Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
21 °C
19.6°C23.1°C
3 BF 56%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ψιχάλες
17 °C
14.1°C19.6°C
3 BF 72%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
14.0°C16.0°C
5 BF 77%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
19.9°C23.8°C
2 BF 46%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
16 °C
14.0°C15.9°C
0 BF 72%
Υπάρχει λόγος / Το υγρό στοιχείο της απελπισίας
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Υπάρχει λόγος / Το υγρό στοιχείο της απελπισίας

Υπάρχει κιόλας ο Σεπτέμβριος στη ζωή μας, ωστόσο κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως το καλοκαίρι δεν είναι νωπό, πως δεν υπάρχουν τα ίχνη πελμάτων για λίγο περπατώντας τη θάλασσα χωρίς να οδηγούν πουθενά παρά μόνο στο ασύντακτο και στο αχανές.

Είναι ακόμα καλοκαίρι, ακόμα ένα καλοκαίρι που μοιάζει ότι δεν θα τελειώσει ποτέ (όπως μοιάζουν όλα τα καλοκαίρια που τελειώνουν), γιατί εμείς δεν θέλουμε να τελειώσει. Εμείς δεν θέλουμε να στάξει ο ήπιος ήλιος του πάνω στα έργα τέχνης που είναι τα χνάρια του δίπλα στη θάλασσα και που δείχνουν το πρόσκαιρο κάποιας αιώνιας ομορφιάς που δεν προλάβαμε να συνειδητοποιήσουμε επειδή πάντοτε βιαζόμαστε και πάντοτε μας παρακινεί η απελπισία πως η ομορφιά τελειώνει εδώ: σ’ αυτό το καλοκαίρι που φθίνει αργά μαζί με τις οπώρες του.

Αλήθεια! Πόσες φορές έχουμε προσέξει ότι οι οπώρες στο τέλος του καλοκαιριού μοιάζουν με τα χρώματα που παίρνει ο ουρανός καθώς ο ήλιος των ημερών δύει -όπως κάθε μέρα- για πάντα; Λες και οι οπώρες είναι η τελευταία γλυκύτητα μιας λύπης που μοιάζει με τη σιωπή. Ένα κρουστό σταφύλι αφημένο στο απόβραδο. Ένα χέρι που κρατά, σαν για πρώτη φορά, την τρυφερότητα αυτής της οπώρας. Και τελευταία.

Αυτό, αλλιώς, θα μπορούσε να λέγεται και χρόνος. Ένας χρόνος κατηφορικός ή ανοδικός (δεν μπορείς να ξεχωρίσεις γιατί είναι μεταίχμια η στιγμή του) που πηγαίνει κατηφορίζοντας ή ανηφορίζοντας προς τον καιρό του. Αυτό το υπέροχα ανατρεπτικό: αντί να πηγαίνει ο καιρός προς τον χρόνο, πηγαίνει ο χρόνος προς τον καιρό. Γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Γιατί ο κόσμος δεν υφίσταται δίχως την ανατροπή του.

Αυτό είναι το ίχνος που φεύγει και χάνεται για πάντα και που σε κάνει να ξεχνάς (από την τόση ομορφιά της λύπης του και της υγρής απώλειας του στιγμιαίου σύμπαντος) ότι, για να φεύγει και να χάνεται για πάντα, υπήρξε. Μεγαλειωδώς. Σαν ομορφιά καθισμένη στα γόνατά σου για μια και μόνη στιγμή, όπως έχει διηγηθεί ο Ρεμπώ, που τη δοκιμάζεις και είναι πικρή.

Και όμως είναι αυτή η γεύση της πίκρας που σε κάνει να αντέχεις την ομορφιά και την υγρασία της ύπαρξης καθώς το καλοκαίρι συνεχίζει να είναι ο τόπος πελμάτων στο πουθενά, ο τόπος διαπάλης της μνήμης με την παγίωση της ασυνεπούς ανάμνησης. Ο τόπος δηλαδή όπου το υγρό στοιχείο της από κάτω ζωής αντιπαλεύει την ξηρασία της ανελέητης χαράς. Αυτής της δίχως έλεος κατάστασης που καταναλώνεται εις βάρος της σημαντικής και της παρασημαντικής των αρμονικών ενός χάους που υπάρχει επειδή το έχει συνειδητοποιήσει και το έχει εκφράσει ηθικά, λογικά και αισθητικά ο έλλογος παραλήπτης του: το ανθρώπινο ον.

Αυτό το ταλαίπωρο και καθημαγμένο πλάσμα που γλεντάει στη Μύκονο και σφαγιάζεται στην Καμπούλ. Που πληρώνει για μια θέση στον ήλιο των επώνυμων ακτών εκατοντάδες ευρώ (αφορολόγητα και κλεψιμαίικα) και χιλιάδες ευρώ για να πνιγεί στα κύματα της Μεσογείου.

Α, ναι. Το καλοκαίρι που τελειώνει δεν είναι το ίδιο καλοκαίρι για όλους. Και αυτά τα ίχνη που δεν πηγαίνουν πουθενά δεν είναι τα ίχνη των ερωτευμένων. Μπορεί να είναι και τα ίχνη ανθρώπων του πουθενά, δηλαδή η αλφαβήτα μιας ανεπίδοτης απελπισίας που χάνεται μέσα στην αργόπεμπτη δύση του ήλιου, που είναι δύση ενός ολόκληρου κόσμου για έναν ολόκληρο κόσμο που οδοιπορεί χωρίς να αφήνει ίχνη. Επειδή κανένας δεν θέλει να ακολουθήσει τα ίχνη των απελπισμένων για να μάθει όχι πού πηγαίνουν, αλλά ώς πού μπορούν να φτάσουν.

Λοιπόν; Ώς πού θα φτάσει αυτός (αυτός και όχι άλλος) ο Σεπτέμβριος των ανθρώπων; Ώς πού θα φτάσει το ίχνος ενός καλοκαιριού που ναυάγησε στραβά πάνω από τραγούδια και κοραλλιογενείς θανάτους; Ώς πού θα φτάσει αυτός ο Σεπτέμβριος που δύει, χωρίς να εξαλλαγεί η ηπιότητα της στιγμής σε υποψία συνενοχής ή κάθε φονικής αθωότητας.

Ας μην κατεβάσουμε τις σημαίες. Ας κρατήσουμε ολόκληρη την αξιοπρέπεια της θάλασσας. Αυτής της κατάστασης που νομίζουμε ότι όλο έρχεται ενώ φεύγει. Πάντοτε φεύγει. Κι αφήνει πίσω της μια αμμουδιά για να έχουνε πατρίδα τα ίχνη των ερώτων. Αυτός είναι ο Σεπτέμβριος. Μια λυπημένη ακρογιαλιά. Που τώρα πια είναι γεμάτη πνιγμένα παιδιά.

Και το δικό μας καθήκον δεν είναι μόνο να κλάψουμε, δεν είναι μόνο να καταγγείλουμε, δεν είναι μόνο να ουρλιάξουμε. Το δικό μας καθήκον είναι να αποδείξουμε ότι οι άνθρωποι πνίγονται μέσα στα ποιήματα. Αυτό είναι το σκληρό καθήκον των ποιημάτων, ενός Σεπτεμβρίου που δύει μέσα στο ενάλιο υπόφως των παιδιών που γεννήθηκαν μέσα στις τιμές των χρηματιστηρίων και πνίγηκαν επειδή στον κόσμο των χρηματιστηρίων, σ’ αυτή την παγκόσμια αυτοκρατορία, ο ήλιος δεν ανατέλλει ποτέ.

Ο ήλιος του Σεπτεμβρίου. Αυτή η συμμετοχή στον νόμο των πιθανοτήτων. Αυτή η απελπισμένη συμμετοχή στην ελπίδα. Δεν είναι άποψη. Είναι ένα παιδί που γέρνει το κεφάλι του στον δήμιο χρόνο και τον νικάει. Γιατί πάντοτε το παιδί είναι πιο όμορφο από τον δήμιο. Γιατί πάντοτε η απελπισία βρίσκει διέξοδο στην ομορφιά. Κάθε φορά που τελειώνει, που σβήνει ένα καλοκαίρι μέσα στον βαθύ Σεπτέμβριο μιας γυναίκας που δεν σ’ αγκάλιασε ποτέ. Χρόνια πριν. Ήταν και τότε Σεπτέμβριος. Και η θάλασσα τελείωνε αργά. Πιο αργά από ό,τι τελειώνει τώρα. Ο ήλιος είχε μόλις δύσει. Ο ήλιος του Σεπτεμβρίου. Στη μέση ο σκουριασμένος θάνατος. Αυτός ο εγκαταλειμμένος θάνατος. Στη μοίρα του.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL