Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
18.6°C21.2°C
3 BF 46%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
18.5°C22.0°C
2 BF 36%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
18.2°C20.5°C
3 BF 59%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.8°C20.2°C
5 BF 44%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
20.1°C20.1°C
2 BF 47%
Υπάρχει λόγος / "Παραμονή Χριστουγέννων" στη Μακρόνησο
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Υπάρχει λόγος / "Παραμονή Χριστουγέννων" στη Μακρόνησο

Παραμονή Χριστουγέννων σήμερα και μη νομίζεις˙ όσο κι αν κάθε χρόνο τέτοιου είδους μέρες μοιάζουν να ξεκινούν από φέτος, αυτή είναι άλλωστε και η τόσο απαραίτητη εκμάγευση που προσφέρουν στην αέναη, άχρονη και ατελεύτητη ροή του χρόνου, ωστόσο μια μακριά σειρά τέτοιων ημερών λάμπει σαν μια σειρά από δάκρυα μέσα στο παρελθόν (είτε το προσωπικό, είτε το καθολικό) όχι τόσο για να μας κάνει να θυμόμαστε, όσο για να μας κάνει να μην ξεχνάμε. Πάντοτε σε τέτοιες μέρες, κάπου στην άκρη ίσως, αλλά πάντοτε, υπάρχει εκείνος ο μικρός τυμπανιστής για να θυμίζει με το τύμπανό του τον ρυθμό που έρχονται και ξαναέρχονται τα πράγματα. Που περνούν και ξαναπερνούν από μπροστά μας, όχι σαν τα παιχνίδια στον «Καρυοθραύστη». Περνούν και περνούν σαν τους ρημαγμένους, τους κυνηγημένους από την Ιστορία, τους πονεμένους. Αυτή η ατελείωτη σειρά των ανθρώπων που πορεύεται και πορεύεται αιώνες τώρα, μεταναστεύοντας από χώρα σε χώρα, από τραγωδία σε τραγωδία και δεν λέει να φτάσει κάπου. Έχει ξεκινήσει από το πουθενά και οδεύει προς το τίποτα. Κάτω από έναν ουρανό πάντοτε κατασκότεινο. Χωρίς άστρο λαμπρό που να τους οδηγεί, παρά μονάχα εκείνο το άστρο που είναι πιο σκοτεινό κι από το σκοτάδι και είναι καμωμένο μονάχα από ερείπια. Τα έξω και τα μέσα ερείπια. Και, δυστυχώς, δεν φαίνεται να αλλάζει αυτό. Πίσω από τα ωσσανά και το πήγαινε-έλα των αγγέλων υπήρχε και υπάρχει πολλή φρίκη. Πίσω από την οδοιπορία των μάγων υπάρχει μια άλλη πελώρια οδοιπορία αφανούς ικεσίας των ανθρώπων που όλο και έχουν να χάσουν, των ανθρώπων που έχουν να χάσουν ακόμα περισσότερα κι από τη ζωή τους, γιατί χάνουν διαρκώς και τον ίδιο τους τον θάνατο. Κι αυτό καμιά παραμονή Χριστουγέννων κατάφερε να το σταματήσει. Άκου τον ρυθμό της καταστροφής που σου υπενθυμίζει ο μικρός τυμπανιστής. Ή μάλλον όχι: ο «Άνθρωπος με το ταμπούρλο». Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης που έγραψε τα ποιήματα αυτού του βιβλίου (1956). Άκου τον ήχο που φτάνει μέχρι σήμερα και δίνει βηματισμό σε μια «Παραμονή Χριστουγέννων». Ένα ποίημα γραμμένο στη Μακρόνησο το 1950. Και τότε οι μέρες ήταν φωτεινές. Και τότε ήταν μέρες αγάπης. Με τις φυλακές γεμάτες στην πίσω πλευρά της φάτνης. Με τους κρότους από τους πυροβολισμούς των εκτελεστικών αποσπασμάτων να μπερδεύονται και να σκαλώνουν στα αιχμηρότατα «εν υψίστοις». Με τον κρύο τρόμο να μην έχει τελειωμό στη Μακρόνησο εκείνη την «Παραμονή Χριστουγέννων»:

«Παγωνιά/ στον ουρανό ένα χρώμα βρώμικης φανέλας/ στεκόμαστε στη γραμμή/ όρθιοι/ κάποιος χνωτίζει τα νύχια του/ κάποιος δαγκώνει τα δάχτυλά του/ ένα παιδί με σπυριά δίπλα σου/ δε μιλάει/ κρυώνει/ ένα χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα/ κ’ εκείνο κρυώνει/ καθώς μας πλευρίζουν τα καμιόνια/ μια μυρουδιά μπενζίνας/ οι πόρτες που ξανακλείνουνε/ ο λοχαγός έχει δυο μάτια από κατράμι/ η φωνή μες απ’ τις μύτες του σηκωμένου γιακά/ ένας- ένας/ ακούει τ’ όνομά του/ και βγαίνει/ αντίο, αντίο/ το χώμα τρίζει κάτω απ’ τις αρβύλες/ κάποιος σηκώνει το χέρι του/ τίποτ’ άλλο/ το παιδί με τα σπυριά προχωράει/ στη θέση του μένουν δυο χνάρια από αρβύλες/ που σε λίγο θα σβήσει η βροχή/ ένα χέρι γλιστράει το ρολόι του στην παλάμη σου/ δε θα μου χρειαστεί/ λέει... αντίο/ το χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα/ κρυώνει ακόμα./ Ξεκινάνε τα φορτηγά».

Και φεύγουν τα φοβερά φορτηγά του θανάτου. Κι όλο φεύγουν. Κι όλο παίρνουν στις απύλωτες καρότσες τους. Φεύγουν από τη Μακρόνησο, περνάνε από τις απέραντες χώρες της πείνας, περνάνε από τις χαίνουσες χώρες των πολέμων, περνάνε από τα απέραντα νεκροταφεία των ανώνυμων πνιγμένων και τους παίρνουν μαζί τους μήπως και δεν έχουν πεθάνει αρκετά, περνάνε από τα ορυχεία κοβαλτίου και από τα ορυχεία κολτανίου και μαζεύουν τα νεκρά παιδιά με τα δάκρυα νωπά ακόμα στα πρόσωπά τους, περνάνε τα φοβερά φορτηγά και δεν σταματούν. Κανένα συμπέρασμα φρίκης κανένα συμπέρασμα Μακρονήσου κάποια «Παραμονή Χριστουγέννων». Λοιπόν;

«Μη με λες λοιπόν σύντροφο/ έχω ένα σταχτί ουρανό μέσα μου/ κρύβω στην τσέπη μου ένα όνειρο κουρελιασμένο/ σφίγγω στα χέρια τ’ άγνωστο όνομά μου/ σαν το παιδάκι που αγκαλιάζει ένα ξύλινο πόδι/ ακουμπισμένο σε μια γωνιά./ Μη με λες λοιπόν σύντροφο./ Την ώρα που οι σύντροφοι μας πεθαίνουνε τραγουδώντας/την ώρα που εσύ ακονίζεις στο μίσος τη σκληρή σου παλάμη/ εγώ σε προδίνω/ καθώς μέσα στη νύχτα κρυώνω και φοβάμαι τη λησμονιά./ (...)/- όχι, μη με λες σύντροφο./ Είμαι ένα τσαλακωμένο χαρτί που κόλλησε στην αρβύλα σου/ καθώς/ προχωράς».

Κι ύστερα αυτό το χαρτί το πήρε ο σκληρός άνεμος της Μακρονήσου σαν ένα λευκό ταχυδρομικό δελτάριο (όχι λευκή σημαία παραδόσεως) όπου είναι γραμμένη ολόκληρη η ιστορία της ανθρώπινης οδύνης και το πήγε παντού. Ακόμα κι από χέρι σε χέρι, ακόμα κι από βλέμμα σε βλέμμα. Πίσω από την πλάτη των φρουρών. Ένα ταχυδρομικό δελτάριο ανεπίδοτο ακόμα στα χέρια των ανθρώπων. Κι όμως, εκεί πίσω, στην άγρια «Παραμονή Χριστουγέννων» της Μακρονήσου του 1950, υπάρχει η φάτνη των ανθρώπων: «Η ασετιλίνη που σφυρίζει στη γωνιά/ ένα σπασμένο παράθυρο φιμωμένο με σκοτάδι./ Η σκεπή του μαγειρείου μπάζει νερά./ Βουίζει μες στις χαραμάδες ο άνεμος./ - Θωμά, πάρε τσιγάρο/ και μη σκαλίζεις τα δόντια σου, Θωμά./ Μάταια ψάχνεις για ένα τριματάκι απ’ το παλιό παιδικό χριστόψωμο./ Βουίζουνε τα φλόγιστρα του πετρελαίου. Ο Θωμάς/ σφίγγει στα γόνατά του μια πατάτα/ και καθαρίζει ήσυχα ήσυχα. Τ’ άλλο του χέρι είναι κομμένο./ (...)/ Σηκώνεις το γιακά της χλαίνης σου. Χιονίζει./ Μια πλάκα φωνογράφου στο Διοικητήριο. Πιο μακριά/ η σιωπή. Καλή νύχτα, καλά Χριστούγεννα./ Συλλογιέσαι τ’ άστρα πίσω απ’ την καταχνιά/ σκέφτεσαι πως αύριο μπορεί να σε σκοτώσουν./ Μα απόψε αυτή η φωνή είναι μια τσέπη μάλλινη/ χώσε τα χέρια σου./ Καληνύχτα, Θωμά, καλά Χριστούγεννα./ Κ’ η καρδιά σου φωτίζεται σαν χριστουγεννιάτικο τζάμι.»

Καλά Χριστούγεννα λοιπόν. Δεν είναι ευχή. Είναι το πείσμα μιας οφειλής.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL