Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.2°C18.1°C
1 BF 67%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
15 °C
11.6°C16.2°C
1 BF 53%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
16 °C
13.7°C16.0°C
2 BF 66%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.6°C14.9°C
2 BF 74%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
13 °C
13.4°C13.5°C
1 BF 64%
Το τέλος της πολιτικής των... συμβιβασμών
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Το τέλος της πολιτικής των... συμβιβασμών

Μέσα στις δύο τελευταίες δεκαετίες, έπειτα από κάθε κρίση, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δήλωναν ότι θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να μην ξανασυμβεί και υπόσχονται να επανεξετάσουν την εναρμόνιση. Η εμπειρία απέδειξε ότι ήταν ένας ελιγμός για να μπορέσουν να συνεχίσουν με έναν τρόπο business - as - usual μόλις κατακαθίσει η σκόνη. H αλήθεια είναι ότι τα κατάφερναν. Η τακτική των συμβιβασμών απέδωσε. Αλλά, όπως συμβαίνει και στη ζωή, η έννοια του συμβιβασμού μπορεί να αποτρέπει μια σύγκρουση, αλλά σχεδόν ποτέ δεν λύνει τα προβλήματα. Απλώς τα μεταθέτει χρονικά και τα κρύβει κάτω από το χαλί. Με αυτό τον τρόπο όμως, όλες οι εστίες έντασης παραμένουν και ο κίνδυνος που πάντα ελλοχεύει είναι ότι, κάποια στιγμή και όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, όλες οι καμουφλαρισμένες αντιπαλότητες θα βγουν στην επιφάνεια και θα ανατρέψουν όλες τις ισορροπίες που είχαν επιτευχθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Όλα δείχνουν ότι για την E.E. ήλθε η ώρα του λογαριασμού από τους συμβιβασμούς που έγιναν τις προηγούμενες δεκαετίες. Και αυτός είναι ένας μεγάλος κίνδυνος, τον οποίο όλοι γνωρίζουν αλλά κανείς δεν το παραδέχεται δημόσια.

Αν και στις δημόσιες δηλώσεις τους οι Ευρωπαίοι ηγέτες εμφανίζονται καθησυχαστικοί, η αλήθεια είναι ότι έχουν να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα πολλά και σύνθετα προβλήματα. Το χειρότερο είναι ότι πλέον ο χρόνος λειτουργεί σε βάρος τους. Κατ' αρχάς βρίσκονται απέναντι στην επιφυλακτικότητα των πολιτών. Η άνοδος των ευρωσκεπτικιστών άλλωστε είναι η πιο τρανή απόδειξη. Επίσης έχουν συνειδητοποιήσει ότι η «δοκιμασμένη» τακτική της επιβολής αποφάσεων χωρίς να λαμβάνονται υπ' όψιν οι πολίτες ουσιαστικά ενισχύει την επιφυλακτικότητα και ρίχνει νερό στον μύλο των ευρωσκεπτικιστών. Και αν στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 οι αντιδράσεις αυτές δεν τους προβλημάτιζαν, σήμερα οι στρατιές των δυσαρεστημένων και απογοητευμένων Ευρωπαίων έχουν καταστήσει τους ευρωσκεπτικιστές μια συνεχή κλιμακούμενη απειλή.

Με απλά λόγια, η πολιτική των συμβιβασμών πάνω στους οποίους βασίστηκε η ευρωπαϊκή πορεία φθάνει στα όριά της. Και όπως δείχνουν τα πράγματα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Βρετανίας και της E.E. μπορεί να αποδειχθούν καταλύτης ευρύτερων ανακατατάξεων που μπορεί να οδηγήσουν σε κατακλυσμιαίες αλλαγές και να γκρεμίσουν ό,τι έχτισαν οι... συμβιβασμοί.

Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι όλα τα συσσωρευμένα δεινά θα αξιοποιηθούν στο διπλωματικό παιγνίδι της διαπραγμάτευσης της E.E. με τη Βρετανία για το πώς θα υλοποιηθεί το Brexit. Και κανείς δεν αμφισβητεί ότι σε αυτό το παιγνίδι η Βρετανία είναι μετρ. Τρανή απόδειξη η ευρωπαϊκή ιστορία των τελευταίων δύο αιώνων. Κάθε φορά που κλήθηκε να το παίξει κατάφερε να επικρατήσει μέσω της... διάλυσης. Σήμερα οι συνθήκες είναι πρόσφορες: απογοήτευση, απόρριψη των κοινών ιδανικών και... φράχτες. Το κυριότερο: Η οικονομική κρίση και το προσφυγικό έχουν ως αποτέλεσμα ο κάθε «εταίρος» να έχει τη δική του ατζέντα. Πάρτε το παράδειγμα της Ιταλίας, που έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα το προσφυγικό και το τραπεζικό πρόβλημα. Το προσφυγικό τη φέρνει αντιμέτωπη με κάποιους εταίρους στην Κεντρική και στην Ανατολική Ευρώπη. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τις τράπεζες θα πρέπει να παραβιάσει μια σειρά ευρωπαϊκών κανόνων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης Οδηγίας για τις τράπεζες. Για να το πετύχει χρειάζεται την έστω και σιωπηρή ανοχή της Γαλλίας και της Γερμανίας. Κάτι τέτοιο όμως θα κάνει τους «πληγωμένους» από τα Μνημόνια νότιους να αισθανθούν -για μια ακόμα φορά- θύματα. Και κάπως έτσι η Ευρώπη εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε Βεζούβιο.

Τόσο το μέγεθος της ιταλικής οικονομίας όσο και οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται μετά το Brexit ενισχύουν τη διαπραγματευτική ισχύ της Ιταλίας. Θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο ότι ο Ολάντ και η Μέρκελ δεν έχουν πλέον την ευχέρεια να ζητήσουν από την Ιταλία πειθαρχία. Αμφότεροι βρίσκονται ενώπιον σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων και δεν χρειάζονται μέχρι τότε μια νέα ευρωκρίση. Στο παζλ τότε θα μπουν και οι «μικρότεροι» Ευρωπαίοι και τότε είναι πολύ πιθανό να γίνει αυτό που περιγράφει η λαϊκή ρήση: "Όσα δεν τα φέρνει ο χρόνος τα φέρνει η ώρα".

Από την άλλη πλευρά, ο χρόνος θα αξιοποιηθεί από τη Βρετανία για να διαμορφώσει νέους συσχετισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, θα υπάρξουν προσπάθειες για την οικοδόμηση ομάδων συμμάχων μεταξύ των άλλων 27 χωρών-μελών. Η Μέι έχει ήδη κάνει επισκέψεις σε μικρότερα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, γεγονός που υποδηλώνει ότι αναγνωρίζει πως χρειάζεται συμμάχους. Και, όπως φαίνεται, αυτό το αλισβερίσι προϋποθέτει ανταλλάγματα. Κοντολογίς, είναι πολύ πιθανόν τα ανταλλάγματα που θα προσφέρει η Βρετανία στο πλαίσιο διαμόρφωσης νέων συμμαχιών να ανατρέψουν ισορροπίες στην E.E. και να αλλάξουν τους σημερινούς συσχετισμούς.

Σε ένα τέτοιο ρευστό αλλά και εύφλεκτο περιβάλλον θα γίνει η διαπραγμάτευση με τους Βρετανούς, και σίγουρα η Βρετανίδα πρωθυπουργός γνωρίζει πολύ καλά και τα προβλήματά τους και τους φόβους τους. Έτσι, αυτό που θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο είναι ότι όλα αυτά -και κυρίως ο χρόνος- θα αποτελέσουν διαπραγματευτικά της όπλα για να πετύχει το βέλτιστο αποτέλεσμα. Επίσης γνωρίζει ότι έχει τον χρόνο σύμμαχο. Έτσι ερμηνεύεται και το γεγονός ότι η βρετανική κυβέρνηση έχει ήδη δηλώσει ότι δεν βιάζεται καθόλου να επικαλεστεί το άρθρο 50, την πρόβλεψη της συνθήκης διακυβέρνησης της E.E. για την αποχώρηση από την Ένωση. Αν το καλοσκεφτούμε, στη σημερινή ευρωπαϊκή συγκυρία ο χρόνος μπορεί να αποδειχθεί το υπερόπλο της κυρίας Μέι. Έτσι όλα δείχνουν ότι η βρετανική κυβέρνηση θα περιμένει να διεξαχθούν οι εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία το επόμενο έτος για να επικαλεστεί το άρθρο 50, ωθώντας την έναρξη της επίσημης διαδικασίας διαπραγμάτευσης των δύο ετών έως τα τέλη του 2017, κάτι που θα παρέχει επιπλέον χρόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο για προετοιμασία.

Όλα αυτά τα γνωρίζουν και οι Ευρωπαίοι. Αυτό άλλωστε γίνεται φανερό και από μια απλή σύγκριση των δηλώσεων που έκαναν οι Ευρωπαίοι ηγέτες αμέσως μετά το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος με τις τωρινές. Αμέσως μετά το δημοψήφισμα, οι ηγέτες στις Βρυξέλλες και σε αρκετές άλλες πρωτεύουσες της E.E. έλαβαν φαινομενικά άκαμπτες θέσεις. Ο Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δήλωσε ότι «Το Brexit δεν θα είναι ένα φιλικό διαζύγιο». Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ απέκλεισε τις άτυπες διαπραγματεύσεις πριν από την επίκληση του άρθρου 50, δηλώνοντας ότι η ενέργεια αυτή δεν θα πρέπει να απαιτήσει «μεγάλο χρονικό διάστημα». Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ απαίτησε η βρετανική κυβέρνηση να υποβάλει γρήγορα την ειδοποίηση για το άρθρο 50.

Ήδη, οι δημόσιες δηλώσεις από το Παρίσι και το Βερολίνο έχουν αρχίσει να αλλάζουν, με τον Ολάντ να λέει ότι δέχεται πως το Ηνωμένο Βασίλειο χρειάζεται χρόνο για να προετοιμαστεί για τις διαπραγματεύσεις μετά το δημοψήφισμα και με τον Michael Roth, τον υπουργό της Γερμανίας για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, να εικάζει ότι η χώρα θα μπορούσε να έχει μια «ειδική» θέση στο εσωτερικό της E.E. Ακόμη και η Μέρκελ έχει πλέον αναφέρει ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα αρχίσουν πριν από τις γερμανικές εκλογές του επόμενου έτους, οι οποίες δεν θα πραγματοποιηθούν νωρίτερα από τις 27 Αυγούστου 2017. Οι θέσεις όλων των παικτών αναπόφευκτα θα συνεχίζουν να μετατοπίζονται καθώς θα ανταποκρίνονται σε μια σειρά από εγχώριες και άλλες πιέσεις.

Η συζήτηση που διαμορφώνεται τώρα είναι λοιπόν εξαντλημένη. Ορισμένοι πιστεύουν ότι η E.E. μπορεί να σωθεί μόνο με την επιτάχυνση των κινήσεων προς μια πλήρη πολιτική ένωση. Η ομάδα αυτή περιλαμβάνει ανώτερους επιτρόπους της E.E., πολιτικούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, και τους υπουργούς Εξωτερικών της Γαλλίας και της Γερμανίας. Άλλοι, συμπεριλαμβανομένων των ηγετών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της Δανίας και της Ολλανδίας, έβγαλαν το αντίθετο συμπέρασμα. Αλλά ούτε η επιτάχυνση της ολοκλήρωσης ούτε η επιβράδυνσή της θα είναι αρκετή για να σώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, οι τρέχουσες προτάσεις που βρίσκονται στο τραπέζι, για να αυξηθεί η συνεργασία στην οικονομική πολιτική και την ασφάλεια, είναι απίθανο να αναθερμάνουν τον ενθουσιασμό για το ευρωπαϊκό σχέδιο σε μια εποχή κατά την οποία η καχυποψία των Βρυξελλών βρίσκεται σε άνοδο. Η μοναδική διέξοδος είναι ένα πιο δημοκρατικό συμβόλαιο βασισμένο στην αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών. Χωρίς την πληρέστερη συμμετοχή των πολιτών της Ευρώπης δεν υπάρχουν νέες πολιτικές που να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την τρέχουσα δυσφορία, η οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη εμπιστοσύνης των απλών ανθρώπων για το ευρωπαϊκό εγχείρημα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL