Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.5°C18.7°C
2 BF 61%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
12.4°C18.0°C
1 BF 66%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
13.7°C16.0°C
2 BF 65%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
14.3°C18.0°C
0 BF 57%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
15.7°C15.7°C
1 BF 69%
Χαμένες προσδοκίες στην ανατολική Ευρώπη
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Χαμένες προσδοκίες στην ανατολική Ευρώπη

Επιμέλεια: Θανάσης Κούτσης

Η «οικονομική στρατηγική» της Γερμανίας σε σχέση με τους ανατολικούς γείτονές της ξεκίνησε από την επανένωση της με την Ανατολική Γερμανία και συνεχίστηκε με το σχέδιο ένταξής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βρισκόμαστε τον Απρίλιο του 2004, έναν μήνα πριν την ένταξη δέκα νέων χωρών. Όλες αυτές χώρες αυτές έχουν περάσει πρώτα από αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή και ελπίζουν ότι θα βρεθούν πλέον στο κλαμπ των ισχυρών. Παρ’ όλο που τον επόμενο μήνα παίρνουν μέρος για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές, η αποχή είναι μεγάλη και πολύ γρήγορα οι ελπίδες τους διαψεύδονται.

Της Catherine Samary*

[... ] Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά την ένταξη της Ελλάδας (1981) και, στη συνέχεια, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας (1986), και κατά την οικοδόμηση της «μεγάλης αγοράς» που προέβλεπε η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986, έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ άνισων μερών διευρύνει τις ανισότητες. Τα διαρθρωτικά ταμεία, όπως είναι γνωστό, χορήγησαν πόρους στις περιοχές που αντιμετώπιζαν προβλήματα ανασυγκρότησης και των οποίων το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι κατά 25% κατώτερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Το ύψος των κονδυλίων του κοινοτικού προϋπολογισμού που κατευθύνθηκαν στα διαρθρωτικά ταμεία διπλασιάστηκε μεταξύ 1987 και 1992, περνώντας από τα 7,2 στα 14,5 δισ. ECU - «ποσό που δεν υπολείπεται κατά πολύ της βοήθειας του σχεδίου Μάρσαλ». Το 1993 αυξήθηκε, ξανά, κατά 50%. Το 1992 η Ευρωπαϊκή Ένωση συγκρότησε και το λεγόμενο «ταμείο συνοχής» για να στηρίξει τα κράτη - μέλη με κατά κεφαλήν εισόδημα χαμηλότερο από το 90% του ευρωπαϊκού μέσου όρου -δηλαδή τα τρία κράτη της νότιας Ευρώπης και την Ιρλανδία. Μολονότι ο κοινοτικός προϋπολογισμός είχε ανώτατο όριο το 1,24% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ε.Ε. για την περίοδο 2000-2006 (σε σύγκριση με τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό της τάξης του 20% στις ΗΠΑ επρόκειτο για μια λογική δημόσιας βοήθειας καθόλου ευκαταφρόνητης για τις φτωχότερες περιοχές...

Τα νέα κράτη-μέλη, όμως, είναι στο σύνολό τους επιλέξιμα για τέτοιου είδους κοινοτικούς πόρους: μπορούσαν, επομένως, να ελπίζουν ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα επρόκειτο για ένα από τα «κεκτημένα» που θα ενσωμάτωναν. Ωστόσο, ο προϋπολογισμός για την περίοδο 2007-2013, περίοδο κατά την οποία θα ενταχθούν η Ρουμανία και η Βουλγαρία, δεν θα πρέπει να ξεπεράσει το 1% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να μοιραστεί μια μικρότερη πίτα ανάμεσα σε περισσότερους δικαιούχους, υπάρχουν αρκετές επιλογές: θα πάρουμε από τον Νότο για να δώσουμε στην ανατολική Ευρώπη, θα δώσουμε από την αρχή λιγότερα στην ανατολική Ευρώπη (με την ένταξη, οι επιδοτήσεις προς τον Πολωνό αγρότη φτάνουν στο 25% των επιδοτήσεων που λαμβάνει ο αντίστοιχος Γάλλος αγρότης) και με ορίζοντα το 2013 θα ευθυγραμμίσουμε όλους προς την κατεύθυνση... μείωσης της κοινοτικής βοήθειας.

Γιατί; Γιατί τα κράτη που είναι καθαροί πιστωτές του προϋπολογισμού της Ε.Ε. -κυρίως η Γερμανία και η Γαλλία- υιοθετούν πλέον τη λογική μιας μεγάλης ανταγωνιστικής αγοράς, χωρίς απορροφήσεις κραδασμών μέσω δημοσιονομικών δαπανών. Ενώ η Γερμανία, για να αμβλύνει τις κοινωνικές επιπτώσεις από την ενοποίησή της, χορηγούσε στα νέα ομόσπονδα κρατίδιά της περίπου 100 δισ. δολάρια τον χρόνο για περισσότερο από μια δεκαετία, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι έτοιμη να αποδεχθεί παρόμοιες λογικές στο ζήτημα της ενσωμάτωσης των υπόλοιπων χωρών.

Δεν πρόκειται μόνο για επιλογές δημοσιονομικού χαρακτήρα. Το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα αποφεύγει να υιοθετήσει ως αρχή την κοινωνική εναρμόνιση προς τις υψηλότερες κοινωνικές προδιαγραφές, η οποία θα συνοδευόταν από τις ανάλογες δημόσιες δαπάνες. Αντίθετα, κατοχυρώνει την αρχή μιας μεγάλης αγοράς «ελεύθερου» ανταγωνισμού μεταξύ άνισων μερών, στην οποία δεν πρέπει να προκαλεί «στρεβλώσεις» η κρατική βοήθεια (άρθρο ΙΙΙ-167).

Όμως, τα κονδύλια που χορηγεί η Γερμανία στα νέα ομόσπονδα κρατίδιά της παραβιάζουν εξόφθαλμα και διαρκώς αυτόν τον «κανόνα». Επομένως, η γερμανική εξαίρεση πρέπει να περιληφθεί στο ευρωπαϊκό σύνταγμα! Είναι αυτό γνωστό; Έτσι, η παράγραφος 2γ του άρθρου που αναφέραμε αναγνωρίζει ως «συμβατή με την εσωτερική αγορά (...) την οικονομική βοήθεια που χορηγεί η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας σε ορισμένες περιοχές της που επλήγησαν από τη διχοτόμησή της». Και διευκρινίζει τον προσωρινό, αλλά... μακροπρόθεσμο χαρακτήρα της: «Πέντε χρόνια αφότου η Συνθήκη τεθεί σε ισχύ (...) το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί (και όχι 'πρέπει') να λάβει, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απόφαση που θα καταργεί τη συγκεκριμένη πρόνοια».

Πρόκειται, βέβαια, για εξαίρεση. Καμία χώρα της ανατολικής Ευρώπης δεν τυγχάνει τέτοιας μεταχείρισης. Άλλωστε, οι καθαρές πιστώσεις που χορηγήθηκαν στο σύνολο των νέων κρατών - μελών για την περίοδο 2004-2006 (ύψους 25 δισεκατομμυρίων ευρώ) υπολείπονται κατά πολύ των ποσών που λαμβάνουν από το 1989 τα ομόσπονδα κρατίδια της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Βέβαια, «μπορεί να είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά η βοήθεια για την ανάπτυξη περιφερειών με πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο». Δεν υπάρχει, όμως, καμία δέσμευση, κανένα κριτήριο. Και το άρθρο ΙΙΙ-168 δίνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη δυνατότητα να θεωρήσει ότι η βοήθεια που χορηγεί ένα κράτος «δεν είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά».

Στην πραγματικότητα, οι κύριες προσδοκώμενες πηγές χρηματοδότησης συνδέονται με τον ιδιωτικό τομέα: το ζήτημα είναι η προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων. Καθώς οι πιο μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, το βασικό επιχείρημα θα είναι το χαμηλό κόστος εργασίας και ο διαγκωνισμός για τη μεγαλύτερη μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις. Παράλληλα, τα επίπεδα του ΦΠΑ θα πρέπει να εναρμονιστούν με όσα επιβάλλουν οι ευρωπαϊκές Οδηγίες, δηλαδή να αυξηθούν σε προϊόντα που μέχρι πρόσφατα επιδοτούνταν από το κράτος (ακόμη κι αν υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις), καθώς επίσης και να αντισταθμιστεί, σε κάποιον βαθμό, η απώλεια φορολογικών εσόδων από τη μείωση στη φορολογία των επιχειρήσεων. Έτσι, οι λαοί συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται σε κλοιό: από τη μια πλευρά επωμίζονται μεγαλύτερα φορολογικά βάρη και από την άλλη απολαμβάνουν ολοένα λιγότερες κοινωνικές παροχές, οι οποίες έχουν περικοπεί για να εκπληρωθούν τα κριτήρια για τα δημοσιονομικά ελλείμματα.

Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο, είχε παρουσιαστεί ως το επισφράγισμα μιας επιτυχούς πορείας για τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Μετά από τη γενική πτώση της παραγωγής (μεταξύ 13% και 50%), υπήρξε ανάκαμψη, πρώτα στην Πολωνία, από το 1993, και στη συνέχεια, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, στην κεντρική Ευρώπη. Έγινε λόγος για «δημιουργική καταστροφή» και, αργότερα, για «κάλυψη του χαμένου εδάφους», όταν, τα τελευταία χρόνια, οι ρυθμοί ανάπτυξης στην περιοχή ξεπέρασαν τους αντίστοιχους ρυθμούς των «Δεκαπέντε». Στην πραγματικότητα, αρκετές χώρες παραμένουν ακόμη κάτω από το επίπεδο παραγωγής του 1989. Πάνω απ' όλα, όμως, ο δείκτης του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) δεν αποκαλύπτει τίποτε για τις πηγές της ανάπτυξης και για τον τρόπο που μοιράζονται οι καρποί της.

Οι αριθμοί κρύβουν την άνοδο των τιμών στο ηλεκτρικό ρεύμα, στα ενοίκια και στις μεταφορές, την ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών που άλλοτε παρέχονταν δωρεάν και συνδέονταν σε μεγάλο βαθμό με την απασχόληση, την αύξηση των τιμών των αγροτικών προϊόντων, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), και όλα μαζί επιδεινώνουν την οικονομική κατάσταση ευρύτατων στρωμάτων. Η ανάπτυξη ήρθε ως αποτέλεσμα της εμφάνισης μικρών ιδιωτικών επιχειρήσεων με συχνά αβέβαιη προοπτική και της εισροής ξένων άμεσων επενδύσεων στις πρωτεύουσες ή τις συνοριακές ζώνες την προηγουμένη της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από τη σκοπιά της δημιουργίας θέσεων εργασίας, το συνολικό όφελος δεν αντισταθμίζει τις απώλειες από την εξάρθρωση των μεγάλων επιχειρήσεων. Έτσι, καταγράφεται αύξηση του ποσοστού ανεργίας (σχεδόν 20% στην Πολωνία), της επισφαλούς εργασίας και των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων. Να οι αιτίες για την αύξηση της πορνείας, της μαύρης εργασίας και για την αναδίπλωση στα μικρά αγροκτήματα ως υποκατάστατο «κοινωνικής πρόνοιας»: σχεδόν σε όλες τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης καταγράφεται αύξηση του ενεργού πληθυσμού που δηλώνει «αγροτικός»!

Επομένως, πίσω από τα μεγάλα λόγια, η γενναιοδωρία και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Χρειάστηκε να γίνει μια... δωρεάν «μεγαλόψυχη χειρονομία» για να αναδειχθεί αυτό που καταχρηστικά ονομάστηκε «επανένωση της Ευρώπης»: επιτράπηκε στους λαούς των νέων κρατών-μελών να συμμετάσχουν στις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2004. Τέτοιες «γαλαντομίες» προκάλεσαν την ήττα σχεδόν όλων των κυβερνώντων κομμάτων στην ανατολική Ευρώπη και αύξησαν σημαντικά τη δύναμη των εχθρικών προς την Ευρωπαϊκή Ένωση κομμάτων. [... ]

* H Catherine Samary είναι καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Paris - Dauphine

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL