Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
18.2°C22.0°C
1 BF 47%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
18 °C
14.7°C21.2°C
2 BF 57%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.0°C19.4°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
18.8°C21.5°C
1 BF 61%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
14.9°C18.4°C
2 BF 63%
Η πολιτική της λογοτεχνίας
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η πολιτική της λογοτεχνίας

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, Οι εστέτ, εκδόσεις Poema, σελ. 112

Έχω την εντύπωση ότι Οι εστέτ του Κώστα Βούλγαρη υπηρετούν (όπως και πολλά άλλα κείμενά του) ένα είδος κριτικής της λογοτεχνίας, το οποίο με επιτυχία επιχειρεί να ακυρώσει το στερεότυπο των νεοελληνικών μας κριτικών εγχειρημάτων, τα οποία συνήθως εμπλέκονται στο δίπολο μορφής και περιεχομένου, τόσο στον χώρο της κριτικής της λογοτεχνίας όσο και στον αμφίσημο χώρο της πολιτικής της λογοτεχνίας. Είναι γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο που τα κείμενα τού υπό συζήτηση τόμου συγκροτούν μιαν ατμόσφαιρα και ένα κλίμα αναστοχασμού του παλιού και του νέου, του ήδη αξιολογημένου και του υπό αξιολόγηση, ενός αναστοχασμού σύμφωνα με τον οποίο η μορφή σημασιοδοτεί το περιεχόμενο και το περιεχόμενο σημασιοδοτεί τη μορφή, κατά τρόπον ώστε η κριτική, αφ' ενός μεν να απαλλάσσεται από τις κάθε είδους στερεοτυπίες της (λογοτεχνικές, πολιτικές, ιδεολογικές και άλλες) και αφ' ετέρου να προβάλλεται ως ερμηνευτική κειμένων και λογοτεχνικών ρευμάτων με τη βαρύτητα με την οποία η ερμηνευτική εμπλουτίζει τα έργα και τις ημέρες των κειμένων και των συγγραφέων τους.

Ήδη, στο οιονεί προλογικό του σημείωμα, ο Βούλγαρης φανερώνεται εξαιρετικά δηλωτικός των κριτικών του προθέσεων. "Οι ίδιες σκέψεις", γράφει, "αν διαταχθούν διαφορετικά δεν σχηματίζουν ένα νέο είδος λόγου, όμως οι ίδιες λέξεις αν διαταχθούν διαφορετικά σχηματίζουν τελείως άλλες σκέψεις". Πιστεύω ότι εδώ φανερώνεται με πλήρη διαύγεια η προθετικότητα του συγγραφέα: ο τρόπος με τον οποίο οι λέξεις των κειμένων αποκαλύπτουν την εννοιολόγησή τους, ενώ ταυτοχρόνως η εννοιολόγηση των κειμένων υποκινεί τη διάταξη των λέξεων σε ένα καλώς συγκερασμένο όλον μεταξύ γραφής και πρόθεσης της γραφής.

Αυτός ακριβώς ο συγκερασμός διατρέχει όλα τα κείμενα του Βούλγαρη. Από τον Εμμανουήλ Ροΐδη, μέχρι τον Καρυωτάκη του Λεοντάρη, τον Νεκρόδειπνο του Σινόπουλου, τον Καβάφη του Λαμπρίδη, τον Καίσαρα Εμμανουήλ του Καββαδία, τον "αληθινό Παλαμά" του Ζαχαριάδη κ.λπ., στη γραφή του δεσπόζει η άρμοση του πολιτικού με το κειμενικό, ή καλύτερα η συνάρμοση των πολλαπλών στοιχείων της κειμενικότητας με την πολυπλοκότητα της πολιτικής τους καταγωγικότητας, της πολιτικής νοουμένης ως χώρου αισθητικά διευρυμένου, έτσι ώστε να βρίσκεται πάντα σε σύμπλεξη με τον επανακαθορισμό των λεκτικών υφάνσεων που τον συγκροτούν.

Υπό την έννοια αυτή, αποκαθίσταται μια σημαίνουσα και αναστοχαστική συνομιλία με τα κείμενα, η οποία πραγματοποιείται ανάλογα με όσα ο συνομιλητής κομίζει στα κείμενα, και με αυτόν τον τρόπο "εξαναγκάζει" τα κείμενα να συνομιλήσουν μαζί του ανοιχτά, διανοίγοντας ταυτοχρόνως νέες διόδους εκδήλωσής τους και κατά συνέπεια νέες διόδους αξιολόγησής τους μέσα από την απροκάλυπτη συνομιλία μαζί τους.

Προς ενίσχυση των όσων ισχυρίζομαι, θα παραθέσω ένα απόσπασμα από τη σημαντική, όσο και περιεκτική εργασία του Βούλγαρη για τον Εμμανουήλ Ροΐδη. Γράφει ο Βούλγαρης: "Μήπως είναι προτιμότερο να ασχοληθούμε με το 'περιεχόμενο' της Πάπισσας; Προτείνω, αυτό το περιβόητο 'περιεχόμενο', ως στόρι, να το χαρίσουμε στους θεματολόγους της φιλολογίας, αφού ως κριτήριο δεν αφορά κανέναν συγγραφέα που εννοεί τη λογοτεχνία ως τέχνη, ιδιαίτερα δε τον Ροΐδη. Θα πρέπει, όμως, να σημειώσουμε ότι αυτό το ‘περιεχόμενο' είναι που κράτησε εν ζωή μέχρι σήμερα την Πάπισσα, και άρα οφείλουμε να το αξιολογήσουμε ως μια διορατική επιλογή του Ροΐδη, ο οποίος έτσι διεμβόλισε τα τείχη της σιωπής που μέχρι σήμερα στέκουν μπροστά από την Πάπισσα, νοούμενη ως λογοτεχνικό έργο, μπροστά από τον ίδιο ως συγγραφέα".

Το αίνιγμα του Ροΐδη και της μυθοπλασίας του είναι το αίνιγμα της λογοτεχνίας, ή καλύτερα το αίνιγμα της λογοτεχνικής αφήγησης, και διόλου δεν είναι διαφορετικό από το αίνιγμα αίφνης της Γυφτοπούλας του Παπαδιαμάντη, για να αναφερθώ στην πιο γνωστή, ίσως, περίπτωση των νεοελληνικών μας. Μέσω αυτού του αινίγματος, οι λογοτεχνικές μορφές και τα κείμενα παύουν να είναι ένα σχολαστικό αξιοπερίεργο, κατάλληλο για φιλολόγους και κριτικούς της λογοτεχνικής ορθοδοξίας, και καθίστανται δραματικά επεισόδια μέσα στη γραφή, δηλαδή μορφές και συγχρόνως περιεχόμενα της γραφής. Αντιγράφοντας τον Georg Lucacs, θα έλεγα ότι πράγματι τα κείμενα του Ροΐδη και του Παπαδιαμάντη, αλλά και τα λογοτεχνικά κείμενα εν γένει, αποκαλύπτουν "μια ζωή ποιητική σε ιστορικές, κοινωνικές και ανθρώπινες δυνάμεις οι οποίες -στη διάρκεια μιας μακράς εξέλιξης- διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ζωή μας όπως είναι και όπως τη ζούμε". Η απόφαση αυτή συγκροτεί εξάλλου και την πολιτική της λογοτεχνίας, παρά τις αλλοιώσεις, τις διαστρεβλώσεις και τους ιδεολογισμούς που ο όρος "πολιτική της λογοτεχνίας" έχει υποστεί, ακριβώς εξαιτίας της διάκρισης μορφής και περιεχομένου.

Αν ο Βούλγαρης τιτλοφορεί το βιβλίο του με τον μάλλον παρεξηγημένο όρο "Οι εστέτ", έχει ισχυρότατο λόγο να το κάνει, έναν λόγο που αφορά άμεσα την πολιτική της λογοτεχνίας. Στη δοκιμή του "Καίσαρ Εμμανουήλ και Νίκος Καββαδίας", ο Βούλγαρης γράφει: "Αλλά δεν είναι καθόλου τυχαίο πως μόνο μέσα από τη στάση του εστέτ ο Καββαδίας υπάρχει ως ποιητής, πως μόνο έτσι υπήρξαν και υπάρχουν τα ποιήματά του, διαθέσιμα και ικανά να εκφράσουν, με τέτοιο τρόπο, τη λαϊκότητα. Όχι για να την ευνουχίσουν, αλλά για να τη διαυγάσουν, μέσα από εντελώς ανοίκεια, προεξάρχοντα θεματολογικά και υπόρρητα αισθητικά, συμφραζόμενα [...] Τα ποιήματα δεν ‘απευθύνονται' και δεν ‘διεκδικούν' τον αναγνώστη, παρά μόνο τον ίδιο τον ποιητή και την ποίηση".

Ο Walter Benjamin έγραφε: "Κανένα ποίημα δεν απευθύνεται στον αναγνώστη". Το μπενγιαμινικό μοτίβο επαναλαμβάνει ο Βούλγαρης, προκειμένου να χαρακτηρίσει την πολιτική των ποιημάτων του Καββαδία ως έκφραση της λαϊκότητας, μέσω ανοίκειων και υπόρρητα αισθητικών συμφραζομένων. Και ο χαρακτηρισμός αυτός ασφαλώς δεν αφορά μόνο τον Καββαδία και τα ποιήματά του. Αφορά πρωτίστως την ουσία της ποιητικής γραφής, την ουσία μιας δομής ποιητικής σε ιστορικές, κοινωνικές και ανθρώπινες δυνάμεις. Πράγματι, σε κάθε γραφή υπάρχει μια πολλαπλότητα εικόνων η οποία συγκροτεί τη διαλεκτική της γραφής, και αυτή η διαλεκτική φέρει μέσα της εγγενώς ένα ασυνείδητο της Ιστορίας, δηλαδή μια πολιτική της αισθητικής που υποβάλλει μιαν άλλη διάταξη λέξεων, ήτοι ένα περιεχόμενο, μια αμοιβαία δράση μεταξύ πολιτικής και αισθητικής.

Εν τέλει, το βιβλίο του Βούλγαρη είναι μια σπουδή της πολυμορφίας, με την οποία αυτή η αμοιβαία δράση εισβάλλει σε παραδειγματικές περιπτώσεις των νεοελληνικών μας, ακολουθώντας τα δύο παλαιότερα, αλλά ισχύοντα εξακολουθητικά, θεωρήματα: "Οι κοινωνικές αξίες δεν υπάρχουν καθόλου ανεξάρτητα από τη γλώσσα" και "οι λεξικές, σημασιακές και συντακτικές μονάδες αρθρώνουν συλλογικά ενδιαφέροντα και μπορούν να γίνουν διακύβευμα κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών αγώνων" (βλ. Jean-Yves Tadie: Η Κριτική της Λογοτεχνίας τον Εικοστό Αιώνα). Εκείνο που ο Βούλγαρης επιτυγχάνει με τη σπουδή του είναι να επαναφέρει στον διάλογό μας με τα κείμενα και τους συγγραφείς τους αυτά τα θεωρήματα, τα οποία ίσως τα έχουμε λησμονήσει ή εξορίσει από τον κριτικό λόγο των νεοελληνικών μας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL