Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
15.6°C19.6°C
4 BF 57%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.0°C19.4°C
5 BF 57%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
16.5°C18.0°C
4 BF 61%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
17.7°C18.8°C
5 BF 64%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
16.8°C16.9°C
2 BF 68%
Σκλαβωμένοι Νικητές
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Σκλαβωμένοι Νικητές

Πιέρρος Τζανετάκος, δημοσιογράφος, ιστορικός

- Όταν πλησίαζε η πρώτη επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, λίγο πριν αρχίσει ο σκληρός χειμώνας του 1941, οι «σκλαβωμένοι νικητές» ένιωθαν την αδήριτη ανάγκη να γιορτάσουν το επίτευγμά τους. Το γεγονός ότι οι κυνηγημένοι Ιταλοί της Πίνδου ήταν τώρα δυνάστες της πόλης δεν μπορούσε να γίνει ανεκτό. Και τότε προέκυψε η ιδέα: να προσέρχονται οι Αθηναίοι στο κέντρο της πόλης μεμονωμένα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, και ν’ αφήνουν από ένα λουλούδι στη μνήμη των πεσόντων του μετώπου. Όπως κι έγινε, φέρνοντας τις ιταλικές κατοχικές αρχές σε αμηχανία. Το μόνο που έκαναν οι Ιταλοί ήταν να μαζεύουν ανά διαστήματα τους σωρούς από τα λουλούδια που συσσωρεύονταν μπροστά από το μνημείο, χωρίς όμως να μπορούν ν’ απαγορεύσουν την προσέλευση των Αθηναίων στο Σύνταγμα. Το πρώτο -και σημαντικότερο βήμα- για την καθιέρωση της 28ης Οκτωβρίου ως εθνικής επετείου είχε ήδη πραγματοποιηθεί και πρωταγωνιστής ήταν ο ίδιος ο ελληνικός λαός.

Όταν στις 27 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί εισέρχονταν στην Αθήνα, ένα πέπλο σιωπής είχε απλωθεί πάνω από την πρωτεύουσα. Οι δρόμοι ήταν έρημοι. Ελάχιστοι γερμανόφιλοι, μαζί με τους υπαλλήλους της πρεσβείας του Ράιχ, υποδέχθηκαν στο κέντρο με σημαίες και τραγούδια τα ναζιστικά στρατεύματα. Παρά τον ανοιξιάτικο καιρό, η ατμόσφαιρα στην πόλη ήταν αποπνικτική. Πέρα από το φόβο που κυριαρχούσε στις γειτονιές, ο ελληνικός λαός βρισκόταν αντιμέτωπος με ένα αίσθημα έντονης αδικίας. Λίγους μήνες πριν, η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που βγήκε νικήτρια από την πολεμική αναμέτρηση έναντι του Άξονα. Κι όμως, οι Έλληνες μετατράπηκαν τελικά από δοξασμένοι ήρωες σε «σκλαβωμένους νικητές».

Την 28η Οκτωβρίου 1940 οι Έλληνες ξεκίνησαν έναν αγώνα υπέρ βωμών και εστιών. Ήταν η πρώτη φορά που ο λαός, απολύτως ταυτισμένος με τον εθνικό του χώρο, βρέθηκε να υπερασπίζεται όλα όσα με κόπο έχτισε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Και φαινόταν να το διασκεδάζει. Τα χρόνια που μεσολάβησαν, ο λεγόμενος Μεσοπόλεμος, ήταν μια χαίνουσα πληγή, που δεν έλεγε να κλείσει. Το προσφυγικό ζήτημα, η φτώχεια και η χρεοκοπία του 1932 λειτουργούσαν ως επιταχυντές της οικονομικής ανασφάλειας. Η αδύναμη Δημοκρατία, τα αλλεπάλληλα πραξικοπήματα και η εγγενής πολιτική αστάθεια αποτελούσαν μια διαρκή πηγή αναταραχής, που εμπόδιζε την επίτευξη της πολυπόθητης κοινωνικής ειρήνης. Η πραξικοπηματική παλινόρθωση της μοναρχίας και το καθεστώς Μεταξά ήρθαν ως καταναγκαστική κορωνίδα μιας σχεδόν δεκαπενταετούς δραματικής περιόδου εθνικής αναδίπλωσης. Η παλλαϊκή συμμετοχή στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, καθώς και η περήφανη ελληνική νίκη σάρωσαν με μιας όλα τα παραπάνω. Παρότι οι διχαστικές διαφορές θα επανέρχονταν αργότερα στο προσκήνιο, οι στιγμές του «Όχι» και της Βορείου Ηπείρου ήταν πραγματικά ανεπανάληπτες και δεν θα μπορούσαν παρά να χαραχθούν με ανεξίτηλο μελάνι στη συλλογική μνήμη.

Όταν πλησίαζε η πρώτη επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, λίγο πριν αρχίσει ο σκληρός χειμώνας του 1941, οι «σκλαβωμένοι νικητές» ένιωθαν την αδήριτη ανάγκη να γιορτάσουν το επίτευγμά τους. Το γεγονός ότι οι κυνηγημένοι Ιταλοί της Πίνδου ήταν τώρα δυνάστες της πόλης δεν μπορούσε να γίνει ανεκτό. Η Αθήνα, όμως, ήταν παραλυμένη. Από κανενός το μυαλό δεν περνούσε η πιθανότητα μιας διευρυμένης κινητοποίησης, υπό τη μορφή συγκέντρωσης ή πολλώ δε μάλλον πορείας, ειδικά αν αυτή κατευθυνόταν στο κατεξοχήν σημαντικότερο μνημείο της πόλης, αυτό του Αγνώστου Στρατιώτη. Και τότε προέκυψε η ιδέα: να προσέρχονται οι Αθηναίοι στο κέντρο της πόλης μεμονωμένα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, και ν’ αφήνουν από ένα λουλούδι στη μνήμη των πεσόντων του μετώπου. Όπως κι έγινε, φέρνοντας τις ιταλικές κατοχικές αρχές σε αμηχανία. Το μόνο που έκαναν οι Ιταλοί ήταν να μαζεύουν ανά διαστήματα τους σωρούς από τα λουλούδια που συσσωρεύονταν μπροστά από το μνημείο, χωρίς όμως να μπορούν ν’ απαγορεύσουν την προσέλευση των Αθηναίων στο Σύνταγμα. Το πρώτο -και σημαντικότερο βήμα- για την καθιέρωση της 28ης Οκτωβρίου ως εθνικής επετείου είχε ήδη πραγματοποιηθεί και πρωταγωνιστής ήταν ο ίδιος ο ελληνικός λαός.

Υπάρχουν τρεις εκδοχές, εν πολλοίς αλληλένδετες, για το πως οργανώθηκε από τα κάτω η εν λόγω δράση. Σύμφωνα με την πρώτη, η ιδέα διαδόθηκε από τον Χρύσανθο (αρχιεπίσκοπο Αθηνών έως τις 2 Ιουνίου 1941) και τους ανθρώπους του και πέρασε από στόμα σε στόμα σε χιλιάδες κατοίκους της πρωτεύουσας. Άλλες μαρτυρίες συντείνουν στην άποψη ότι ορισμένοι δημοσιογράφοι αθηναϊκών εφημερίδων, όπως ήταν οι Κανονίδης και Καφετζάκης, χρησιμοποίησαν τα άτυπα δημοσιογραφικά δίκτυα επικοινωνίας και διέχυσαν την πληροφορία σε όσο το δυνατόν περισσότερο κοινό. Τέλος, η επιστημονική έρευνα υποδεικνύει ότι μία από τις πρώτες αστικές αντιστασιακές οργανώσεις, η «Στρατιά Σκλαβωμένων Νικητών», ήταν ο πομπός του μηνύματος, το οποίο τελικά μεταφέρθηκε στους χιλιάδες Αθηναίους που έραναν με λουλούδια το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Τα χρόνια που ακολούθησαν, το 1942 και 1943, όταν πια στην Αθήνα είχε αφενός διογκωθεί το ΕΑΜ, αφετέρου δρούσαν αποτελεσματικά και άλλες οργανώσεις όπως η ΠΕΑΝ και η Ιερή Ταξιαρχία, ο εορτασμός απέκτησε πιο μαζικά χαρακτηριστικά, προκαλώντας όμως και τη βίαιη αντίδραση των κατακτητών.

Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των εθνικών επετείων (τόσο σε πανευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο), οι οποίες καθιερώθηκαν βάσει κρατικών αποφάσεων, η 28η Οκτωβρίου είναι μια γιορτή που επιβλήθηκε από τα κάτω. Η Ελλάδα είχε λόγο να πανηγυρίσει την αρχή του Πολέμου και το έπραξε. Ενδεχομένως και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες τιμούν το τέλος του Πολέμου να έκαναν το ίδιο, αν είχαν καταγράψει αντίστοιχες επιτυχίες. Τα τελευταία πέντε χρόνια γίνεται, καλώς, μια προσπάθεια ανάδειξης της Απελευθέρωσης των Αθηνών (12 Οκτωβρίου 1944), ως επίσης μιας ημέρας τιμής και μνήμης. Είναι λάθος ν’ αντιμετωπίζονται αυτές οι δύο επέτειοι στη βάση μιας συγκρουσιακής λογικής. Τα όσα διχαστικά ακολούθησαν την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα μπορεί προφανώς να μην αποτελούν αφορμή για πανηγύρια, αλλά αναφανδόν λειτουργούν ως αιτία ιστορικής, πολιτικής και κοινωνικής ενδοσκόπησης. Και αυτό αρκεί. Ενόψει, μάλιστα, της συμπλήρωσης των 200 ετών από την Επανάσταση, η επαναφορά της Ιστορίας στη δημόσια σφαίρα είναι η καλύτερη ευκαιρία για να θυμηθούμε πως η Ελλάδα δημιουργήθηκε ακριβώς μέσα από αυτό το αντιθετικό δίπολο: των συγκλίσεων και των συγκρούσεων.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL