Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.2°C22.9°C
3 BF 62%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
14 °C
11.3°C16.6°C
1 BF 88%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
19 °C
18.8°C28.2°C
6 BF 72%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
28 °C
26.1°C27.8°C
6 BF 26%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
14.9°C18.0°C
4 BF 94%
Σχολικές βιβλιοθήκες και πολιτική βιβλίου: Εκπαίδευση... στο ράφι
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Σχολικές βιβλιοθήκες και πολιτική βιβλίου: Εκπαίδευση... στο ράφι

Στη χώρα μας δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένη η κουλτούρα της βιβλιοθήκης. Η καλλιέργεια της ανάγνωσης δεν υπήρξε ποτέ πολιτικός στόχος της Αριστεράς, παρά τις γενικόλογες κατά καιρούς διακηρύξεις. Η Παιδεία μας, ενθαρρύνοντας τις σπουδές του ενός βιβλίου και της αποσπασματικής γνώσης, δεν δεξιώθηκε με ενθουσιασμό τον θεσμό των σχολικών βιβλιοθηκών.

Κι όμως, η πολιτική για τις σχολικές βιβλιοθήκες θα μπορούσε να αποτελέσει πεδίο εφαρμογών μιας ριζοσπαστικής διασύνδεσης της Παιδείας με τον Πολιτισμό. Η θέση της Παιδείας ως ακρογωνιαίου λίθου στο πολιτισμικό οικοδόμημα είναι καθοριστικής σημασίας για να αλλάξουμε ως χώρα πολιτισμικό παράδειγμα, να... γυρίσουμε σελίδα. Ας θυμηθούμε ότι ο Γκράμσι στις επεξεργασίες του για την «οργάνωση της κουλτούρας» ξεκινούσε από την κριτική του ιταλικού εκπαιδευτικού συστήματος και αναφερόταν ξεχωριστά στον λειτουργικό χαρακτήρα των βιβλιοθηκών για τον προσανατολισμό της Παιδείας και του Πολιτισμού.

Στην εποχή της μαζικής κουλτούρας και της ηλεκτρονικής δημοκρατίας, όμως, αυτές οι προσεγγίσεις δεν επαρκούν. Δυστυχώς, αντί να συζητούμε για τους τρόπους με τους οποίους οι σχολικές βιβλιοθήκες δεν θα αποτελούν τον φτωχό συγγενή σε ένα μελλοντικό Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών, είμαστε υποχρεωμένοι πριν απ' όλα να συζητήσουμε τους όρους επαναφοράς ενός καταργημένου στην πράξη θεσμού. Εδώ και δύο χρόνια, ο θεσμός που με καθυστέρηση δεκαετιών μετακενώθηκε στην ελληνική πραγματικότητα, μόλις το 2000, πνέει τα λοίσθια και ακολουθεί τη μοίρα τόσο της «εθνικής» πολιτικής για το βιβλίο όσο και της χειμαζόμενης ελληνικής εκπαίδευσης. Η βιβλιοθήκη θεωρείται πια πολυτέλεια στο φτωχό και αγρίως ταξικό σχολείο της νέας εποχής.

Τον Σεπτέμβριο του 2011 εστάλη στα σχολεία η εγκύκλιος με υπογραφή της τότε υπουργού κ. Διαμαντοπούλου που ζητούσε την παράδοση του εξοπλισμού των 757 σχολικών βιβλιοθηκών στους διευθυντές της σχολικής μονάδας. Από τότε μέχρι σήμερα, για τρίτη συνεχή χρονιά, οι πάλαι ποτέ σχολικές βιβλιοθήκες υπολειτουργούν, αν δεν παραμένουν εντελώς κλειστές. Το υπουργείο Παιδείας κάθε χρόνο, περίπου τον Νοέμβριο, στέλνει στα σχολεία μια απίστευτης φαιδρότητας εγκύκλιο με την προτροπή να ανοίγουν, με ευθύνη του διευθυντή, από ένα έως τρία δίωρα την εβδομάδα! Στις βιβλιοθήκες τοποθετούνται εκπαιδευτικοί που βρίσκονται στη διάθεση του ΠΥΣΔΕ ή συμπληρώνουν ωράριο, προφανώς χωρίς ειδικές γνώσεις, χωρίς επιμόρφωση και κυρίως αγνώστων προθέσεων και βιβλιοφιλικών ενδιαφερόντων. Με αυτόν τον τρόπο, που με το πρόσχημα της εξοικονόμησης λειτουργικών δαπανών αδυνατεί να κρύψει τη βαθιά περιφρόνηση του κράτους προς τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς, το υπουργείο Παιδείας κατάφερε να ξηλώσει ό,τι σημαντικότερο στήθηκε με μεράκι και ψυχή στα ελληνικά σχολεία.

Η ενδεκαετής λειτουργία του θεσμού, ωστόσο, ανέδειξε περισσότερες δυνατότητες απ' όσες υλοποίησε. Το έργο των σχολικών βιβλιοθηκών συνδέθηκε άτυπα και μάλλον σπασμωδικά με την «εθνική» πολιτική για το βιβλίο, όπως αυτή υλοποιήθηκε μέσω του ΕΚΕΒΙ. Σε πολλές περιπτώσεις οι βιβλιοθήκες μετατράπηκαν σε λέσχες ανάγνωσης, εργαστήρια δημιουργικής γραφής, χώρους έρευνας και διαλόγου, αλλά και εκθέσεων, προβολών και ημερίδων. Αυτή την εμπειρία οφείλει να την αξιοποιήσει μια μελλοντική κυβέρνηση της Αριστεράς, αποφεύγοντας όμως τις παγίδες που κρύβονται πίσω από τις κρατικές δράσεις για τον Πολιτισμό και την Παιδεία.

Οποιαδήποτε συζήτηση σήμερα για την επίσημη πολιτική του βιβλίου απαιτεί αναστοχασμό γύρω από τη σχέση του κράτους με τον Πολιτισμό. Η συζήτηση για τον ρόλο του κράτους στην «οργάνωση της κουλτούρας» αποτελεί στρατηγική προϋπόθεση για τη μεθόδευση των πολιτικών παρεμβάσεων μιας αριστερής κυβέρνησης. Ιδιαίτερα μάλιστα αν είμαστε αποφασισμένοι να αντλήσουμε από τα διδάγματα που μας κληροδότησε η κακή εμπειρία των πολιτισμικών πρακτικών του παρελθόντος. Η μορφή, οι μηχανισμοί και οι λειτουργίες του κράτους έναντι του Πολιτισμού, ως λεπτό ιδεολογικό ζήτημα που είναι, θα κρίνουν τελικά και την αποτελεσματικότητα των επιμέρους πολιτικών παρεμβάσεων.

Η Αριστερά οφείλει να επεξεργαστεί σύγχρονες θέσεις που θα υποβαθμίζουν τον ρόλο του κράτους ως «πολιτισμικού εργοδότη» και που ενδεχομένως θα περιέχουν τολμηρά ανοίγματα μετάθεσης της ευθύνης για τη λειτουργία των βιβλιοθηκών στις ίδιες τις σχολικές μονάδες και τους καθηγητές. Για να αποφύγουμε τη γραφειοκρατική παγίδα που, ακόμη χειρότερα, σε μια συγκεντρωτική «εθνική» πολιτική βιβλίου μπορεί να περιπέσει σε λογοκριτικές πρακτικές, υπερεκτιμήσεις για ιδεολογικούς λόγους ημέτερων συγγραφέων και εκδοτικών οίκων και άρα στην εξυπηρέτηση συντεχνιακών συμφερόντων από το «κράτος-εργοδότη», πρέπει να καταλήξουμε στη λειτουργία του θεσμού μακριά από τις εξουσιαστικές σχέσεις που συνεπάγεται η παραδοσιακή μορφή ενός παρασιτικού κρατισμού. Οι σχολικές βιβλιοθήκες και κατ' επέκταση το Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών πρέπει να λειτουργήσουν σε συνθήκες «σχετικής αυτονομίας» (Αλτουσέρ) και όχι ως ασφυκτικός μηχανισμός αναπαραγωγής ιδεολογίας.

Είναι αδήριτη λοιπόν η αναγκαιότητα να ανοίξει έγκαιρα η Αριστερά και πάλι την ξεχασμένη, αλλά κρίσιμη και εξαιρετικά επίκαιρη, εν όψει προοπτικής εξουσίας, θεωρητική συζήτηση για τον ρόλο του κράτους. Η Αριστερά, επειδή τα φαντάσματα του ιστορικού παρελθόντος της καραδοκούν, πρέπει σήμερα να φανταστεί και να σχεδιάσει ένα κράτος ανοιχτό, αντιγραφειοκρατικό και ευέλικτο, με κατοχυρωμένες θεσμικά τις διαδικασίες δημόσιου και δημοκρατικού ελέγχου του. Ειδάλλως, πολύ φοβάμαι ότι σε όλα τα πολιτισμικά μέτωπα θα αναπαράγονται αποτυχημένες συνταγές κρατικοδίαιτου πολιτισμού, βασισμένες στην αντιαναπτυξιακή λογική των επιχορηγήσεων.

Οι όποιες προτάσεις επανασυγκρότησης του θεσμού των σχολικών βιβλιοθηκών περνούν αναπόφευκτα και από τον δρόμο της απάντησης του πιεστικού ερωτήματος «τι σχολεία θέλουμε και για ποια κοινωνία». Αν η Αριστερά δεν απαντήσει πειστικά πρώτα σε αυτά τα ερωτήματα, που ενέχουν ιδεολογία, δεν θα μπορέσει να χειριστεί την πολυπλοκότητα των ζητημάτων με τα οποία θα έρθει αντιμέτωπη. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα παρουσιάσει μια βελτιωμένη εκδοχή του υπάρχοντος. Και είναι κρίμα όταν οι ιστορικές δυνατότητες που της δίνει η συγκυρία είναι ανατρεπτικές.

Οι σχολικές βιβλιοθήκες πρέπει να γίνουν το κέντρο μιας αποκεντρωμένης ως προς τις δραστηριότητες, τις ευθύνες και τις αρμοδιότητες σχολικής μονάδας. Δεν είναι καθόλου ουτοπικό να τις αξιοποιήσουμε ως τον κεντρικό άξονα μιας ριζικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Μπορεί έτσι να γίνουν το κατάλληλο μέσο διεμβόλισης των αναχρονιστικών μεθόδων διδασκαλίας, ανανέωσης των αναλυτικών προγραμμάτων και χωροταξικής αναδιάρθρωσης του σχολείου. Με λίγη φαντασία και πολλή διάθεση είναι δυνατόν να μετατραπούν σε πνευματικές κυψέλες των αθηναϊκών γειτονιών, των επαρχιακών πόλεων, των χωριών και των νησιών. Ακόμα καλύτερα, να γίνουν μοχλός εξωστρέφειας της σχολικής μονάδας και σύνδεσης με την τοπική κοινωνία, υποκαθιστώντας τον ανύπαρκτο θεσμό των λαϊκών βιβλιοθηκών.

Μέσα σε ένα τέτοιο αποκεντρωμένο πλαίσιο λειτουργίας, δεν ξέρω τι νόημα θα είχε η διατήρηση του φθαρμένου επιθετικού προσδιορισμού «εθνική» που τίθεται με ευκολία σε όλες τις πρωτοβουλίες για την κρατική πολιτική του βιβλίου. Αυτό το βαρύγδουπο «εθνική», στις περισσότερες περιπτώσεις των πολιτικών του χρήσεων και καταχρήσεων, δύσκολα μπορεί να αποκρύψει την αμηχανία που συνοδεύει τη χρήση του. Η επίκληση σε μια «εθνική» πολιτική είναι ίσως ο εναργέστερος τρόπος για να καλύψει κανείς το απόλυτο κενό πολιτικής. Και προφανώς δεν υπονοώ καθόλου ότι μια τέτοια πολιτική δεν πρέπει να έχει εθνικό (και κοραϊκό ακόμα καλύτερα...) ορίζοντα προσδοκιών.

Οι σχολικές βιβλιοθήκες για τη δημοκρατία μας είναι έργο υποδομής και υπομονής. Όπως πρέπει δηλαδή να είναι όλες οι ουσιαστικές πολιτικές παρεμβάσεις. Αλλά και όπως ακριβώς λειτουργεί η ανάγνωση, που με υπομονή χτίζει τη διανοητική υποδομή του ατόμου.

Το βιβλίο δεν πρέπει να πάψει ποτέ να αποτελεί προνομιακό στοιχείο της αξιακής αυτοπεποίθησης της Αριστεράς. Αρκεί να το εμπιστεύεται.

* Ο Κώστας Καραβίδας είναι φιλόλογος

Το κείμενο σε μια πρώτη μορφή ακούστηκε στην εκδήλωση του Τμήματος Βιβλίου του ΣΥΡΙΖΑ "Δημόσιες βιβλιοθήκες: χώροι συνάντησης και διαπαιδαγώγησης αναγνωστών" την Τετάρτη 29 Ιανουαρίου, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων "Τρεις Τετάρτες για το βιβλίο".

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL