικαίου. Επίσης, σε μικρότερη κλίμακα, η δημοκρατική αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, το πανεπιστημιακό άσυλο και η ακαδημαϊκή ελευθερία των διδασκόντων.

Ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός μάς κληροδότησε μία κριτική θεωρία του ανθρώπινου υποκειμένου, ως όντος που (μπορεί, αλλά και οφείλει να) σκέπτεται, πράττει, απολαμβάνει τον βίο αυτόνομα και υπεύθυνα, ατομικά και συλλογικά. Σε μια κοινωνική συνύπαρξη της οποίας τη μορφή και το περιεχόμενο συμπροσδιορίζει μαζί με τους άλλους σε συνθήκες ίσης ελευθερίας. Επομένως, στον βαθμό που οι επικρατούσες σχέσεις εξουσίας και οι κατεστημένες μορφές γνώσης αντιστέκονται στη χειραφέτηση των ανθρώπων, είναι δεκτικές κριτικής στη θεωρία και αμφισβήτησης στην πράξη.

Το μορφωτικό ιδεώδες που προσήκει σε αυτή την κριτική θεώρηση του ανθρώπινου όντος –και τελικά της ίδιας της κοινωνίας– συνίστατο σε ανάπτυξη των ικανοτήτων για θεωρητικό στοχασμό, για ηθικά και πολιτικά υπεύθυνη δράση και για αισθητική απόλαυση. Με προοπτική να καταστούν οι άνθρωποι ικανοί για προσωπικό αυτοπροσδιορισμό άξιο λόγου, αλλά και για σύμπραξη στη δημοκρατική διαχείριση της κοινωνίας και της γνώσης για το κοινό καλό. Έλλογη πολιτική δράση είναι δυνατή από υποκείμενα έλλογα τόσο στο γνωστικό όσο και στο πρακτικό επίπεδο του βίου. Το ιδεώδες αυτό ελαύνεται από μία κριτική φιλοσοφία του υποκειμένου, ως θεωρίας των δυνάμεων που το ανθρώπινο γένος ξεδιπλώνει στην ιστορική του πορεία. Τέτοια είναι και η ικανότητα του πρακτικού Λόγου να αξιολογεί τα τεκταινόμενα, το υπάρχον και το μέλλον, με τρόπο έλλογο και κριτικό.

Μέσα από τη διατομική επικοινωνία, σύμφωνα με γενικούς νόμους ελευθερίας και ισότητας, τα άτομα διαμορφώνονται σε κοινωνικά όντα και μπορούν να απολαύσουν τους καρπούς του πολιτισμού, ως συλλογικής ανθρώπινης δραστηριότητας. Χάρη στην παιδεία που λαμβάνουν και τη μεταξύ τους επικοινωνία αποκτούν τη δυνατότητα να εννοήσουν τα συμφέροντα των άλλων, καθώς και γενικότερα συμφέροντα της κοινωνίας, σε συνάρτηση με τις προσωπικές τους προσδοκίες.

Η δυνατότητα αυτή συντρέχει κατ' εξοχήν οσάκις η επιστημονική γνώση της φύσης και του κόσμου μπορεί να αποτελεί και η ίδια αντικείμενο στοχασμού και φιλοσοφικής κριτικής. Γι' αυτό τον λόγο ξεφεύγει από το επίπεδο της κοινωνικής αυθορμησίας, της καθημερινότητας, της εμπειρικής και αποσπασματικής γνώσης και έλκεται από τις ιδέες του ελεύθερου και υπεύθυνου αυτοκαθορισμού, που πρέπει να διέπουν και την ατομική δράση καθενός και τη βασική δομή της κοινωνίας.

Ήδη υπό το πρίσμα της πρακτικής φιλοσοφίας του Διαφωτισμού –τόσο στη σμιθιανή εκδοχή του όσο και στη ρουσσοϊκή και την καντιανή– η «αγορά» δεν είναι ο κατάλληλος τόπος για παρόμοιο διαλογισμό, για τον απλό λόγο ότι σ' αυτήν εκδηλώνονται εγωιστικά συμφέροντα των ανθρώπων ως οικονομικών υποκειμένων και μόνον, και μάλιστα σε γενικευμένο ανταγωνισμό μεταξύ τους. Στο πλήθος των οικονομικών υποκειμένων που πασχίζουν για κέρδος και επιβολή, με αυθαίρετες και ανταγωνιζόμενες αποφάσεις, αντιπαρατίθεται η δυνατότητα, ως διαρκές πολιτικό αλλά και εκπαιδευτικό αίτημα, ενός διαφωτισμένου λαού, αποτελούμενου από ελεύθερους και υπεύθυνους δρώντες, ικανούς να σκέπτονται και να αποφασίζουν με όρους γενικού συμφέροντος.

Η ιδιοφυής τοποθέτηση του Καντ στην περίφημη Διένεξη των Σχολών (1798) παραμένει επίκαιρη σχετικά με το θέμα πώς να οργανώνονται οι πανεπιστημιακές σχολές και οι οικείες περιοχές αλήθειας, τις οποίες οι πρώτες διακονούν, σε συνάρτηση με την κοινωνία των προσώπων ως ιδιωτών και με την κρατική εξουσία. Οι άνθρωποι του λαού, η «αγορά», όπως λέγεται σήμερα, επιθυμούν απλώς να κερδίζουν τις δίκες, ακόμη κι αν το δίκιο δεν είναι με το μέρος τους. Εύχονται να βρίσκουν ιερωμένους που να τους συγχωρούν με ευκολία τα κρίματά τους, αντί να τους διαφωτίζουν για τις προϋποθέσεις μίας αυτόνομα αποφασισμένης από τους δρώντες ηθικής στάσης ζωής. Ιατρούς που απλώς να τους θεραπεύουν, μόλις αρρωστήσουν, αντί να τους εμφυσούν συγχρόνως φρόνημα πρόληψης και μετρημένης ζωής. Σε αυτές τις αυθόρμητες παραστάσεις περί της ζωής θα αντιστοιχούσαν αφιλοσόφητες σπουδές νομικής, θεολογίας, ιατρικής, με αντίστοιχο χρησιμοθηρικό και τεχνικό περιεχόμενο.

Σε αυτό το καντιανό κείμενο κατατίθεται ήδη ένας λόγος περί της επιστήμης και της φιλοσοφίας κριτικός προς την (νεοφιλελεύθερη) ιδέα για αναπροσαρμογή των σπουδών σύμφωνα με τις απαιτήσεις του «κόσμου», της «αγοράς». Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αυτοκατάργηση του διορθωτικού δυναμικού της επιστήμης και της φιλοσοφίας, με επιστροφή τους στην απροσδιοριστία της εμπειρικής πραγματικότητας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι οι ελάχιστες προσπάθειες άρθρωσης φιλοσοφικού λόγου νεοφιλελεύθερης εμπνεύσεως ακριβώς εξυμνούν την αυθορμησία της «αγοράς», την απροσδιοριστία της ίδιας της έννοιας «κοινωνία», ως ενός μηχανισμού ασύνδετων και αλληλοσυγκρουόμενων αποφάσεων και όχι ως συνόλου αξιολογήσιμων σκοπών.

Η οικονομική επιστήμη που αντιστοιχεί σε τέτοιον φιλοσοφικό προσανατολισμό κατατρίβεται σε τεχνικές οδηγίες για μεγιστοποίηση των ωφελειών που επιδιώκουν τα ανταγωνιζόμενα οικονομικά υποκείμενα. Δεν επιθυμεί να διαλογισθεί π.χ. ως προς τις προϋποθέσεις κοινωνικής ευημερίας και οικονομικής προόδου, επωφελούς για τους οικονομικά ασθενέστερους, με πνεύμα αλληλεγγύης και οικολογικής επαγρύπνησης. Παρά ταύτα, ακόμη και με τους δικούς της επιστημολογικούς όρους, παρόμοια οικονομική «επιστήμη» αποτυγχάνει στον γνωστικό στόχο που θέτει η ίδια, για τον απλό λόγο ότι αγνοεί τις κοινωνικές παραμέτρους, τις δομές της συνολικής κοινωνίας, μέσα στις οποίες η εγωιστική δράση των ατόμων μπορεί να επιτύχει ή όχι.

Η επαγγελία του Διαφωτισμού ενέκειτο στην απελευθέρωση του ανθρώπινου γένους από τα δεσμά της άγνοιας, του σκοταδισμού, της τυραννίας, της καταπίεσης των μεν από τους δε. Το ιδεώδες αυτό τίκτει μία μεροληπτικότητα των στοχαζόμενων ανθρώπων υπέρ του Ορθού Λόγου. Ο στοχασμός τους δεν είναι ηθικοπολιτικά ουδέτερος, εφόσον υπαγορεύεται από ένα γνωσιακό, αλλά και ηθικοπρακτικό καθήκον που κατατείνει στην προώθηση αυτού του σκοπού. Η ανάπτυξη της παιδείας, αν και αποτελεί αυτοσκοπό για τη μορφωτική ανάπτυξη των ανθρώπων ήδη στο ιστορικό παρόν, συνδέεται έτσι με την ιστορική δυνατότητα μετάβασης σε μία καλύτερη κοινωνία, στην πανανθρώπινη χειραφέτηση. [

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL