Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
15.1°C19.8°C
3 BF 56%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
14.7°C17.0°C
1 BF 75%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
14.8°C17.1°C
3 BF 66%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
14.8°C17.5°C
1 BF 58%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
14 °C
13.9°C16.9°C
0 BF 62%
Πέρασαν εβδομήντα χρόνια
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Πέρασαν εβδομήντα χρόνια

ΙΒ’ Αλλαγή και αλλαγές

Το 1981 τις εκλογές τις κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου˙ τις έχασε δηλαδή η Νέα Δημοκρατία. Προσοχή όμως˙ όχι ο Καραμανλής! Το έχουμε ξαναπεί: κάθε φορά που το κόμμα του ήταν να χάσει τις εκλογές ο Καραμανλής έφευγε˙ αυτή τη φορά έγινε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Για να δοκιμαστεί, έλεγαν, για πρώτη φορά η «συγκατοίκηση» και για να υπάρχει και κάποιος που να μπορεί να συμμαζεύει τις εξαλλοσύνες του Ανδρέα!

Το 1985 ο Ανδρέας ξανακέρδισε τις εκλογές και αναθεώρησε το Σύνταγμα, απογυμνώνοντας από όλες σχεδόν τις αρμοδιότητές του τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Και το 1985 εκείνο το δεκάχρονο παιδί του 1945 γινόταν 50 χρόνων και ολοκληρωμένος ιστορικός. Πίστευε, έβλεπε αν προτιμάτε, ως ιστορικός ότι η πραγματική Μεταπολίτευση έγινε τότε και ότι από το 1985 άρχιζε να διαμορφώνεται ένας άλλος κόσμος. Γνωστός όμως, με πολλές μελέτες να έχουν γραφτεί γι’ αυτόν. Τι να προσθέσω; Λέω λοιπόν να σταματήσω εδώ˙ αναδημοσιεύοντας όμως την επιφυλλίδα που είχα τότε δημοσιεύσει στην εφημερίδα Το Βήμα (8.9.1985), με τον τίτλο «Η γενιά του φόβου».

Η γενιά του φόβου

Για τη γενιά μου θέλω να μιλήσω σήμερα˙ είναι μια κατά κάποιο τρόπο αναγκαστική αναδρομή απ' αφορμή σημαδιακή επέτειο: νομίζω πως η συμπλήρωση μισού αιώνα βίου δεν είναι μια επέτειος σαν όλες τις άλλες˙ η αναδρομή και ένας κάποιος απολογισμός μοιάζουν πράγματα περίπου αναπόφευκτα.

Όσοι φέτος συμπληρώνουν τα πενήντα χρόνια τους, όσοι τα συμπλήρωσαν τα προηγούμενα δύο-τρία χρόνια και όσοι θα τα συμπληρώσουν στα επόμενα δυο-τρία χρόνια συναποτελούν αυτό που ονομάζω «η γενιά μου», είναι ας πούμε χονδρικά μια πανεπιστημιακή γενιά.

Γι' αυτήν λοιπόν τη γενιά επιθυμώ να μιλήσω˙ να περιγράψω μερικές σημαδιακές στιγμές της πορείας της, αυτές που τη διαμόρφωσαν και προσδιόρισαν τα χαρακτηριστικά της ώς έναν σημαντικό βαθμό. Και ας μου συγχωρεθεί που θα μιλήσω μέσα από προσωπικές εμπειρίες˙ είμαι σχεδόν βέβαιος πως πολλοί της γενιάς μου θα αναγνωρίσουν μέσα σ' αυτές κάτι από τον εαυτό τους, από τις δικές τους εμπειρίες. Και επιπλέον ας μου συγχωρεθεί αν κάπου ολισθαίνω σε προσωπικό τόνο˙ η συγκίνηση είναι καμιά φορά και αυτή αναπόφευκτη, ιδιαίτερα σε τέτοιες στιγμές και σε παρόμοιες περιγραφές.

Η γενιά μου είναι μια τραγική γενιά˙ από μια άποψη, που περιγράφω στη συνέχεια και που αποτελεί το κεντρικό θέμα του σημειώματός μου, είναι η τραγικότερη γενιά της πρόσφατης ιστορίας μας. Είναι η μόνη γενιά που έζησε σε μια συνταρακτική περίοδο, χωρίς να μπορεί, αντικειμενικά, να λάβει ενεργό μέρος, να επηρεάσει ή ακόμη και να έχει αποφασιστικό ρόλο σε όσα συγκλονιστικά συνέβαιναν και συντελούνταν˙ είναι η γενιά που έζησε σε πολέμους, χωρίς να είναι σε θέση να πολεμήσει, που έζησε τις συνέπειες των πολέμων, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να δράσει αποτελεσματικά, να συμμετάσχει στα δρώμενα.

Σε κάποιους πολιτικούς χώρους γίνεται συχνά λόγος για μια άλλη γενιά, παλαιότερη, που έχει επικρατήσει να ονομάζεται η γενιά της ήττας. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η γενιά δεν είναι η τραγικότερη από τη δική μου: τουλάχιστο, αυτή πολέμησε και ηττήθηκε˙ εμείς, η δική μου γενιά, ηττηθήκαμε χωρίς να έχουμε πολεμήσει, εμείς βρήκαμε έτοιμη την ήττα για να τη ζήσουμε ολόκληρη˙ εμείς εισπράξαμε το φόβο των δρώμενων, είτε ως απλοί θεατές, είτε διωκόμενοι, αργότερα, για πράξεις στις. οποίες δεν είχαμε λάβει μέρος.

Ίσως όσα γράφω μοιάζουν με κραυγή σε μια κρίσιμη ηλικία˙ ας θεωρήσουμε πως δεν είναι έτσι. Γιατί, πέρα από τις συγκινησιακές υπερβολές, έχουμε να κάνουμε με συγκεκριμένα γεγονότα: το 1940, όταν στην Ελλάδα άρχισε ο πόλεμος, ήμουν πέντε ετών και φυσικά δεν μπορούσα να πολεμήσω˙ μπορούσα όμως να ζω την αγωνία του και να φοβάμαι, να φοβάμαι και τον πόλεμο και τις συνέπειές του. Κατόπιν, η Κατοχή και ο διαρκέστερος φόβος˙ πέντε έως εννέα ετών τότε˙ παρών σε όλη τη φρίκη της περιόδου, παρών και σε φρικαλέες λεπτομέρειες: στις δολοφονίες από τους Γερμανούς, στις συλλήψεις των ανθρώπων, συγγενών και μη, στις ποικίλες βιαιότητες. Παρών, θεατής δηλαδή, από τη συνήθεια του ίδιου επαναλαμβανόμενου θεάματος˙ από τη συνήθεια του φόβου, αυτού του φόβου που, καθώς ενσταλάζεται μέσα μας με την καθημερινή εικόνα, γίνεται στοιχείο του εαυτού μας. Είναι αυτό το σημείο ακύρωσης της ανθρώπινης ιδιότητας, όταν, παιδί, έχεις συνηθίσει τη φρίκη, τη βλέπεις, φοβάσαι, αλλά δεν θέλεις να φύγεις, να μη βλέπεις.

Και τα πράγματα γίνονταν όλα και χειρότερα˙ ήρθε η Αντίσταση, το αντάρτικο, ήρθε η πείνα, οι έρευνες στα σπίτια, οι πυκνές συλλήψεις, οι οιμωγές, οι συσκοτίσεις, οι όλο και συχνότεροι βομβαρδισμοί και η τρεχάλα η δική μας προς το μακρινό καταφύγιο, τα πτώματα κάτω από τα ερείπια, αλλά μπροστά μου, και ο καθημερινός πια φόβος της πείνας.

Ήρθε και η απελευθέρωση˙ από τον κατακτητή˙ όχι και από τους ταγματασφαλίτες. Για να συνεχιστεί έτσι ο φόβος˙ ο φόβος της βίας από τον συμπατριώτη, της εκδίκησης. Βέβαια, μεγάλωνα και άρχιζαν οι «υποχρεώσεις» ˙ μια απ' αυτές ήταν το κατηχητικό, αυτή η άλλη μορφή κοινωνικής βίας, γιατί, ενώ δεν προσκόμιζε κανένα μήνυμα ελπίδας, αντιπροσώπευε η συμμετοχή σ' αυτό ένα είδος πιστοποιητικού κοινωνικής νομιμοφροσύνης.

Στον Εμφύλιο εξακολουθούσα να είμαι μικρός, 12-14 ετών˙ πάλι φοβισμένος θεατής δηλαδή˙ να υφίσταμαι και να φοβάμαι όλα και όλους, τον στρατιώτη, τον αντάρτη, τον χωροφύλακα, τον παπά, τον δάσκαλό μου, τον συμμαθητή μου, τους συγγενείς μου˙ χωρίς να είμαι ή να καταλαβαίνω αν είμαι σύμμαχος ή εχθρός τους. Γι' αυτό τους φοβόμουν όλους, επειδή δεν μπορούσα να κάνω τίποτ' άλλο.

Την ώριμη εφηβεία την έζησα μέσα στα ερείπια και την αγωνία της ανασυγκρότησης, της προσωπικής, της οικογενειακής..., με περιορισμένες τις ελπίδες και με το φόβο για το μέλλον, για τις αβέβαιες σπουδές από κοινωνικά εμπόδια. Για να έρθει, σαν φυσική διέξοδος, ο φοιτητικός συνδικαλισμός και οι πρώτες μεγάλες μετεμφυλιακές φοιτητικές κινητοποιήσεις: μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις για την κατάργηση των διδάκτρων και για το Κυπριακό. Αλλά και πάλι μέσα στη βία και στο φόβο: συλλήψεις, ξυλοδαρμοί, συνεχείς κλήσεις στην Ασφάλεια και, κυρίως, οι απειλές του κυρίου καθηγητή: αν δεν σταματούσα το συνδικαλισμό, δεν θα με περνούσε ποτέ στο μάθημα του και θα έχανα την υποτροφία μου, το μόνο σταθερό οικονομικό στήριγμα που διέθετα.

Όλα αυτά συσσώρευαν βέβαια μια συνταρακτική εμπειρία˙ όλα ήταν εμπειρία˙ ακόμη και ο φόβος. Τώρα πια ο φόβος αποκτούσε και εγγενείς αιτίες: τις όποιες κινήσεις, αδέξιες κάποτε, τις κατηύθυναν το ένστικτο και η αίσθηση του ορθού και του δίκαιου, μαζί με τη συσσωρευόμενη πείρα˙ δεν στηρίζονταν σε θεωρητική κατάρτιση και δεν είχαν οργανωτική κάλυψη. Γι’ αυτό ο φόβος ήταν η απαραίτητη συνοδεία κάθε δράσης˙ γι' αυτό η δράση συχνά ήταν αναποτελεσματική˙ γι' αυτό συχνά «άλλοι» επωφελούνταν.

Τελευταία φάση στην αλυσίδα των γεγονότων φόβου ήταν η στρατιωτική θητεία˙ εδώ μπορούμε να μιλήσουμε για καθαρή ψυχολογική βία και τρομοκρατία˙ εδώ τα όπλα του καταπιεστικού μηχανισμού ήταν πανίσχυρα: με την παραμικρή υποψία για «αντεθνική» δράση ή με κάποιον μακρινό συγγενή «αντεθνικώς» δρώντα -χρησιμοποιώ την τυπική φρασεολογία της εποχής- ο στρατιώτης ήταν «χαρακτηρισμένος» και ο αποχαρακτηρισμός ήταν το απολύτως αναγκαίο προσόν προκειμένου να μπορέσει κανείς να εργαστεί μετά την αποστράτευσή του. Ο αποχαρακτηρισμός όμως κόστιζε πολύ ακριβά. Ευτυχώς, οι νεότερες γενιές δεν τα έζησαν όλα αυτά.

Αν υπολογίσουμε σε χρόνο όσα περιέγραψα ώς εδώ, φτάνουμε στα 23, 25 ή και 27 χρόνια. Ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι η γενιά μου μπορούσε με μικρότερες «απώλειες» να δοκιμάσει το φόβο από τα γεγονότα που ακολούθησαν, απομένει οπωσδήποτε η μεγάλη απώλεια των πρώτων 25 χρόνων. Η γενιά μου, που συμπληρώνει μισόν αιώνα βίου, έζησε τα πρώτα 25 χρόνια της μέσα στο φόβο˙ ανίσχυρη απέναντι στο φόβο, Η γενιά μου συναρτήθηκε με το φόβο, δηλαδή στερήθηκε την ελευθερία και μάλιστα τότε που τη χρειαζόταν περισσότερο, στην αρχή της πορείας της. Γι' αυτό η γενιά μου είναι ψυχολογικά και κοινωνικά φοβισμένη, κατά κάποιο τρόπο ανάπηρη. Για τη γενιά μου, στα πρώτα 25 χρόνια της, το να φοβάται ήταν υποχρέωσή της, ίσως και το μόνο δικαίωμα της.

Τίθεται ασφαλώς το ερώτημα; όλοι οι άνθρωποι της γενεάς μου έζησαν με τον ίδιο τρόπο; η πορεία πουν περιέγραψα ήταν για όλους ίδια; είχαν όλοι την ίδια σχέση με τα γεγονότα; Ασφαλώς όχι. Όμως, για όλους οι βασικές προϋποθέσεις του βίου ήταν ανάλογες˙ ο φόβος έδρασε πάνω σε όλους˙ όλοι φοβούνταν, ακόμη και όσοι περισσότερο εξέπεμπαν παρά δέχονταν φόβο.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL