Live τώρα    
25°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
25 °C
22.8°C26.3°C
3 BF 32%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
24 °C
22.6°C26.2°C
3 BF 34%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
21 °C
19.0°C24.8°C
2 BF 50%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
20.8°C21.8°C
2 BF 65%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
23.9°C24.5°C
2 BF 33%
ΜΑΖΙ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΟ 1987 ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ / Μανώλης Γλέζος: Δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε τη δικαίωση...
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

ΜΑΖΙ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΟ 1987 ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ / Μανώλης Γλέζος: Δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε τη δικαίωση...

Γράφει ο Δημήτρης Παπαχρήστος

Είναι η ένδοξη ιστορία της Εθνικής Αντίστασης. Έζησε και για τον αδελφό του Νίκο, που τον εκτέλεσαν οι ναζί στην Καισαριανή. Είναι με τον Λάκη Σάντα οι Αρμόδιοι και Αριστογείτονες κατά της όποιας μορφής τυραννίας. Είναι οι πρώτοι παρτιζάνοι της Ευρώπης. Δεκαεννιά χρονών παιδιά ανέβηκαν στην Ακρόπολη, στο “ποίημα από πέτρα” καθώς γράφει ο Λαμαρτίνος, που στέκεται πάνω στην επιφάνεια της Γης αιώνες τώρα. Και ήρθαν οι ναζί με τη σβάστικα να το βεβηλώσουν.

Μια άλλη φορά θα μιλήσουμε για το ανέβασμα στην Ακρόπολη στις 12 Οκτωβρίου, μέρα απελευθέρωσης της Αθήνας, και θα είναι μάρτυρες ο Μακρυγιάννης, ο Κριεζώτης και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Εκείνη τη μέρα ο Απόστολος Σάντας από τη μια και ο Μανώλης Γλέζος από την άλλη, πιασμένοι από το μπράτσο, θα ανέβουν τα σκαλοπάτια των Προπυλαίων και κάθε σκαλοπάτι θα είναι και μια ιστορία πώς ο άνθρωπος μπορεί να ανυψωθεί και γιατί διάλεξαν την τελευταία μέρα του Μάη του 1941 που έπεσε η μαχόμενη Κρήτη “για να σηκώσουμε το φρόνημα του ελληνικού λαού”, όπως είπαν με ένα στόμα.

Ήταν υπουργός Εξωτερικών ο Γιωργάκης Παπανδρέου και δήμαρχος Αθηναίων ο Αβραμόπουλος το 2002. Είχαν δώσει ραντεβού στην Ακρόπολη, κάτω από εκεί που κυματίζει η ελληνική σημαία, με την παρουσία του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Λαβρόφ, που ακόμη περιμένουμε να φέρει το σεφέρι...

Κάποιοι συναγωνιστές μάλωναν αν υπήρξε ο Κοκίδης και αν τυλίχτηκε με τη σημαία την ελληνική και έπεσε από τον βράχο όταν έμπαιναν τα τανκ των Γερμανών στην Αθήνα. Ο δήμαρχος είχε χαράξει ήδη την πλάκα για να την αναρτήσει προς τα Αναφιώτικα. Πήγαμε, παρ' όλο που ήθελε με την ενέργειά του αυτή να μειώσει το αληθινό γεγονός, την πραγματική Ιστορία. Κάποιος γέροντας, αντάρτης παλιός, δεν το άντεξε, λιποθύμησε και έτσι, με το “νερό”, “φέρτε νερό”, χάλασε η φιέστα...

Δεν εκμεταλλεύτηκε τη σημαία

Με λίγη θλίψη, πολύ συγκίνηση και μεγάλη περηφάνια, ο Γλέζος και ο Σάντας είχαν την ανάγκη να μιλήσουν. Τους έβλεπα και χαιρόμουν... Μου λέει ο Σάντας: “Ο Μανώλης δεν εκμεταλλεύτηκε τη σημαία, να το πεις παντού, την τίμησε και την υπερασπίζεται, φυλακιστήκαμε, εξοριστήκαμε, σταθήκαμε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Τι θέλουν όλοι αυτοί να μας βάλουν στην αντιπαράθεση; Να το λες παντού. Καλά έκανε”.

Το τι είπαν και το τι άκουσα εκεί μπροστά στον Παρθενώνα και πώς κατάφεραν να με κάνουν κοινωνό για να αισθανθώ πως και εγώ ήμουν παρών, προπαντός με τα συμπληρωματικά λόγια που αντάλλασαν εκείνη τη στιγμή που άστραφταν οι θύμησες, δεν είναι του σημερινού σημειώματος.

Και γι' αυτό θα γυρίσω πίσω δεκαπέντε χρόνια από τότε και τριάντα τρία από σήμερα, όταν πήγαμε στη Γερμανία καλεσμένοι να μιλήσουμε στις ελληνικές κοινότητες για τις γερμανικές οφειλές - αποζημιώσεις... Οι Γερμανοί επίσημοι τότε έλεγαν “να το συζητήσουμε το θέμα αφού πρώτα ενωθούμε με την Ανατολική Γερμανία”. Και μετά, το 1990, άρχισαν να λένε πως “έχουν περάσει τα χρόνια, έχουν παραγραφεί τα χρέη”, λες και μπορεί να έχουν παραγραφεί στους αιώνες τα εγκλήματα πολέμου. Ο Μανώλης Γλέζος μιλούσε και γι' αυτούς που δεν τα έζησαν και έλεγε: Δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε τη δικαίωση και να γυρίσουν τα αγάλματα - λάφυρα πίσω στην πατρίδα τους.

Στουτγκάρδη, ταξίδι για την Κολωνία, από εκεί για Βερολίνο και σε άλλες πόλεις με το τρένο. Αισθανόταν αυτό που ζούσε και την περηφάνια των ανθρώπων που τον γνώριζαν. Φύγαμε από την Κολωνία για το Βερολίνο. Στο Βερολίνο, στην κοινότητα, συγκεντρώθηκαν πάνω από δύο χιλιάδες. Όρθιος να μιλάει και να χειρονομεί και έβγαινε από τα βάθη του ο ποταμός της ορμής και της ελευθερίας.

Ο λόγος του βαθύς, αποσταγμένος, ενός κατασταλαγμένου άνδρα. Χρησιμοποιούσε τον λόγο, τον έτρωγε και η Γλωσσολογία, η φυλακή τον έκανε και γλωσσολόγο και γεωλόγο, ήξερε τον τρόπο και την τέχνη διά των παραδειγμάτων να πηγαίνει μπρος - πίσω, είτε στη σεισάχθεια της αρχαίας Αθήνας είτε στη επανάσταση του 1821 χωρίς να παραλείπει το 1940-'41 και την Κατοχή και τη μεγάλη Αντίσταση. Αλλά πιο πολύ χωρίς να χάνεται ούτε το σήμερα, τι κάνουμε;

Μιλούσε και ως πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου για τις γερμανικές επανορθώσεις, για το αγκάθι εκείνο, το κάτι, που αν δεν κοπεί, αν δεν ξεριζωθεί, δεν θα μπορέσει η ελευθερία να μοσχοβολήσει και να στείλει το τριαντάφυλλο το άρωμά του ώς τις παρυφές της αθανασίας και ούτε θα επέλθει ειρήνη. Και ούτε θα έχει εξαλειφθεί ο κίνδυνος να γίνουν τα ίδια.

Στο βιβλίο του “Και ένα μάρκο να ήταν”, τα εξηγεί όλα αυτά. Ποιητής ο ίδιος, να ποιηματοπρατεί και να έχω τη χαρά να διαβάσω και να μιλήσουμε στην Άνδρο για τα ποιήματά του, που εξέδωσαν οι εκδόσεις Γκούντεμπεργκ. Γνώριζε ως Απειραθίτης να θηλυκώνει τις πέτρες της ξερολιθιάς με τις λέξεις τις κυκλαδίτικες πάνω στην “πετρέα” πατρώα γη, που αναδύθηκε νησιωτικά μέσα από τα φωτεινά γαλάζια του Αιγαίου.

Ένα "όχι" δημιουργικό

Στο Βερολίνο, όρθιος να μιλάει και να συνδιαλέγεται με τους πολίτες για την άμεση δημοκρατία. Και ζητούσε τη συμμετοχή του ενεργού πολίτη για να μην καταντήσει “λερό πουκάμισο αδειανό”. Αργότερα βγάλαμε το περιοδικό "Πολίτες" και επιμέναμε να χτιστεί το κοινωνικό πατριωτικό μέτωπο. Το ταξικό και απελευθερωτικό, που θα ήταν το ενωτικό πολιτικό υποκείμενο της Αριστεράς της ρήξης και της ανατροπής, κόντρα στην επιβολή των μέτρων και των Μνημονίων και των τροϊκανών. Ένα "Όχι" δημιουργικό που χρειαζόμασταν, που δεν θα χωρούσε στην αγκαλιά του "Ναι" της Ενωμένης Ευρώπης της Γερμανίας. Θα μπορούσε να είναι το νέο ΕΑΜ ή η ΕΔΑ της σημερινής εποχής.

Το έλεγε, το ήθελε και το πίστευε. Οι Ενεργοί Πολίτες, με επικεφαλής τον Γλέζο, κατέβηκαν στις νομαρχιακές εκλογές και για πρώτη φορά έσπασαν τον μονοψήφιο αριθμό με το 11, 5% και έγιναν η βάση για να συγκροτηθεί από όλες τις συνιστώσες, που δεν συμμετείχαν σε αυτή την προσπάθεια από την αρχή, ο ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά ας τα αφήσουμε όλα αυτά, γιατί πονάνε. Και ας επιστρέψουμε στο Βερολίνο.

Πάνω από πέντε ώρες μιλούσαμε και όχι μόνο για τις επανορθώσεις, αλλά και για το πώς η πατρίδα μας θα προκόψει για να μη φεύγουν τα παιδιά της και τα εγγόνια της στα ξένα και για να μην ξαναβγεί η πατρίδα μας στη ζητιανιά των δανείων, που τα πλήρωσε από τα πρώτα χρόνια (το 1824-25) ακριβά και με εμφύλιους. Η ώρα είχε πάει έντεκα και το τρένο για την επιστροφή στην Κολωνία έφευγε στις 11.45. Ο Στάθης και άλλα δυο παιδιά μάς πήραν με το αυτοκίνητό τους. Χαιρετίσαμε τον Πέτρο τον Στάγκο που ήρθε στη κοινότητα, είχε διαβάσει στον Τύπο πως θα γινόταν η εκδήλωση και... μείναμε με τα χέρια μας σφιγμένα για ό,τι πιστέψαμε.

"Δεν είναι τίποτα"

Στη διαδρομή μέσα στο αυτοκίνητο μού λέει πως τον πονάει το στήθος του και ακούμπησε το χέρι του στην καρδιά του. Ζήτησε νερό. “Στάθη, στρίψε να πάμε σε ένα νοσοκομείο”. Ήξερα πως είχε πρόβλημα, πως είχε κάνει μπαϊ-πάς. "Δεν είναι τίποτα" μου λέει ψιθυριστά. “Από τα ράμματα είναι, φαίνεται πως σφίξανε”. Φτάσαμε στη μεγάλη πλατεία. Στη γωνία έστεκε μια μισογκρεμισμένη εκκλησία, η Αγία Μνήμη, την είχαν αφήσει έτσι για να δείξουν πως και η Γερμανία βομβαρδίστηκε. Άγιος ο τελευταίος χτύπος του καμπαναριού της.

Ηχεί σε όλων και των μελλούμενων τα βουλωμένα αυτιά τα ξεκουφαίνει. Απέναντι και ψηλά το άστρο - σήμα της Μερσεντές και ο σταθμός του τρένου δίπλα, και πίσω ακριβώς ο ζωολογικός κήπος που πριν από κάνα-δυο χρόνια, όταν παιζότανε στο Φεστιβάλ Βερολίνου το "Ρεμπέτικο" του Φέρρη, ήμασταν εκεί. Με τον Νίκο Καλογερόπουλο πήγαμε στο ανατολικό Βερολίνο. Φοβηθήκαμε από την καταχνιά, δεν ξέραμε πού να πάμε και το μόνο που είδαμε και πονέσαμε ήταν το Μουσείο της Περγάμου. Στον γυρισμό πήγαμε στον ζωολογικό κήπο, ξεχαστήκαμε και μας κλείσανε μέσα με τα άγρια θηρία...

Τώρα καθόμασταν στο παγκάκι και τα παιδιά όρθια γύρω μας. “Θα τηλεφωνήσω στην Τζώρτζια, του λέω”. “Όχι, όχι, να μην το μάθει”. “Δώσε μου το τηλέφωνο του γιατρού”. “Όχι, όχι, είμαι καλά, δεν πονάω”. Τα παιδιά είχαν ανησυχήσει και εγώ δεν ήξερα τι να κάνω με τον ξεροκέφαλο.

Έκανα πέρα-δώθε στον σταθμό και μόλις γύρισα τον είδα να ανεβαίνει τη σκάλα του τρένου και να χαιρετάει τα παιδιά με το γέλιο της ικανοποίησης κρυμμένο κάτω από το μουστάκι του. Έτρεξα και μπήκα μέσα. Στα κουπέ που μας έβαλαν είχε δύο κρεβάτια. Ξάπλωσε στο κάτω. Με φροντίδα έβγαλε τα παπούτσια του, τα παραμέρισε στην άκρη, έβγαλε και το μπουφάν του και ξάπλωσε. Δεν μπορούσα να κάνω το ίδιο.

Μια κοπέλα έκοψε τα εισιτήρια χαμογελαστή, τα τρύπησε και όταν πήγε να φύγει βγήκα έξω και τη ρώτησα αν υπήρχε γιατρός στο τρένο. Μου είπε όχι και έριξε τα μάτια της στον Γλέζο. “Αν χρειαστεί, σε πόση ώρα μπορούμε να βρούμε;”. Σε δύο ώρες, μου απάντησε και έριξε πάλι τα μάτια της στον Μανώλη.

Η εισπράκτορας έμεινε εμβρόντητη

Πήγα στο μπαρ αφού είχα αφήσει μια σχισμάδα στη κουρτίνα. Κάθισα μόνος μου, παρήγγειλα μια μπίύρα και θυμήθηκα πως έπρεπε να γράψω το άρθρο και να το στείλω στην εφημερίδα. Ήπια δεύτερη μπίρα και είχα σηκωθεί δύο φορές να πάω να δω αν ανασαίνει. Τα μουστάκια του με καθησύχασαν.

Γυρνώντας στο μπαρ, με βλέπει η εισπράκτορας και με ρωτάει αν είναι καλά ο κύριος. Όταν της είπα ποιος είναι ο κύριος έμεινε εμβρόντητη και αποσβολωμένη σαν να έλεγε “δεν το πιστεύω”. Φαίνεται ότι ήταν από προοδευτική οικογένεια και της είχαν πει τι έκαναν οι ναζί στον πόλεμο και τι έκαναν στην Ελλάδα. Δεν κατάλαβα πώς βρέθηκαν στο τραπέζι μου και οι δύο Γερμανοί του μπαρ και τέλειωσα το άρθρο μου με τέσσερις μπίρες.

Ξανασηκώθηκα κάνα-δυο φορές ακόμα για να δω τι γίνεται στο κουπέ. Την τελευταία, κατά τις έξι το πρωί, τον είδα να κάθεται στο κρεβάτι και να σιάζεται. Μπήκα μέσα και τον έβρισα τόσο τρυφερά που το ευχαριστήθηκε. "Δεν με άφησες να κοιμηθώ όλη τη νύχτα". "Ωραία, κοιμήσου τώρα...".

"Φτάνουμε στη Κολωνία, τι να κοιμηθώ; Αν γινόταν κάτι και πέθαινες;". Γύρισε και με κοίταξε στα μάτια με εκείνη την εξοικείωση στον θάνατο που είχε κερδίσει και με συμπόνεση και μεγάλη πίκρα μού είπε: "Θα μαθαίνανε γιατί ήρθαμε στη Γερμανία"...

Αυτός ήταν ο Μανώλης Γλέζος...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL