Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
13.4°C17.6°C
3 BF 66%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
14 °C
10.9°C15.9°C
1 BF 64%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
9.0°C15.5°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.8°C14.7°C
2 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
15 °C
13.0°C14.5°C
1 BF 75%
Η δίκαιη ανάπτυξη είναι προϋπόθεση επιτυχίας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η δίκαιη ανάπτυξη είναι προϋπόθεση επιτυχίας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων

Του Λόη Λαμπριανίδη*

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι εκείνες οι δημόσιες πολιτικές που στοχεύουν στην υποβοήθηση της οικονομικής ανάπτυξης και στον εξορθολογισμό της δομής και λειτουργίας του κράτους. Ωστόσο, καθώς οι αναπτυξιακές ανάγκες αλλά και οι αντιλήψεις για το τι συνιστά «μεταρρύθμιση» μεταβάλλονται στο πέρασμα των χρόνων, η μεταρρυθμιστική διαδικασία αποτελεί πάντοτε πολιτικό επίδικο. Για παράδειγμα, «μεταρρύθμιση» ήταν η επικρατούσα διεθνώς τάση για ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα από τη δεκαετία του 1940 και μέχρι τη δεκαετία του 1970, «μεταρρύθμιση» ήταν και η απορρύθμισή του από τη δεκαετία του 1980 και εξής. Αντίστοιχα, στο πεδίο αξιοποίησης των δημόσιων πόρων, η μετάβαση από το μοντέλο των κρατικοποιήσεων στο μοντέλο της ιδιωτικοποίησης ήταν επίσης το πέρασμα από ένα «μεταρρυθμιστικό» παράδειγμα σε άλλο, ενώ το ίδιο συνέβη στην αγορά εργασίας, όπου ο κανόνας της σχετικά σταθερής και σχεδόν διά βίου μόνιμης απασχόλησης αντικαταστάθηκε από την προσωρινή, ευέλικτη απασχόληση (ή το μείγμα ασφάλειας και ευελιξίας που έγινε γνωστό ως flexicurity).

Στην παρούσα χρονική συγκυρία, μετά από μακρά περίοδο απορρύθμισης και ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης του 2008, οι βεβαιότητες που επικράτησαν σταδιακά τη δεκαετία του 1980 και ιδίως του 1990, και οι οποίες βασίστηκαν στην απορρύθμιση διά της απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης, ήτοι στην απόδοση κυρίαρχου και συχνά αποκλειστικού (απο-)ρυθμιστικού ρόλου στην αγορά και στην αντίστοιχη απομείωση του ρόλου του κράτους, έχουν πλέον αρχίσει διεθνώς να αμφισβητούνται. Ωστόσο, δεν έχει ακόμη αναδυθεί ένα νέο, σαφές και κοινώς αποδεκτό μεταρρυθμιστικό πρότυπο.

Η αποδοχή ή η απόρριψη των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων συνδέεται με το γεγονός ότι συχνά συνεπάγονται αναδιανομή πλούτου και ευκαιριών με θετικές και αρνητικές συνέπειες που εκδηλώνονται σε διαφορετικό χρονικό ορίζοντα και διαχέονται στο σύνολο της κοινωνίας και συνεπώς δεν γίνονται άμεσα ορατές σε κάθε πολίτη. Εξαρτάται επομένως από την ένταση, το πρόσημο, τη χρονική στιγμή και τη διάρκεια αυτών των επιπτώσεων εάν και πότε οι μεταρρυθμίσεις θα συναντήσουν την αποδοχή ή την αντίδραση αντίστοιχα των θιγόμενων ή ωφελούμενων κοινωνικών ομάδων. Τούτων δοθέντων, η κυβέρνηση θεωρεί απαραίτητη την υλοποίηση συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων που έχουν θετικό κοινωνικό πρόσημο και έχει προχωρήσει ήδη στην υλοποίηση κάποιων από αυτές.

Ωστόσο, αυτό γίνεται υπό αυστηρές προϋποθέσεις, προκειμένου οι μεταρρυθμίσεις να μην οδηγούν σε πολύ δυσάρεστα κοινωνικά αποτελέσματα, όπως συνέβη τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας. Η απελευθέρωση των αγορών χρήματος, προϊόντων και εργασίας κατά κανόνα αυξάνει τον ανταγωνισμό, γεγονός που είναι κατ’ αρχάς θετικό. Ωστόσο, ενδέχεται η απορρύθμιση μιας συγκεκριμένης αγοράς στην οποία δραστηριοποιούνται εκατοντάδες ή χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις να οδηγήσει αρχικά μεν σε αυξημένο ανταγωνισμό και περιορισμένη πτώση τιμών, αλλά στη συνέχεια σε ολιγοπωλιακή ή ακόμα και μονοπωλιακή συγκέντρωση σε έναν μικρό αριθμό μεγάλων εταιρειών, ενίοτε πολυεθνικών, οι οποίες κατόπιν συχνά προβαίνουν σε αυξήσεις τιμών, μειώσεις αποδοχών κ.λπ. Μοιάζει ως εκ τούτου πιο ασφαλής επιλογή η ελεγχόμενη απελευθέρωση των αγορών χρήματος και προϊόντων, υπό ρητές ρυθμιστικές προϋποθέσεις, χάριν της πραγματικής αύξησης του ανταγωνισμού, της αποφυγής δημιουργίας ολιγοπωλίων, της προστασίας των εργασιακών σχέσεων και της διατήρησης της παραγωγής και των φορολογικών εσόδων εντός της χώρας.

Παράλληλα, η μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης αφορά και τον κεντρικό ρόλο του κράτους σε μια σύγχρονη οικονομία. Στρατηγική κατεύθυνση είναι η δημιουργία ενός «επιχειρηματικού κράτους» (που απέχει από το κρατικιστικό «κράτος - επιχειρηματία» αλλά και από το νεοφιλελεύθερο «κράτος - νυχτοφύλακα») και η απεξάρτησή του από τους πελατειακούς δεσμούς και από τη γραφειοκρατική - θεσμική σκλήρυνση, την οποία εκμεταλλεύονται ομάδες συμφερόντων. Έτσι, είναι δυνατόν να διαμορφωθεί ένα παράδειγμα στο πλαίσιο του οποίου το κράτος δεν θα είναι ένας βαρύς γραφειοκρατικός μηχανισμός που παρεμβαίνει μόνο για να διορθώνει επιμέρους αποτυχίες τής κατά τα άλλα απορρυθμισμένης αγοράς, αλλά θα προωθεί ενεργά την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, μέσα από τη συνέργειά του με τον ιδιωτικό και τον κοινωνικό τομέα, διαμορφώνοντας ένα μοντέλο έξυπνης, βιώσιμης και κοινωνικά επωφελούς οικονομικής δράσης προς χάριν της ιδιωτικής και συλλογικής ευημερίας.

Στην παρούσα χρονική συγκυρία στη χώρα μας υπάρχει γόνιμο έδαφος και για μεταρρυθμίσεις πέραν του πεδίου της οικονομίας, που έχουν όμως ουσιαστική συμβολή στην αλλαγή του αναπτυξιακού μας προτύπου. Τέτοια παραδείγματα μεταρρυθμίσεων είναι οι παρεμβάσεις στη λειτουργία του δικαστικού συστήματος, με στόχο την ταχύτερη και ασφαλέστερη απονομή δικαιοσύνης, και οι παρεμβάσεις στο σύστημα διασφάλισης των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (Κτηματολόγιο - δασικοί χάρτες), ως απαραίτητη προϋπόθεση εύρυθμης λειτουργίας μιας οικονομίας βασισμένης στη λογική της αγοράς αλλά και προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Η βελτίωση της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης, μέσα από την εξάλειψη της γραφειοκρατίας και την ψηφιοποίηση της διοικητικής ύλης, η ενίσχυση της υποχρέωσης λογοδοσίας της Δημόσιας Διοίκησης αλλά και ο συστηματικός περιορισμός και η παραδειγματική πάταξη κρουσμάτων διαφθοράς, αποτελούν δομικές μεταρρυθμίσεις με προοδευτικό όσο και αναπτυξιακό πρόσημο. Τέτοιου είδους μεταρρύθμιση, που προωθεί κατά προτεραιότητα η παρούσα κυβέρνηση, είναι και η παρέμβαση στον χώρο της παιδείας, με στοχευμένο τρόπο ώστε να ανταποκρίνεται στις διαρκώς εξελισσόμενες και μεταβαλλόμενες ανάγκες της αγοράς εργασίας, χωρίς όμως να εγκαταλείπει τον αποφασιστικό ρόλο της στη δημιουργία ολοκληρωμένων και ενεργών πολιτών, καθώς και στην πρόοδο της γνώσης και της έρευνας.

Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, στο πλαίσιο ενός εξαντλητικού προγράμματος δημοσιονομικής λιτότητας, επέφεραν κατά κανόνα μειώσεις αποδοχών, απολύσεις και αύξηση της εργασιακής ανασφάλειας, που συνακόλουθα συνέβαλαν στη δημιουργία ενός κλίματος κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής, αλλά και μεταρρυθμιστικής κόπωσης - ιδίως καθώς τα αναμενόμενα οφέλη είτε δεν έχουν ακόμα σε μεγάλο βαθμό διαφανεί είτε υπονομεύτηκαν από τη γενικότερη κατάσταση (κίνδυνος Grexit, μη ρύθμιση του χρέους, υπερβολική λιτότητα κ.λπ.). Η μέθοδος αυτή προσέδωσε αρνητικό πρόσημο στην ίδια την έννοια της «μεταρρύθμισης», τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί και η δυνατότητα μιας ουσιαστικής οικειοποίησης («ιδιοκτησίας» - ownership) πολλών ορθολογικών και πράγματι αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.

Επομένως, είναι σαφές πια ότι βασική προϋπόθεση επιτυχίας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι να διαμορφώνουν ένα πρότυπο κοινωνικά δίκαιης και οικονομικά αποτελεσματικής ανάπτυξης, ακόμα και αν αυτό προϋποθέτει αναγκαστικά σε κάποιο βαθμό (λόγω της προηγούμενης δημοσιονομικής κατάρρευσης) και μέτρα περιοριστικής πολιτικής. Σε «αντάλλαγμα» για τα τελευταία, το νέο μεταρρυθμιστικό πρότυπο θα πρέπει να διασυνδέει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με αντισταθμίσματα δικαιοσύνης και βιωσιμότητας. Η ενίσχυση της οικονομικής δράσης θα πρέπει να προωθείται με μέτρα προσεκτικής απελευθέρωσης των αγορών, αλλά και ρύθμισης, όπου απαιτείται, καθώς και να αντισταθμίζεται από παρεμβάσεις ενίσχυσης της εργασιακής ασφάλειας, που είναι αναγκαία προϋπόθεση της παραγωγικότητας· η οικονομική και αναπτυξιακή πολιτική πρέπει να γίνεται ελκυστική για τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα τις πολλαπλές ανισότητες (κοινωνικές, περιφερειακές και άλλες), παράλληλα με τον εξορθολογισμό του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης, ώστε να παρέχονται ίσες ευκαιρίες σε όλους· το Δημόσιο, τέλος, επείγει να εξορθολογιστεί και να εκσυγχρονιστεί με τη συνδρομή των λειτουργών του σε όλες τις δομές που παρέχουν δημόσια υπηρεσία (διοίκηση, παιδεία, υγεία, ασφάλεια), όχι με οριζόντιες και άδικες αλλά με στοχευμένες και καλά σχεδιασμένες παρεμβάσεις που θα στοχεύουν στην αποτελεσματικότερη λειτουργία του.

* Ο Λ. Λαμπριανίδης είναι γενικός γραμματέας στρατηγικών και ιδιωτικών επενδύσεων

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL