Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
18.9°C21.3°C
4 BF 53%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
12.0°C17.7°C
4 BF 55%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
17 °C
17.1°C18.8°C
4 BF 71%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.3°C21.4°C
1 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
17.9°C19.6°C
0 BF 48%
Η Κεντροαριστερά ως οργανικό στοιχείο της υπεριμπεριαλιστικής τάσης του σύγχρονου καπιταλισμού
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η Κεντροαριστερά ως οργανικό στοιχείο της υπεριμπεριαλιστικής τάσης του σύγχρονου καπιταλισμού

ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ*

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και μετά, το ΠΑΣΟΚ, μέσω της κεντρικής του γραφειοκρατίας, υλοποιεί αταλάντευτα την κυρίαρχη γραμμή της υπεριμπεριαλιστικής τάσης του σύγχρονου καπιταλισμού, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αυτή λαμβάνει στη χώρα μας

Η διπλή φύση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ως πολιτικών σχηματισμών, ταυτόχρονα εργατικών και αστικών, είχε διαπιστωθεί ήδη από τους θεωρητικούς της 3ης Διεθνούς, τη δεκαετία του ’20, στην πολεμική τους κατά της Σοσιαλδημοκρατίας. Η κίνηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, η εσωκομματική τους πάλη δηλαδή, ήταν αποτέλεσμα της συγκεκριμένης διαλεκτικής έντασης ανάμεσα στις δύο «ψυχές» της Σοσιαλδημοκρατίας, που στην εγχώρια πολιτική επιστήμη εννοιολογήθηκε ως διπλή συνάρθρωση των σχέσεων εκπροσώπησης των (κυριαρχούμενων) κοινωνικών τάξεων και των σχέσεων νομιμοποίησης του (καπιταλιστικού) κράτους.

Ο 20ός αιώνας ήταν για τα κόμματα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας ένας διαρκής αναθεωρητισμός, μια κανονικότητα η οποία περιελάμβανε δύο διακριτές τομές, που αφενός επέτρεψαν στη Σοσιαλδημοκρατία να αναπτύξει τη μεγάλη ταχύτητα προς την οργανική αστικοποίησή της και αφετέρου κατέγραψαν μια ήδη εμπεδωμένη κατάσταση. Τόσο η κανονικότητα της εξέλιξης του διαρκούς αναθεωρητισμού της Σοσιαλδημοκρατίας όσο και οι τομές εντός της κανονικότητας αποτέλεσαν το συνδυαστικό αποτέλεσμα των διεθνοπολιτικών συνθηκών και των κινήσεων του εθνικού κοινωνικού ανταγωνισμού, σε ένα διαλεκτικό προτσές διεθνούς ενσωμάτωσης - εσωτερίκευσης της διαδικασίας υπερεθνικής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης. Στη συνολική αποτίμηση πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η διαδικασία αναθεώρησης/διολίσθησης της σοσιαλιαστικής/σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς συνδέθηκε με θεσμικές και υλικές κατακτήσεις για τις κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις και μια πορεία εκδημοκρατισμού κατά τα τριάντα ένδοξα χρόνια της μεταπολεμικής Ευρώπης, τη δεκαετία του ’80 για την Ελλάδα, που ωστόσο, από το 1989-1990 και μετά σταδιακά αναιρούνται.

Ο πρώτος αναθεωρητισμός επικυρώνεται μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο συνέδριο του SPD στο Bad Godesberg (1959), όπου διαγράφεται ο μαρξισμός και ο τελικός επαναστατικός σκοπός του κόμματος, νοούμενος ως εξελικτικός σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας, και αντικαθίσταται από την κοινωνική διαχείριση του καπιταλισμού. Ο μπερνσταϊνισμός επικρατεί του καουτσκισμού με καθυστέρηση εξήντα χρόνων. Ο συγκεκριμένος αναθεωρητισμός συνίσταται αφενός στην αντισοβιετική γεωπολιτική τοποθέτηση ως κυρίαρχη τάση της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας και αφετέρου στην υποχώρηση του εργατισμού έναντι μιας πολιτικής κοινωνικών συμμαχιών με (μικρο)αστικά στρώματα. Το δεύτερο αυτό στοιχείο καταγράφηκε στη θεωρία των πολιτικών κομμάτων ως η ανάδυση του πολυσυλλεκτικού κόμματος.

Ο νέος αναθεωρητισμός λαμβάνει χώρα από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μέσα σε διάστημα μιας δεκαετίας θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά. Η κατεύθυνση της πλήρους απασχόλησης και του καθολικού κοινωνικού κράτους σε εθνοκρατική βάση, δηλαδή το ηγεμονικό κεϋνσιανό μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας του μεταπολέμου, μπαίνει σε κρίση και αντικαθίσταται από τις πολιτικές των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων και του επιλεκτικού κράτους πρόνοιας. Ο νέος αναθεωρητισμός είναι αντανάκλαση της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού και του συνακόλουθου μεταμορφισμού αφενός της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας σε σοσιαλφιλελευθερισμό και αφετέρου της νέας Σοσιαλδημοκρατίας και των ευρωκομμουνιστικών εγχειρημάτων σε συνδικαλιστική και δικαιωματική Ευρωαριστερά. Στο κοινωνικό επίπεδο, ο νέος αναθεωρητισμός έχει στη βάση του την υποχώρηση του δευτερογενούς τομέα, τη βαθμιαία συρρίκνωση (ποσοτική και ποιοτική) της παραδοσιακής εργατικής τάξης και/ή τη διαφοροποίησή της λόγω των αυξημένων κυμάτων μετανάστευσης, αρχικά από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και ακολούθως της Ασίας και της Αφρικής, καθώς και την ενίσχυση του τριτογενούς τομέα και των νέων μικροαστικών στρωμάτων.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα «ως κόμματα κατεξοχήν κρατικά», με την έννοια των μαζικών κομματικών σχηματισμών κυβερνητικής εξουσίας και προοπτικής, εγγράφουν στην κυρίαρχη τάση αστικοποίησής τους τη νέα θεσμική υλικότητα του καπιταλιστικού κράτους, που καθορίζεται από τις διαδικασίες ευρωπαϊκής περιφερειακής ολοκλήρωσης. Είναι δηλαδή φορείς των σχέσεων νομιμοποίησης, όπως διαμορφώνονται από την κυρίαρχη υπεριμπεριαλιστική τάση του σύγχρονου καπιταλισμού. Γι’ αυτό και δείχνουν να κλονίζονται συθέμελα οι σχέσεις εκπροσώπησής τους με τις κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις, ωθώντας στη δυναμική εμφάνιση νέων πολιτικών ανταγωνιστών ευρωσκεπτικιστικής έμπνευσης (στη δεξιά ή δεξιόστροφη εκδοχή) ή (εθνο)λαϊκιστικής έμπνευσης (στην αριστερόστροφη εκδοχή) (σύμφωνα με τους χαρακτηρισμούς της φιλελεύθερης οργανικής διανόησης στη συγκυρία της διεθνούς οικονομικής κρίσης), οι οποίοι δείχνουν να αμφισβητούν όψεις της Ε.Ε.

Στην Ελλάδα, η Αριστερά από το 1918 ώς το 1974 (σχεδόν) μονοπωλήθηκε με όρους οργανωτικής μαζικότητας και ιδεολογικοπολιτικής ηγεμονίας από την κομμουνιστική-τριτοδιεθνιστική παράδοση. Πρόκειται για μια ιδιαιτερότητα της χώρας και όχι για τον (δυτικο)ευρωπαϊκό κανόνα. Το 1974 υπάρχει μια τομή. Ο χώρος της σοσιαλιστικής Αριστεράς συγκροτήθηκε πολιτικοϊδεολογικά και οργανωτικά με αυτόνομο και διακριτό τρόπο απέναντι και στις τρεις εκδοχές της κομμουνιστικής Αριστεράς (παραδοσιακή, ανανεωτική, εξωκοινοβουλευτική), αφού πρώτα ενέγραψε τη μαχητική κίνηση του δημοκρατικού μπλοκ κατά τη δεκαετία του ’60 και γονιμοποιήθηκε από το ιδεολογικό κλίμα του αντιδικτατορικού αγώνα και τη ριζοσπαστικοποιημένη ατμόσφαιρα της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου.

Τα τρία στοιχεία που συγκρότησαν τον σοσιαλιστικό χώρο ήταν η εθνικοανεξαρτησιακή-αντιιμπεριαλιστική ιδεολογία (θεωρία εξάρτησης- συνάρθρωση εθνικολαϊκών εμπειριών), η ισότιμη παρατακτική βάση του κοινωνικού μπλοκ των δυνάμεων της αλλαγής (μη προνομιούχοι-εθνική λαϊκή ενότητα) και η –και με οργανωτικούς όρους– ένταξη στο ΠΑΣΟΚ σημαντικών τμημάτων της εργατικής τάξης (εργοστασιακά σωματεία – ΟΒΕΣ). Το τελευταίο αυτό στοιχείο υπήρξε αποτέλεσμα αφενός της διαδικασίας συγκεντροποίησης των βιομηχανικών μονάδων (και κατ’ επέκταση της εργατικής τάξης) κατά την περίοδο 1961-1979 (στοιχείο που καταγράφεται και στην άνοδο του δευτερογενούς τομέα της οικονομίας ως ποσοστό του ΑΕΠ) και αφετέρου της έντασης της πάλης των στρωμάτων της βιομηχανικής εργατικής τάξης την περίοδο 1974-1979.

Το ΠΑΣΟΚ, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής εμπειρίας της δεκαετίας του ’80, μέσα από τις παράλληλες και αλληλοτροφοδοτούμενες διαδικασίες της κρατικοποίησής του και της αναίρεσης της γραμμής της πολιτικοστρατιωτικής και οικονομικής αποδέσμευσης της χώρας από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ, οι οποίες καθοδηγούνται από τη συλλογική ηγετική γραφειοκρατία του (σε συνθήκες βέβαια έντονου κομματικού ανταγωνισμού και εσωκομματικής διαπάλης), προχωρά στον δικό του αναθεωρητισμό. Από κόμμα της εξελικτικής Σοσιαλδημοκρατίας του Μεσοπολέμου μετατρέπεται σε κόμμα της παραδοσιακής Σοσιαλδημοκρατίας του μεταπολέμου με όρους ιστορικής εξέλιξης των κομμάτων της 2ης Διεθνούς, με την οποία πλέον συγχρονίζεται ολοκληρώνοντας και τυπικά την ένταξή του σε αυτή το 1989.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και μετά, το ΠΑΣΟΚ, μέσω της κεντρικής του γραφειοκρατίας, υλοποιεί αταλάντευτα την κυρίαρχη γραμμή της υπεριμπεριαλιστικής τάσης του σύγχρονου καπιταλισμού, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που αυτή λαμβάνει στη χώρα μας και την Ε.Ε. (ένταξη στο ευρώ, αποδοχή ευρωσυντάγματος, Μνημόνιο κ.λπ.). Είναι χαρακτηριστικό της εξέλιξης του οργανωμένου χώρου του ΠΑΣΟΚ ότι από το 1996 και μέχρι σήμερα δεν εμφανίστηκε καμία υποψηφιότητα στις κεντρικές εσωκομματικές διαδικασίες που να διεκδικεί την ηγεσία του κόμματος με αναφορές στο αρχειακό ΠΑΣΟΚ, προσαρμοσμένο στις σύγχρονες συνθήκες. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι το αποτέλεσμα μιας πορείας που μερικά στοιχεία της επιχειρήσαμε να καταγράψουμε. Η εκλογική συρρίκνωση, σε συνδυασμό με την παρούσα διαδικασία ανάδειξης νέας ηγεσίας του χώρου της Κεντροαριστεράς, τα χαρακτηριστικά που λαμβάνει, ο λόγος, τα περιεχόμενα, οι μορφές παρέμβασης, πιστοποιούν ακριβώς την κρίση των σχέσεων εκπροσώπησης του συγκεκριμένου χώρου με τις κυριαρχούμενες κοινωνικές τάξεις, με το εργατικό κίνημα (υπό την ευρεία πολιτική έννοια), με τον δημοκρατικό χώρο όπως διαμορφώθηκε μέσα από τις αντιφάσεις του από το 1964 και μετά. Γι’ αυτό αδυνατεί να συνομιλήσει με τους σοσιαλιστές του “Όχι” ή της αποχής-λευκού-ακύρου στο δημοψήφισμα της 5ηςΙουλίου 2015.

Ελλείψει διαφαινόμενου πολιτικού ανταγωνιστή, ο συγκεκριμένος διάχυτος χώρος, κατακερματισμένος και ηττημένος (στην τρέχουσα συγκυρία), στο πλαίσιο μορφοποίησης-παγίωσης του ενός πόλου του μνημονιακού δικομματισμού, αποτελεί εκλογικό επίδικο μεταξύ της Κεντροαριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ, που μετά την ήττα της κυβερνητικής εμπειρίας της περιόδου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2015 δεν κινείται ως ο ελλείπων ανταγωνιστικός κρίκος του πολιτικού συστήματος, όπως ίσως κάποια στιγμή να φιλοδοξούσε (περίοδος 2011-2013), αλλά ως οργανικό στοιχείο της κυρίαρχης υπεριμπεριαλιστικής τάσης του σύγχρονου καπιταλισμού στο πλαίσιο του εγχώριου κομματικού ανταγωνισμού. Όπως ακριβώς και η σημερινή Κεντροαριστερά. Οι διαφοροποιήσεις οφείλονται στη διαφορετική χρονική συγκυρία και ιστορική εξέλιξη και εγγράφονται στον δημόσιο λόγο των κομματικών σχηματισμών (πιο αντιφατικός στον ΣΥΡΙΖΑ, πιο «καθαρός» στην Κεντροαριστερά). Ο χρόνος όμως είναι πυκνός λόγω του βαθμού εσωτερίκευσης της υπεριμπεριαλιστικής εξάρτησης και οι χώροι συγκλίνουν σε μια κοινή κατεύθυνση. Όπως είχαμε επισημάνει λίγους μήνες πριν από την έναρξη της κυβερνητικής εμπειρίας του ΣΥΡΙΖΑ, στην “Αυγή” της Κυριακής, σε μια εποχή περίσσειας αισιοδοξίας εν όψει και της διαφαινόμενης τότε κατάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας, η «πασοκοποίηση» λαμβάνει χώρα ως αντικειμενικό προτσές...

* Δικηγόρος, διδάκτωρ Πολιτικής Κοινωνιολογίας

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL