Live τώρα    
25°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
25 °C
23.8°C26.6°C
3 BF 36%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
20.2°C25.3°C
2 BF 35%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
20 °C
19.4°C22.1°C
3 BF 56%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
21.5°C24.7°C
5 BF 58%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
22.3°C23.9°C
1 BF 33%
Ο αυταρχισμός του αυθαίρετου
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ο αυταρχισμός του αυθαίρετου

ΤΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΚΟΥΖΕΛΗ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ, Η χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας. 20+1 ιστορίες κιτρινισμού, εκδόσεις Θεμέλιο, σελ. 288

Το βιβλίο μας θυμίζει «απλώς» 21 και κάτι «ιστορίες κιτρινισμού». Αυτό όμως το κάνει με έναν τρόπο που τους δίνει συνοχή. Πρόκειται για ιστορίες που γνωρίζουμε, που πολλές όμως τις ξεχάσαμε και επειδή απωθήσαμε το περιεχόμενο δυσφορίας, αλλά και επειδή η μνήμη μας δεν τις οργάνωσε μάλλον σε κάτι συνεκτικό, σε κάτι σαν κι αυτό που στην ουσία παρουσιάζει το βιβλίο.

Γιατί αυτό ακριβώς κάνει το βιβλίο: ιχνηλατεί μια τάση, μια δυναμική που κατονομάζει ως «κιτρινισμό». Αν και η έκφραση έχει άλλη προέλευση (την οποία ο συγγραφέας μας αφηγείται στο βιβλίο), θυμίζει κάπως ασθένεια, κάπως «κίτρινο πυρετό», κάπως έναν εκφυλισμό της δημοσιογραφίας. Με μια δάνεια μεταφορά ο Παντελάκης μας παρουσιάζει άλλωστε τη δυναμική που διαγράφει ως «μόλυνση» - «μολυσμένη ενημέρωση» λέει.

Αλλά κι ο τίτλος μας προτρέπει σε ανάλογους συνειρμούς. «Η χαμένη τιμή της Katharina Blum» του Heinrich Böll, έργο γνωστό κι από τη βραβευμένη ταινία των Schlöndorff και von Trotta, αφηγείται μια ιστορία σαν κι αυτές του βιβλίου. Ας θυμηθούμε όμως ότι η «χαμένη τιμή» σε καμιά στιγμή δεν είναι εκείνη της δημοσιογραφίας, αλλά εκείνη του θύματός της. Η Καταρίνα είναι αθώα και όχι βέβαια η γνωστή γερμανική (ακροδεξιά) φυλλάδα που εκτελεί συμβόλαια κυνηγιού μαγισσών.

Αυτό που μας δείχνει με τα 21 και κάτι παραδείγματά του το βιβλίο είναι ποια πορεία διαγράφει η τάση του μιντιακού κιτρινισμού. Τι είναι αυτό που δεν μπορεί να αναχθεί σε ένα ολίσθημα, σε μια παροδική ασθένεια, η θεραπεία από την οποία θα οδηγήσει στην προηγούμενη αθωότητα.

Στην πορεία, για την οποία το βιβλία μας δίνει απλώς διαδοχικά στίγματα, αυτό που ήταν κάποτε - ή νομίζει πως ήταν κάποτε - η δημοσιογραφία δεν θα γίνει ξανά. Το «λειτούργημα», η εκπροσώπηση της 4ης εξουσίας, ο υπέρ του λαού και στο δικό του όνομα έλεγχος των άλλων εξουσιών, η εξασφάλιση της πληρέστερης δυνατής πληροφόρησης και επομένως η άμεση συμβολή στη διαφώτιση, η κοινωνικοποίηση της γνώσης -όλα δηλαδή όσα έχει εξαγγείλει ο νεωτερικός κόσμος και τα έχει συνδέσει με τη μαζική ενημέρωση και το «επάγγελμα ρεπόρτερ»- δεν αντιστοιχούν στο τοπίο που διαμορφώνεται στις σύγχρονες κοινωνίες. Κι αυτό ισχύει ήδη λόγω των συνθηκών που επέβαλαν οι νέες τεχνολογίες, (πληροφορίας και επικοινωνίας!) καθιστώντας τον καθέναν ταυτόχρονα δυνάμει παρασκευαστή και καταναλωτή -και προπάντων μεταδότη- πληροφορίας.

Μια σημείωση σε αυτό το σημείο: η πιο κεντρική κοινωνική αποστολή των μέσων ενημέρωσης στο σημερινό κόσμο είναι ο περιορισμός της περιπλοκότητας, άρα η οργάνωση της πληροφορίας και η ανάδειξη την πιο ουσιαστικών για τη διαμόρφωση της κρίσης των πολιτών πλευρών της πραγματικότητας. Με τον ριζικό πολλαπλασιασμό των πηγών πληροφόρησης και των δεδομένων, όπως εκπροσωπείται από τον σημερινό ψηφιακό κόσμο, η αποστολή αυτή γίνεται απολύτως καθοριστική. Το ποιες όψεις αναδεικνύουν τα μέσα σε ένα περιβάλλουν απόλυτου πληθωρισμού παραστάσεων και θραυσμάτων εικόνων και ιδεών, διαμορφώνει την εκάστοτε πραγματικότητα - για το εκάστοτε κοινό τους.

Η εξέλιξη λοιπόν της πορείας που αποτυπώνει το βιβλίο μάς αφορά και πολύ πέραν της εμπλοκής μας με τα μέσα. Μας αφορά γιατί αντιστοιχεί σε μια κρίσιμη κοινωνική και πολιτική τάση του παρόντος: τη συρρίκνωση και δυνάμει εξουδετέρωση της δημοσιότητας - του δημοσίου χώρου. Ό,τι δηλαδή διαδέχτηκε τα αστικά σαλόνια και τα λαϊκά καφενεία, τον «καφέ και τη δημοκρατία» (για να θυμηθούμε τον Αζίζ Νεσίν) με την εφημερίδα στο χέρι, ό,τι σταδιακά εξελίχτηκε σε ακρόαση και θέαση -το μισάωρο οικογενειακής ανακωχής «για να δούμε ειδήσεις»- κι ό,τι σήμερα συμπυκνώνεται σε στιγμιαίες ψηφιακές αναζητήσεις και δυνητικά δίκτυα του «δες τι είδα» δεν συνιστά έναν δημόσιο χώρο.

Εκλείπει έτσι δυνάμει μια ουσιαστική και θεμελιώδης προϋπόθεση της δημοκρατίας. Εκλείπουν οι όροι ισότιμης και ενημερωμένης διαβούλευσης και διαμόρφωσης της δυνατότητας των πολιτών να κρίνουν. Στην κρίση των πολιτών στηρίζονται όμως η συμμετοχή και η εκπροσώπηση που ορίζουν τη σύγχρονη δημοκρατία, αλλά στην κρίση τους στηρίζεται και η δυνατότητά τους να ελέγξουν την εξουσία. Η μεσολαβητική λειτουργία των μέσων ενημέρωσης ως προς αυτό το τελευταίο έχει καθοριστικά μετατοπιστεί: από την ενημέρωση για τα δεδομένα και συνακόλουθα τη συν-διαμόρφωσή τους στην κατασκευή της πραγματικότητας.

Εφημερίδες, κανάλια και μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν εξασφαλίζουν τα εργαλεία κριτικής ανάγνωσης της πραγματικότητας ούτε εκπροσωπούν, δίνοντάς του χώρο και φωνή, τον λαϊκό έλεγχο στην οικοδόμηση αυτής της πραγματικότητας. Κατά αυθαίρετο τρόπο, άρρητα, την αναλαμβάνουν αντί για τους πολίτες και σε κρίσιμο βαθμό αντί της πολιτικής. Δεν πρόκειται λοιπόν απλώς για «fake» πραγματικότητα, για πλαστή ή ψευδή συνθήκη, αλλά μάλλον για μια κατασκευή που προλαμβάνει την πρόσληψη, την ερμηνεία, τη βίωση μιας πραγματικότητας που συντίθεται στα εργαστήρια των μέσων.

Κι εδώ βεβαίως ξεδιπλώνονται οι εκδοχές αυτής της κατασκευής και τα χαρακτηριστικά συστατικά της που αναλογούν στον «κιτρινισμό». Συχνά ως εκδοχές που απευθύνονται σε συγκεκριμένο ακροατήριο, εκδοχές δηλαδή που υπαγορεύονται από την ειδική σκοπιά μιας ειδικής κοινωνικής θέσης - θυμίζω ότι όλα τα μέσα έχουν τη δυνατότητα ακόμα και με το ίδιο ρεπορτάζ να απευθύνονται σε διαφορετικά ακροατήρια, διαφοροποιώντας το προσλαμβανόμενο περιεχόμενο (και φυσικά τα μέσα διαφοροποιούνται ανάλογα με τα υποκείμενα απεύθυνσής τους). Εξίσου συχνά όμως -κι εδώ τα τεκμήρια του βιβλίου είναι συντριπτικά (οι «ποιοτικές» εφημερίδες και τα «σοβαρότερα» κανάλια που γλιστρούν στον κιτρινισμό)- παράγοντας και αναπαράγοντας μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα (ας πούμε και πάλι: «κιτρινισμού») γενικευμένα. Με άμεση πρόθεση χειραγώγησης της κρίσης και της γνώμης.

Κι εδώ το περιεχόμενο αυτού του «κιτρινισμού» γίνεται προσδιορίσιμο. Γιατί αυτή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι εκείνη ακριβώς που τρέφεται από τον περιορισμό της δημοκρατίας τον οποίο συνεπάγεται η συρρίκνωση της δημοσιότητας - και αντιστρόφως. Η απουσία συνθηκών δημοκρατικής διαβούλευσης σημαίνει εγκατάλειψη του θεμελιώδους πεδίου διαμόρφωσης γνώσης στο ανεξέλεγκτο των προκαταλήψεων - και πάλι: και αντιστρόφως.

Στον νεωτερικό κόσμο οι φαινομενικά ανοργάνωτες, τυχαίες ή και αυθόρμητες προκαταλήψεις έχουν σύστημα. Αντιστοιχούν σε έναν τρόπο καθημερινής πρόσληψης του κόσμου που οργανώνεται εθνοκεντρικά με αφετηρία ένα μονίμως ανασφαλές «εγώ» ή «εμείς» και ερμηνεύει βάσει στερεοτύπων. Κι έτσι συγκροτούν συγκεκριμένες μορφές λόγου (πρακτικού - επιτελεστικού λόγου, που όταν λέει «δείτε τους» εννοεί «κάντε τους» - βλ. χαρακτηριστικά το κεφάλαιο «Ιδού ο δολοφόνος», για την Νικολούλη που καταδικάζει τον Κοροβέση) αυταρχικές μορφές, στο βιβλίο συνδεδεμένες με το είδος άμεσα πολιτικού λόγου που ονομάστηκε «αυριανισμός».

Κι αυτή είναι νομίζω η πιο σημαντική συμβολή του βιβλίου: μας δείχνει πως τέτοιες μορφές αυταρχικού λόγου παράγονται υποδειγματικά και αναπαράγονται από τα μέσα ενημέρωσης, στη θέση και στο όνομα μιας κρίσιμης κοινωνικής αποστολής, όπως θα έπρεπε να είναι η δημοσιογραφική.

Σταχυολογώ επιλεκτικά έξι κατευθύνσεις ή έξι συμπτώματα, όπως τα καταγράφει ο Γιάννης Παντελάκης:

1. Ο λόγος του κιτρινισμού καλλιεργεί και επιβεβαιώνει τη σχηματική σκέψη, εκείνη που δεν χρειάζεται και δεν θέλει να παιδευτεί.

Έτσι διακρίνει καλούς και κακούς, όπως στην περίπτωση των έτοιμων υπόπτων της 17 Νοέμβρη· κολακεύει τον αντιδιανοούμενο, δήθεν «απλό» πολίτη που είναι μακριά από τέχνες και κουλτούρα και φοβάται την ομοφυλοφιλία, όπως έκανε η Αυριανή απέναντι στο Μάνο Χατζιδάκι που την κατάγγειλε· επιβεβαιώνει και επιβραβεύει την ημιμάθεια, στο πλαίσιο της οποίας οι (υποτιθέμενοι) δημοσιογράφοι αυτοτοποθετούνται στη θέση του παντογνώστη-κριτή, που ασκεί κιόλας πολιτική και μάλιστα ανεξέλεγκτα (όπως έγινε στην υπόθεση Ματέι) αλλά και αναδεικνύεται το δυνάμει ακραίο ήθος δημοσιογράφων (σαν τους  Χατζηνικολάου και Ζαχαρέα στην παρουσίαση του τι συνέβη στην Αμάρυνθο).

2. Ο λόγος του κιτρινισμού είναι προπαγανδιστικός, επιλέγει στόχους (συνήθως συγκεκριμένες ιδέες και στάσεις, άτομα ή κοινωνικές ομάδες) και προσαρμόζει τα δεδομένα και τα γεγονότα σύμφωνα με τις ανάγκες του.

Δεν δημιουργεί τις συνθήκες συγκρότησης επιχειρήματος, δεν θέτει κάτι προς κρίση για να βγάλει το κοινό του συμπέρασμα. Δείχνει εξ αρχής πού πρέπει απαρέγκλιτα να οδηγηθεί όποιος τον ακούει ή τον διαβάζει. Κι επομένως προνοεί για τα σημεία που τα κενά απαιτούν κατασκευή υποστηρικτικών δεδομένων ή που τα άμεσα προσβάσιμα δεδομένα μπορεί να οδηγήσουν τη σκέψη σε άλλες διαδρομές. Παραπλάνηση και πλαστές, ψευδείς ειδήσεις ανήκουν έτσι στα προφανή εργαλεία. Στη Χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας καταγράφονται πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις: η δήθεν αποκλειστική ανταπόκριση του Tempo από τα φυλάκια των Ταλιμπάν, το ειρωνικό για τους Έλληνες σύνθημα των Ισπανών διαδηλωτών που δεν έγραψε ποτέ κανένας, το ρεπορτάζ του Βήματος για τη συνάντηση Καραμανλή-Ερντογάν που δεν έγινε ποτέ, αλλά και όλη η παρουσίαση της μαγικής δύναμης της φραπελιάς (και μάλιστα από το κρατικό κανάλι).

Αποκορύφωμα του προπαγανδιστικού λόγου που επενδύεται ως ενημερωτικός αποτέλεσε βεβαίως η παρουσίαση των θέσεων και των «δεδομένων» σχετικά με το δημοψήφισμα του 2015, την οποία σωστά ο Παντελάκης εκθέτει ως «Προπαγάνδα χωρίς όρια».

3. Ο λόγος του κιτρινισμού είναι συνωμοτικός, εμπορεύσιμος σε τόπους παρακρατικούς ή τόπους του αδιαφανούς κατασταλτικού μηχανισμού καθώς από τέτοια σχήματα τρέφεται, από παραπομπές σε «υπηρεσίες» που αναστέλλουν οποιονδήποτε κριτικό έλεγχο καθώς νομίμως αρνούνται την τεκμηρίωση. Οι περιπτώσεις που καταγράφει εδώ το βιβλίο αφορούν τα διαβόητα κονδύλια του ΥΠΕΞ, η περίπτωση Μιχαλόπουλου που πουλούσε «πληροφορίες» για επικείμενες τρομοκρατικές κρούσεις, η λίστα της Ασφάλειας για τα δήθεν μέλη της 17 Νοέμβρη (με τον Βότση να μαθαίνει από την εφημερίδα του ότι είναι κι αυτός μέλος), οι «ασφαλείς πληροφορίες» από την ίδια πηγή για δήθεν επικείμενες συλλήψεις που κατέστρεψαν ζωές και άλλες εξίσου απειλητικές εκφάνσεις του «αυριανισμού».

Ο Παντελάκης μας δείχνει πώς στήνεται σήμερα το κυνήγι μαγισσών και πώς, βάσει των οικείων σχημάτων του ρατσισμού και του αντισημιτισμού, ο λόγος αυτού του είδους πλησιάζει (σε «ελαφρά» εκδοχή) το ναζιστικό πρότυπο.

4. Ο λόγος του κιτρινισμού επιβεβαιώνει την κοινοτοπία και εργαλειοποιεί μια εκλαϊκευμένη και τετριμμένη «ψυχολογία» της καθημερινότητας (τον κεντρικό ρόλο εδώ αναλαμβάνουν «οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας» στα ριάλιτι). Δεν επιχειρηματολογεί, διεγείρει συναισθήματα, όπως κάνουν τόσο συχνά οι ζωντανές συνδέσεις από τους τόπους των «δραματικών γεγονότων».

5. Ο λόγος του κιτρινισμού στοχοποιεί την αυτόνομη σκέψη, το κριτικό επιχείρημα, τη διαφοροποιημένη τοποθέτηση, ως το απέναντι απειλητικό για αυτόν «άλλο». Στοχοποιεί εν τέλει την ατομική προσωπικότητα, με επικίνδυνες απολήξεις (χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις χυδαίας επίθεσης κατά των Χατζηδάκι, ο διασυρμός Ασλάνης, Κορκολή και Κορτώ) ή πάλι την εκμεταλλεύεται γελοιοποιώντας και εξευτελίζοντας, ώστε να προσφέρει «θέαμα» («δημοσιογραφία του κανιβαλισμού» την αποκαλεί ο Παντελάκης).

6. Ο λόγος του κιτρινισμού καλλιεργεί ηθικούς πανικούς με τη βοήθεια «ειδικών», άρα και ενός ψευδοεπιστημονικού ιδιώματος, όπως τόσο συχνά στα ριάλιτι και τις ασύλληπτης αυθαιρεσίας «τηλεδίκες» - κι εδώ τα παραδείγματα του βιβλίου είναι πολλά και σκληρά, καθώς αφορούν ζωές ανθρώπων (με τραγικότερη την περίπτωση του 45χρόνου εργάτη που αυτοκτόνησε το 1997 επειδή υποδείχτηκε από τον ΑΝΤΕΝΝΑ ως βιαστής της κόρης του) και μεθόδους που τρέφουν τον φανατικό ρατσισμό και σεξισμό, όπως στην περίπτωση της Αμαρύνθου.

Μια ξεχωριστή αναφορά αξίζει η φαιά ιστορία που παρουσιάζεται στο βιβλίο και έχει βάλει τη σφραγίδα της στη διαμόρφωση των πολιτικών και πολιτισμικών ηθών της χώρας, ενισχύοντας τον ακραίο αυταρχισμό: η περίπτωση των οροθετικών γυναικών του 2012. Η διαπόμπευση, ο δημόσιος, αλλά και «κρατικός», εξευτελισμός μέχρι εξουδετέρωσης δεν αποτέλεσε μόνο την ηθική αυτουργία σε θανάτους αλλά και νομιμοποίησε τις φασιστικής χροιάς δυναμικές της περιρρέουσας ατμόσφαιρας.

Τα συμπτώματα του «κιτρινισμού» είναι πράγματι ανησυχητικά. Και είναι ακόμα εκεί.

* Ο Γεράσιμος Κουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL